Η ινδιάνικη γλώσσα Piraha δεν μοιάζει με καμιά άλλη γλώσσα στον κόσμο. Τη μιλούν μόνο τα λίγες εκατοντάδες μέλη μιας φυλής του Αμαζονίου. Οι γλωσσολόγοι είναι ιδιαίτερα προβληματισμένοι με αυτή τη γλώσσα καθώς πολλά στοιχεία της έρχονται σε αντίθεση με τις θεωρίες τους.
Ο Αμερικανός γλωσσολόγος Daniel Everett του Πανεπιστημίου του Ιλινόις έζησε επτά χρόνια στα τροπικά δάση του Αμαζονίου στη Βραζιλία. Εκεί μελέτησε την ινδιάνικη γλώσσα Pirahã, που μιλιέται από 300 περίπου κυνηγούς – τροφοσυλλέκτες, οι οποίοι κατοικούν σε μικρούς οικισμούς κατά μήκος δύο παραποτάμων του Αμαζονίου. Ο Everett έμεινε κατάπληκτος όταν συνειδητοποίησε τις ιδιαιτερότητες αυτής της γλώσσας.
Οι Pirahã δεν έχουν λέξεις για τις έννοιες «δεξιά» και «αριστερά», «πατέρας» και «μητέρα». Χρησιμοποιούν την ίδια λέξη και για τους δύο γονείς. Τα ρήματα δεν έχουν χρόνους και χρησιμοποιούνται μόνο στον ενεστώτα. Δεν μπορεί κανείς να ορίσει μια ποσότητα μεγαλύτερη του δύο, αφού η γλώσσα δεν έχει λέξεις που να δηλώνουν αριθμούς. Οι Ινδιάνοι αυτής της φυλής δεν καταλαβαίνουν τους αριθμούς. Το πολύ – πολύ να κάνουν μια διάκριση ανάμεσα σε ένα, δύο ή πολλά πράγματα.
Οι γλωσσολόγοι υποστηρίζουν ότι όλες οι γλώσσες του κόσμου έχουν μερικά κοινά χαρακτηριστικά. Η γλώσσα Pirahã, όμως, αποκλίνει σε πολλά από αυτά. Γι’ αυτόν τον λόγο ο Everett δίσταζε πολύ να δημοσιεύσει τις παρατηρήσεις του. Ήξερε ότι θα προκαλούσε μεγάλες διαμάχες ανάμεσα στους συναδέλφους του. Όπως και έγινε. Ακόμη και σήμερα πολλοί γλωσσολόγοι αμφισβητούν τα συμπεράσματά του. Όσοι όμως πήραν αργότερα άδεια από τις Αρχές της Βραζιλίας να επισκεφτούν την ινδιάνικη φυλή στον Αμαζόνιο δικαίωσαν, σε γενικές γραμμές, τον Everett. Η γλώσσα αυτή είναι πράγματι μοναδική.
Η Pirahã είναι μια απομονωμένη γλώσσα, δεν έχει δηλαδή συγγένειες με άλλες ζωντανές γλώσσες. Δεν θυμίζει καθόλου τις γλώσσες που μιλιούνται από τις γειτονικές φυλές Ινδιάνων. Περιέχει, ωστόσο, πολλές λέξεις – δάνεια από την πορτογαλική, τη γλώσσα που μιλούν οι περισσότεροι κάτοικοι της Βραζιλίας. Πρόκειται για ονομασίες πραγμάτων, όπως ο καφές ή το αεροπλάνο, που παλιότερα ήταν άγνωστα σε αυτή την ινδιάνικη φυλή. Υπάρχουν επίσης και ορισμένες αγγλικές λέξεις στο λεξιλόγιό τους, οι οποίες περιγράφουν αντικείμενα που οι ξένοι επισκέπτες φέρνουν μαζί τους, όπως για παράδειγμα το κασετόφωνο.
Η γλώσσα Pirahã έχει μόνο 3 φωνήεντα. Έχει 8 ή 9 σύμφωνα, ανάλογα με το αν τη μιλά άντρας ή γυναίκα, επειδή ένα σύμφωνο δεν χρησιμοποιείται από τις γυναίκες. Οι γλωσσολόγοι έχουν καταγράψει ελάχιστες γλώσσες με τόσο λίγους φθόγγους. Δύο από αυτούς μάλιστα είναι μοναδικοί και ο ένας παράγεται με το τρεμούλιασμα των χειλιών. Γενικώς, οι ήχοι αυτής της γλώσσας είναι τόσο ιδιαίτεροι, που οι γλωσσολόγοι πρέπει να τεντώσουν καλά τα αφτιά τους για να τους ακούσουν.
Επικεντρωμένοι στο παρόν
Η πιο επίμαχη παρατήρηση του Everett είναι ότι στη γλώσσα Pirahã δεν χρησιμοποιούνται δευτερεύουσες προτάσεις. Υπάρχουν μόνο κύριες προτάσεις, κάτι που οι υπάρχουσες γλωσσολογικές θεωρίες αποκλείουν. Σύμφωνα με τον κορυφαίο γλωσσολόγο της εποχής μας, τον Noam Chomsky, η ικανότητα να συνδέουμε προτάσεις είναι εγγενής για τις γλωσσικές δομές του εγκεφάλου μας.
Στη γλώσσα αυτή δεν υπάρχουν επίσης λέξεις για τα χρώματα, αλλά οι χρήστες της μπορούν χωρίς πρόβλημα να τα αποδώσουν χρησιμοποιώντας παρομοιώσεις – για παράδειγμα, το κόκκινο είναι «σαν το αίμα». Είναι χαρακτηριστικό ότι στους Pirahã δεν υπάρχουν μύθοι ή ιστορίες που οι γονείς να μεταδίδουν προφορικά στα παιδιά τους. Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι η γλώσσα τους είναι πρωτόγονη. Κάθε άλλο, υποστηρίζει ο Everett και άλλοι γλωσσολόγοι που την έχουν μελετήσει.
Η γλώσσα καθρεφτίζει τον πολιτισμό αυτής της φυλής, που είναι απόλυτα επικεντρωμένος στο παρόν, γι’ αυτό και δεν υπάρχει παρατατικός. Οι Pirahã βρίσκουν καθημερινά την τροφή τους χωρίς ιδιαίτερο κόπο και περνούν τις υπόλοιπες ώρες τους συζητώντας, αφού επιστρέψουν από το δάσος, όπου πηγαίνουν για κυνήγι ή για να μαζέψουν άγρια φρούτα.
Οι δημοσιεύσεις του Everett προκάλεσαν τόσες συζητήσεις, που οι γλωσσολόγοι περιμένουν στην ουρά για να επισκεφτούν τη μικρή ινδιάνικη φυλή. Ελάχιστοι όμως παίρνουν άδεια καθώς η πολιτική των βραζιλιάνικων Αρχών είναι ν’ αφήνουν στην ησυχία τους τις μικρές απομονωμένες φυλές.