Με τη σωστή εφαρμογή των προβλεπόμενων από τη νομοθεσία μέτρων, τα ατυχήματα σε εγκαταστάσεις που παράγουν ή αποθηκεύουν επικίνδυνες χημικές ουσίες μπορούν να ελαχιστοποιηθούν.
Γράφει ο Παναγιώτης Αλεβαντής*
Σάββατο 10 Ιουλίου 1976, ώρα 12:37 το μεσημέρι, σε ένα μικρό σχετικά χημικό εργοστάσιο στην πόλη Μέντα, 15 χιλιόμετρα βόρεια του Μιλάνου. Επειδή ο νόμος προβλέπει τη διακοπή των εργασιών το Σαββατοκύριακο, οι εργάτες κλείνουν τους διακόπτες χωρίς να αντιληφτούν ότι ένας κλίβανος είναι ακόμη γεμάτος με ένα υλικό που χρησιμοποιείται στην παραγωγή ζιζανιοκτόνων. Ο ατμός που απελευθερώνεται από το σύστημα παραγωγής θερμότητας υπερθερμαίνει τον κλίβανο, η πίεση που αναπτύσσεται ανοίγει την βαλβίδα ασφαλείας και έξι τόνοι δηλητηριώδους διοξίνης σκεπάζουν μια έκταση 18 τετραγωνικών χιλιομέτρων με επίκεντρο την γειτονική πόλη Σέβεζο.
Λίγες μέρες μετά, 3.300 ζώα πεθαίνουν κι άλλα 80.000 θανατώνονται για να μην περάσει η διοξίνη στην τροφική αλυσίδα. Γύρω στα 500 άτομα υποφέρουν από εγκαύματα, 27 έγκυες υποβάλλονται σε προληπτική έκτρωση και η κυβέρνηση προχωρεί στη μετεγκατάσταση 700 περίπου ατόμων.
Η απορρύπανση της περιοχής θα στοιχίσει 120 δισ. ιταλικές λιρέτες.
Έξι χρόνια αργότερα, μετά από πολλές συζητήσεις, η Ευρωπαϊκή Κοινότητα εκδίδει την σχετική οδηγία 82/501/EOK, που το 1996 αντικαταστάθηκε από την οδηγία 96/82/ΕΚ για την αντιμετώπιση των κινδύνων μεγάλων ατυχημάτων σχετιζόμενων με επικίνδυνες ουσίες. Πρόκειται για μια από τις πλέον χρήσιμες νομοθετικές πράξεις του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης αφού με την εφαρμογή της τα ατυχήματα στις χημικές βιομηχανίες έχουν ουσιαστικά εξαλειφθεί. Η οδηγία εφαρμόζεται σε όλες τις χημικές εγκαταστάσεις που παράγουν ή αποθηκεύουν συγκεκριμένες επικίνδυνες χημικές ουσίες. Ανάλογα με τις παραγόμενες ποσότητες οι εγκαταστάσεις υποχρεούνται να λαμβάνουν μέτρα πρόληψης και, αν οι ποσότητες υπερβαίνουν ορισμένα όρια, να υποβάλουν έκθεση ασφαλείας συμπεριλαμβανομένων σχεδίων έκτακτης ανάγκης για την αντιμετώπιση ενδεχόμενου ατυχήματος, την προστασία και την ενημέρωση του περιβάλλοντος πληθυσμού. Τα κράτη -μέλη υποχρεούνται επίσης να συνεκτιμούν την προστασία από μείζονα ατυχήματα στο πλαίσιο των ρυθμίσεων χωροταξίας και πολεοδομίας σε συγκεκριμένες αποστάσεις γύρω από τις εν λόγω εγκαταστάσεις.
Δυστυχώς, η οδηγία Σέβεζο ΙΙ, όπως αποκαλείται, δεν εφαρμόζεται σε εγκαταστάσεις που παράγουν ή αποθηκεύουν επικίνδυνες ουσίες σε ποσότητες μικρότερες από τα προβλεπόμενα όρια. Επιπλέον, δεν εφαρμόζεται σε στρατιωτικές μονάδες, εγκαταστάσεις ή αποθήκες (αν εφαρμοζόταν, η πρόσφατη κυπριακή τραγωδία ίσως να είχε αποφευχθεί), σε πυρηνικούς σταθμούς και στις μεταφορές επικίνδυνων ουσιών (που υπάγονται σε άλλη εξίσου αυστηρή νομοθεσία), στα ορυχεία συμπεριλαμβανομένης της εξόρυξης υδρογονανθράκων στη θάλασσα και τέλος στους συνήθεις χώρους υγειονομικής ταφής αποβλήτων.
Εφαρμόζεται όμως στα υπολείμματα της εξορυκτικής βιομηχανίας που περιέχουν επικίνδυνες ουσίες.
Οι μεταφορές επικίνδυνων ουσιών ρυθμίζονται από ευρωπαϊκές συμφωνίες στο πλαίσιο της Οικονομικής
Επιτροπής του ΟΗΕ για την Ευρώπη, τις συμφωνίες ADR, που έχουν ενσωματωθεί πλήρως στο δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Προβλέπουν την ταξινόμηση των επικίνδυνων ουσιών, τις ειδικές προφυλάξεις και εξαιρέσεις, τα μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται για τη συσκευασία, την φορτοεκφόρτωση και τη μεταφορά, τις προδιαγραφές των δοχείων, των οχημάτων και των άλλων χρησιμοποιούμενων μεταφορικών μέσων (φιάλες, βυτία, βαγόνια κ.λπ..) και τέλος τις απαιτήσεις που πρέπει να πληρούν τα πληρώματα των οχημάτων. Οι πορτοκαλιές πινακίδες σχήματος ρόμβου ή παραλληλόγραμμου που φέρουν τα βυτιοφόρα, τα οποία μεταφέρουν επικίνδυνες ουσίες προβλέπονται επίσης από την ευρωπαϊκή νομοθεσία. Σε αυτές αναφέρεται κωδικοποιημένο το επίπεδο κινδύνου και το είδος της ουσίας (π.χ. 1203 για τη βενζίνη με επίπεδο κινδύνου 33, δηλαδή εξαιρετικά εύφλεκτο). Το ευρωπαϊκό συμβούλιο χημικών βιομηχανιών (CEFIC) έχει αναπτύξει και μια ευκολόχρηστη βάση δεδομένων, τις κάρτες επείγουσας επέμβασης (www.ericards.net) με όλα τα στοιχεία που χρειάζεται να γνωρίζουν οι υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης όταν στο συμβάν που καλούνται να αντιμετωπίσουν, εμπλέκονται χημικές ουσίες.
Στην Κρήτη, εκτός από τις 14 εγκαταστάσεις Σέβεζο ΙΙ (4 στα Χανιά, 2 στο Ρέθυμνο και 8 στο Νομό Ηρακλείου) υπάρχουν πολλές βιοτεχνίες που διατηρούν ή επεξεργάζονται επικίνδυνες ουσίες σε ποσότητες μικρότερες από τα όρια που προβλέπονται στην οδηγία. Σε περίπτωση ατυχήματος οι περιοχές γύρω από αυτές τις εγκαταστάσεις είναι δυνατόν να αντιμετωπίσουν προβλήματα ενώ συχνά ακόμη και οι υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης αγνοούν την ύπαρξη των επικίνδυνων ουσιών. Κι όταν μιλάμε για επικίνδυνες ουσίες δεν αναφερόμαστε μόνο σε βενζίνες, πετρέλαια και εκρηκτικά. Οι τσικουδιές, τα λάδια, τα λιπάσματα, τα ζιζανιοκτόνα και τα εντομοκτόνα ακόμη και σε μικρές σχετικά ποσότητες μπορεί να αποδειχτούν εξαιρετικά επικίνδυνα για τους περίοικους, ιδίως αν οι πυροσβέστες ή οι εθελοντές δεν γνωρίζουν ότι η μικρή πυρκαγιά που καλούνται να αντιμετωπίσουν τους επιφυλάσσει δυσάρεστες εκπλήξεις!
Η καταγραφή όλων των μικρών εγκαταστάσεων και επιχειρήσεων που χρησιμοποιούν, μεταφέρουν ή/και αποθηκεύουν επικίνδυνα υλικά, τα οποία ενδέχεται να συμβάλουν στην επιδείνωση οποιασδήποτε έκτακτης κατάστασης πρέπει να ενταχθεί στον προγραμματισμό της Περιφέρειας. Αυτό, σε συνδυασμό με την ενημέρωση και εκπαίδευση όλων των εμπλεκόμενων (ιδιώτες, υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης, δημοτικές αρχές) με τη συμμετοχή και τη συνεργασία των επιστημόνων του Πολυτεχνείου και του Πανεπιστημίου θα αποτελέσει εγγύηση για καλύτερο επίπεδο ασφαλείας στο τουριστικό νησί μας.
* Φυσικός, υπάλληλος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι απόψεις είναι προσωπικές και δεν εκφράζουν κατ’ ανάγκη την Ευρωπαϊκή
Επιτροπή.
http://alevantis.blogspot.com