Toυ: ΜΑΝΩΛΗ ΜΑΝΟΥΣΑΚΑ
Συνεχίζουμε και σήμερα με το όμορφο αποκορωνιώτικο αυτό χωριό, που η θέση του δίπλα στη θάλασσα, του χάρισε μεγάλη ανάπτυξη τα τελευταία χρόνια. Στον καιρό της τουρκοκρατίας το χωριό διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο, καθώς βρισκόταν σε στρατηγική θέση μπροστά στον κόλπο της Σούδας. Μετά την κήρυξη της επανάστασης στην Κρήτη, στις 17 Ιουνίου του 1821 έγινε μάχη με τους Τούρκους με νικηφόρα έκβαση για τους επαναστάτες, που πολέμησαν υπό το Σήφακα και τον εγγονό του Δασκαλογιάννη, Τσελεπή. Οι Τούρκοι τοποθέτησαν εδώ στρατιωτική δύναμη για να εμποδίσουν την προσέγγιση Κασίων ναυτικών, που χρησιμοποιούσαν το λιμάνι ως διαμετακομιστικό σταθμό. Στις 6 Αυγούστου του 1821, κατά την εισβολή τους στον Αποκόρωνα, συγκεντρώνουν εδώ αιχμαλώτους χριστιανούς τους οποίους βασανίζουν και ανακρίνουν ή εκτελούν. Στις 24 Σεπτεμβρίου του 1822 αποβιβάστηκε εδώ η δεύτερη αποστολή του αιγυπτιακού στρατού, συνάντησε όμως ισχυρότατη αντίσταση απ’ τους επαναστάτες, με αποτέλεσμα οι εισβολείς Μαμελούκοι να επιστρέψουν γρήγορα στα πλοία τους, αφήνοντας 150 νεκρούς στην ξηρά. Το Σεπτέμβριο του 1823 έγινε μάχη με τους Τούρκους που ήθελαν να υδρευτούν από τον Κοιλιάρη (ή Κυλιάρη, αν δεχτούμε την ετοιμολογία του Δέφνερ). Εδώ έγινε και η κοινοποίηση της απόφασης των Μεγάλων Δυνάμεων στις 3 Φεβρουαρίου του 1830 (πρωτόκολλο του Λονδίνου) που άφηνε την Κρήτη έξω από τα σύνορα του Ελληνικού κράτους, στους συγκεντρωμένους στην αμμουδιά επαναστάτες. Δημιουργήθηκαν διαμαρτυρίες και έκτροπα. Τις Καλύβες κατέλαβαν οι τουρκικές δυνάμεις στα τέλη Αυγούστου του 1866 κατά τη μάχη στις Βρύσες (Κεφαλοβρύσια τότε) και οι επαναστάτες με τον Πετροπουλάκη το Δεκέμβριο του 1868. Στην επανάσταση του 1895-97 το χωριό έπαιξε μικρό ρόλο, γιατί εδώ έδρευε σώμα του τουρκικού στρατού, που δυσκόλευε τη ζωή στους ντόπιους Χριστιανούς. Μετά την ένωση με την Ελλάδα, το χωριό ακολούθησε την πορεία και τις τύχες της υπόλοιπης Κρήτης. Την περίοδο του Μεσοπολέμου, η θέση του χωριού ευνοήθηκε από τη διέλευση του δρόμου Χανιά – Aγιος Νικόλαος (παλιά εθνική οδός) καθιστώντας το συγκοινωνιακό και εμπορικό κέντρο του Αποκόρωνα. Η ανάπτυξη που επακολούθησε είναι μέχρι σήμερα εμφανής στις προσόψεις ων νεοκλασικών σπιτιών που κτίστηκαν τότε, δίνοντας μια ημιαστική εμφάνιση στο κέντρο του χωριού. Στο Β’ Παγκόσμιο πόλεμο οι Γερμανοί πραγματοποίησαν οχυρωματικά έργα πάνω από το λιμανάκι και στο λόφο στη δυτική είσοδο του χωριού. Μεταπολεμικά, και μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του ’70, το χωριό εξακολουθούσε να ακμάζει, η νέα εθνική οδός όμως το παρέκαμψε (ευτυχώς) δημιουργώντας αρχικά μια αίσθηση απομόνωσης. Γρήγορα όμως το χωριό ανέκαμψε, με βάση τα νέα οικονομικά δεδομένα και κυρίως τον τουρισμό. Η ανοικοδόμηση νέων περιοχών και κυρίως του δυτικού μέρους του Καστελιού, καθώς και η νότια επέκταση προς το νεκροταφείο, δεν έγιναν με τον καλύτερο τρόπο, το χωριό όμως διατηρεί ακόμα το χρώμα και την ´ταυτότητά´ του κυρίως στο παλιό του κέντρο, περισσότερο από άλλα τουριστικά χωριά (Πλατανιάς, Αλμυρίδα κ.τ.λ.) Το κέντρο του είναι η πλατεία με τον ιστορικό πλάτανο και τη μεγαλοπρεπή εκκλησία της Αγίας Παρασκευής, δίπλα στο μικρό ποτάμι που κάποτε κινούσε τον παλιό βενετσιάνικο νερόμυλο και άλλους μύλους του χωριού. Η εκκλησία της Αγίας Παρασκευής θεμελιώθηκε το 1946 στη θέση παλιότερης (από την οποία διασώζονται κάποια στοιχεία) και κτίστηκε σε νεοκλασικό ρυθμό. Τον επιβλητικό ναό αγιογράφησε ο σημαντικός κισσαμίτης καλλιτέχνης Στέλιος Καρτάκης το 1978. Σημαντικός για την παλαιότητά του είναι και ο ναός της Αγίας Τριάδας έξω από το παλιό φρούριο, στο εσωτερικό του έχουν βρεθεί τάφοι και πήλινα ευρήματα. Φαίνεται ότι κτίστηκε κι αυτός τα χρόνια της βενετοκρατίας, αποκλείεται όμως να ήταν από την αρχή και οι δύο ναοί (αυτός και ο γειτονικός του εντός του φρουρίου) αφιερωμένες στους ίδιους αγίους.
Σημαντική μορφή του χωριού στην εποχή μας, και με κοινωνική προσφορά, είναι ο γνωστός οικονομολόγος κ. Μίνως Ζομπανάκης, με λαμπρή οικονομική καριέρα στα ισχυρότερα οικονομικά ιδρύματα της εποχής μας. Η γνωστή μας Χανιώτισσα καλλιτέχνις κα Μαριλένα Βλαχάκη επίσης κατάγεται από εδώ και έχει αποτυπώσει τα δύσκολα παιδικά της χρόνια στο συνταρακτικό βιβλίο ´Σιλάνς Σιλβουπλέ´ που αποτελεί μια ´φωτογραφία´ όχι μόνο της προσωπικής της ιστορίας, μα και του χωριού και όλης της χανιώτικης υπαίθρου τις δεκαετίες του ’50 και ’60. Την άνοιξη του 1953 επισκέφτηκε το χωριό ο αρθρογράφος και φωτογράφος Maynard Owen Williams του αμερικανικού περιοδικού National Geographic Magazine, στο πλαίσιο της επίσκεψης του στην Κρήτη. Στο άρθρο που δημοσίευσε λίγους μήνες αργότερα, υπάρχουν δύο έγχρωμες φωτογραφίες με τα παιδιά (κυρίως τα κορίτσια) του χωριού, που κρατώντας λουλούδια υποδέχτηκαν το δημοσιογράφο. Οι Καλύβες επίσης είναι ένα από τα θέματα που τράβηξε ο Αγγλος καλλιτέχνης φωτογράφος John Donat το 1960 και βρίσκεται μέσα στο λεύκωμα που εξέδωσαν πριν από λίγα χρόνια οι Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης.
Η πρώτη μας φωτογραφία είναι η δυτική είσοδος του χωριού, όπως αποτυπώθηκε από τον Donat το 1960. Πρόκειται για το συμπαγή πυρήνα του χωριού, δημιουργημένο στα χρόνια της βενετοκρατίας.
Η δεύτερη είναι μια όψη του παλιού εθνικού δρόμου το 1929, στην περιοχή μεταξύ Καλαμίου και Κοιλιάρη. Η σημερινή Εθνική οδός περνάει λίγο παραπάνω. Ο δρόμος κατασκευάστηκε από την κυβέρνηση Ελευθ. Βενιζέλου στα τέλη της δεκαετίας του 1920, εκεί μάλιστα δούλεψε και ο παππούς μου όπου και αρρώστησε με πνευμονία και πέθανε (το 1929). Το κατάστρωμά του ήταν από σκύρα (χαλίκια) που πατούσε το ´βαποράκι´ (οδοστρωτήρας της εποχής). Στο βάθος το μετόχι Καλοσυκιάς, μαρτυρημένο και στις βενετσιάνικες απογραφές, που έχει αποκατασταθεί από τους ιδιοκτήτες του.
Η τρίτη και η τέταρτη είναι οι φωτογραφίες του Maynard Williams στο National Geographic του 1953.
Ισως ανάμεσα στα δροσερά νιάτα της φωτογραφίας, αναγνωρίσουν τον εαυτό τους κάποιες σημερινές κυρίες, φευ όμως, έχουν περάσει 60 σχεδόν χρόνια από τότε…
Η πέμπτη και η έκτη, είναι όψεις του χωριού τη δεκαετία του ’60 από τα ανατολικά και τα δυτικά αντίστοιχα.
Τέλος, η έβδομη είναι δυτική άποψη του λόφου του Καστελλιού το 1902, από τον G. Gerola. Διακρίνεται στην κορυφή το πυργοειδές οικοδόμημα που σώζεται και σήμερα. Ο Gerola γράφει για τα ερείπια ενός παλιού ελαιοτριβείου που υπήρχαν διάσπαρτα στο χώρο τότε. Δεν υπήρχαν βέβαια όπως βλέπουμε ούτε νεότερα κτίσματα, ούτε περιφράξεις με σύρματα όπως σήμερα.