Γράφει η ΘΑΛΕΙΑ ΚΟΥΚΑΚΗ*
Αντικοινωνική συμπεριφορά είναι αυτή που στρέφεται εναντίον της κοινωνίας, των θεσμών και των συμφερόντων της. Αποτελεί μέρος παρεκκλίνουσας συμπεριφοράς μέσα από ενέργειες, αξιόποινες πράξεις σε αντίθεση με τους κοινωνικούς κανόνες και το ισχύον σύστημα αξιών.
Τα παιδιά με αντικοινωνική συμπεριφορά είναι δέκτες περισσότερων αρνητικών σχολίων ή μηνυμάτων απόρριψης για τον εαυτό τους και για τους άλλους. Τις περισσότερες φορές έφηβοι με αντικοινωνική συμπεριφορά δεν χάνουν την αυτοεκτίμησή τους. Αυτό που αποκτούν με τα χρόνια είναι μια υπερβολικά αρνητική εικόνα για την οικογένειά τους, τους συνομηλίκους τους και την ίδια την κοινωνία και το σύστημα των ηθικών αξιών της.
Αποδίδουν τη λογική πολλών πράξεών τους στο γεγονός ότι κάτι τους πιέζει και αποδέχονται ότι μέσω της χρήσης βίας θα λύσουν πολλά προβλήματά τους.
Συνήθως οι νέοι αυτοί είναι αγχώδεις. Από την άλλη η συμμορία διαλύει την ανησυχία ή τουλάχιστον την κάνει ανεκτή, θα αναπληρώσει όλα όσα του έλλειπαν, τα αισθήματα αδυναμίας, κατωτερότητας, τρυφερότητας.
Η ομάδα μετατρέπεται σε θεματοφύλακα του «εγώ», ενώ τα ανταλλάγματα που προσφέρονται στον έφηβο είναι η ζεστασιά, η δύναμη, η ευτυχία.
Ενας άλλος παράγοντας που εξηγεί την κλίση προς τη συμμορία είναι ότι αυτή βγάζει τον έφηβο από την παιδική ηλικία και τον κάνει άνδρα. Ο νέος μαθαίνει ότι η ζωή είναι μια πάλη όπου το δίκαιο ανήκει στον ισχυρό και οι αδύναμοι υποκύπτουν.
Ετσι, ο έφηβος που θα συμμετάσχει σε μια συμμορία νοιώθει ότι από αδύναμος έφηβος βρίσκεται στη μεριά των ενηλίκων και δυνατών.
Παίρνει εκδίκηση τρομοκρατώντας ολόκληρες συνοικίες, αψηφά την Αστυνομία που ’χει ανώτερη εξουσία.
Τα άτομα αυτά διακατέχονται από απόψεις, ιδέες στάσεις και στόχους που είναι αντίθετοι με την κοινωνία και έχουν προσανατολισμούς οι οποίοι έρχονται σε σύγκρουση με τους κοινωνικούς κανόνες.
Τα παιδιά με αντικοινωνική συμπεριφορά είναι δέκτες περισσότερων αρνητικών σχολίων ή μηνυμάτων απόρριψης για τον εαυτό τους και για τους άλλους.
Εχει επισημανθεί από πολλούς ερευνητές ότι η παρακολούθηση μορφών τηλεοπτικής βίας, από «ευάλωτους» νέους οδηγεί τη μίμηση και αυξάνει την πιθανότητα βίαιων ενεργειών.
Λόγω των αρνητικών προβλημάτων συμπεριφοράς ο νέος κινδυνεύει να χαρακτηριστεί ως άτομο με διαταραγμένη συμπεριφορά, αλλά και να γίνει ανήλικος παραβάτης του νόμου, όταν συλληφθεί, δικαστεί και βρεθεί ένοχος.
Με δεδομένο ότι η χρήση ουσιών ξεκινά κυρίως στην εφηβική ηλικία δίνεται προσοχή στα ψυχολογικά προβλήματα που μπορεί να συνδέονται με τη χρήση ουσιών στην ηλικία αυτή. Οι διαταραχές της συμπεριφοράς στη διάρκεια της παιδικής ηλικίας και αργότερα, η αντικοινωνική συμπεριφορά, η επιθετικότητα, οι απουσίες από το σχολείο, οι φυγές από το σπίτι, η χαμηλή αυτοεκτίμηση, το καταθλιπτικό συναίσθημα, η αυτοκτονία, είναι μεταξύ των συχνότερα εμφανιζόμενων διαταραχών στους εφήβους που κάνουν χρήση ουσιών. Οι ψυχολογικές διαταραχές φαίνεται να συνδέονται όχι μόνο με τη χρήση των παράνομων, αλλά και με αυτή των νόμιμων ουσιών.
Πολλά μπορούν να ειπωθούν για την ανήλικη – νεανική παραβατικότητα καθώς είναι ένα πολυσύνθετο φαινόμενο με πολλές όψεις: ατομικές, διαπροσωπικές, κοινωνικές και αναλύεται τόσο σε ψυχολογικό όσο και κοινωνιολογικό επίπεδο.
Σύμφωνα με τον καθηγητή – εγκληματολόγο κ. Πανούση, κάνοντας αναφορά στις μορφές αντικοινωνικής συμπεριφοράς των νέων υποστηρίζει ότι «μολονότι κάθε πράξη εγκληματική, βίαιη ή επιθετική έχει και προβάλει τον δικό της συμβολισμό (και γι’ αυτό είναι δύσκολο μέχρι αυθαίρετο ν’ αφορίζουμε και να γενικεύουμε) στις περισσότερες μορφές νεανικής αντικοινωνικής συμπεριφοράς, υποβόσκει η ανάγκη ενηλικίωσης μέσω της βίας και υποταγής του «άλλου» όπως επίσης και η ασυνείδητη ίσως υιοθέτηση αντιπαραθετικών ή συγκρουσιακών ή και αρνητικών αξιών από τις κρατούσες».
Με βάση τα παραπάνω χρειάζεται να επισημάνουμε τον ρόλο της οικογένειας του σχολείου και της κοινωνίας στην πρόληψη εκδήλωσης τέτοιων μορφών συμπεριφοράς.
Είναι γεγονός ότι οι γονείς που αποδοκιμάζουν την συμπεριφορά των παιδιών τους, αλλά δεν χρησιμοποιούν βία βάζουν σε εφαρμογή άλλα μέσα διαπαιδαγώγησης και σπάνια έχουν επιθετικά παιδιά.
Οταν ο έφηβος ζει σε μια στοργική και ανεκτική οικογενειακή ατμόσφαιρα μαθαίνει και γνωρίζει ότι η επιθετικότητα είναι μια ακατάλληλη τακτική προκειμένου να πετύχουν αυτό που θέλουν.
Οταν οι γονείς έχουν σταθερές αξίες στην προσωπική οικογενειακή και κοινωνική ζωή τους μεγαλώνουν τα παιδιά μέσα σε ένα σταθερό πλαίσιο που τους παρέχει ασφάλεια. Οι γονείς σε αυτό το πλαίσιο δίνουν ευκαιρίες στα παιδιά τους για υπεύθυνες δραστηριότητες και τους ενισχύουν την αυτοεκτίμησή τους.
Δεν χρησιμοποιούν τεχνικές τιμωρίας σωματικές ή ψυχολογικές π.χ. απειλές, αρνητικές αξιολογήσεις κ.ά.
Επιπλέον οι ειδικοί που έχουν επαφή με εφήβους (π.χ. εκπαιδευτικοί, άτομα του κοινωνικού περίγυρου) όσο και οι γονείς χρειάζεται να σέβονται την αυτονομία των εφήβων καθώς και να τους ενισχύουν για να παίρνουν θετικές πρωτοβουλίες.
Αυτό θα ενδυναμώσει την αυτοπεποίθηση των εφήβων και θα τους εδραιώσει το συναίσθημα της αυτοπεποίθηση τους και της αυτοαξίας τους. Ετσι θα μειωθούν οι πιθανότητες να γίνουν μέλη μιας ομάδας – συμμορίας, η οποία θα τους χειραγωγήσει και μέσα από αντικοινωνικές πράξεις να αναζητήσουν την αυτοεκτίμηση που πιθανότατα δεν έλαβαν μέσα από την οικογένειά τους.
Συνοψίζοντας να επισημάνουμε ότι ο έφηβος μεγαλώνει σε ένα κοινωνικό πλαίσιο το οποίο μπορεί να παίξει προστατευτικό ρόλο ή αντίθετα να αυξήσει την έκθεση του σε κινδύνους.
Η οικογένεια και το σχολείο αποτελούν τους ισχυρότερους θεσμούς κοινωνικοποίησης και προστασίας των νέων.
Η κοινωνία οφείλει να παρέχει ευκαιρίες δραστηριότητες, υπηρεσίες υποστήριξης στους νέους στον τομέα της γνώσης, της ψυχαγωγίας, του αθλητισμού, της ψυχολογικής υποστήριξης, της εύρεσης εργασίας.
Γονείς εκπαιδευτικοί, αλλά και άλλοι επαγγελματίες από τον ευρύτερο χώρο της υγείας, θα εκπληρώσουν καλύτερα τον ρόλο τους απέναντι στους νέους, όταν είναι σε θέση να κατανοήσουν τις συμπεριφορές εκείνες, στις οποίες οδηγούν τους νέους σε συναισθηματικά αδιέξοδα και πράξεις που θέτουν σε κίνδυνο την ψυχική και σωματική τους υγεία και θα είναι δίπλα τους να τους υποστηρίξουν και να τους ενισχύουν.
«Σε μια δημοκρατική κοινωνία κάθε άνθρωπος πρέπει να συμπεριφέρεται με υπευθυνότητα. Αν θέλουμε να διαμορφώσουμε υπεύθυνους πολίτες πρέπει να ξεκινήσουμε από το σπίτι, μεγαλώνοντας υπεύθυνα παιδιά». Ντον Ντικμάγιερ.
Βιβλιογραφία: – Γεωργούλας, Σ(2004). Ανήλικοι Παραβάτες στην Ελλάδα. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.
– Πανούσης Ι (2004, 5 Οκτωβρίου) Τα αδέσποτα παιδιά μας Τα ΝΕΑ σ. 6.
– Α. Κοκκέβη, Α. Φωτίου, Γ. Κίτσος, Χρήση Εξαρτησιογόνων ουσιών από Εφήβους Μαθητές. Νεότερα στοιχεία από την έρευνα ESPAD στην Ελλάδα και σε άλλες 34 χώρες. Εκδόσεις Παπαζήση Αθήνα 2009.
*κοινωνική λειτουργός
– στέλεχος του Κέντρου Πρόληψης
Εξαρτησιογόνων Ουσιών Ν. Χανίων
σε συνεργασία με τον ΟΚΑΝΑ