Πέμπτη, 16 Ιανουαρίου, 2025

Το “πέρασμα” της Ζαρανοκεφάλας

Κείμενο:
Νίκος Λατινάκης*
email: latinakis@deyax.org.gr
Φωτογραφίες:Αντώνης Γεωργεδάκης

…Οταν χάνεται ο πολιτισμός, όταν χάνεται η Ελευθερία στο να αποφασίζουμε εμείς οι ίδιοι για αυτά που πραγματικά χρειαζόμαστε, τότε φθάνει να γυρίσουμε στον τόπο μας, στην Ελληνική φύση. Για να τα ξαναμάθουμε απο την αρχή.  Το ´πέρασμα´ της Ζαρανοκεφάλας είναι πέρασμα στην φύση των Λευκών Ορέων, στην Ιστορία, στον πολιτισμό, στην  δύσκολη επιβίωση αλλά και στην πλούσια-αστείρευτη έκφραση της ανθρώπινης δραστηριότητας σ’ αυτούς τους τόπους. Το πέρασμα στην Εντοπιότητα.

Αγ. Ιωάννης Σφακίων
Το πιο απόμακρο και απομονωμένο μικρό ποιμενικό χωριό της επαρχίας Σφακίων κουρνιάζει στα δασωμένα ριζιά της Μαδάρας σ’ ένα μικρό οροπέδιο στα 800 μέτρα πιο ψηλά απ’ τη θάλασσα του Λιβυκού.
Δάση από πεύκα και κυπαρίσσια που ξεπηδούν από ένα απλόχερα διάσπαρτο βράχινο κόσμο, σπήλια, γκρεμνά, οροπέδια, φαράγγια και πιο ψηλά η Αλπική ζώνη των Λευκών Ορέων, η Μαδάρα, γυμνή και ανελέητη σμιλεμένη απ’ όλα τα καιρικά φαινόμενα της φύσης.
Με τις κορφές της Ζαρανοκεφάλας, της έξω Τουρλοτής, τα Κεντάκια, της Χωράφας την κορφή, τα Μαύρα Γκρεμνά και την κορφή του Θοδωρή να δεσπόζει -Αεικίνητος Γίγαντας- στα 2354 μέτρα του στη μέση της κορυφογραμμής που διαχωρίζει τον ορίζοντα του ουρανού με την Σφακιανή των Λευκών Ορέων βράχινη γη.
Βρισκόμαστε στον φιλόξενο και απέρριτο Ξενώνα ´Αλώνια´ στον Αη Γιάννη, καταφύγιο βάσης των οδοιπορούντων και περιπλανώμενων στη Μαδάρα.
Από τις πέτρινες αυλές του ξενώνα, άπληστα η ανθρώπινη ματιά αγκαλιάζει όλη αυτή τη γυμνή κορυφογραμμή και τις νότιες δασωμένες απόρροιές της.
Από δυτικά που κατεβαίνει το φαράγγι της Ελιγιάς, στο σπήλιο του Κορμοκόπου, στα Κρούσια και τον Κούτσακα, στο σπήλιο του Δρακουλάκι, στο Μεσημέρι, στις Γούρνες, την Κεδροκεφάλα ως πιο ανατολικά -νοητά πιά- ως τα

Αμουτσερά και στης Λαγκονιάς τον Νταφκο.
Μια ματιά άπληστη, στιγμιαία. Μια πλούσια όραση που αγκαλιάζει συγχρόνως όλη την διαχρονικότητα του τόπου αυτού και των ορεσιβίων ανθρώπων του.
Ενα πελώριο βράχινο γιγάντιο τοίχος που απλώνεται πάνω και βόρεια του Αη Γιάννη από τη Δύση ως την Ανατολή. Αυτή η κορυφογραμμή οριοθετεί τα σύνορα του… κόσμου μας, του μικρόκοσμού μας με έναν… άλλο κόσμο.
Των Λευκών Ορέων.
Αν τα Αμουτσερά και οι Ρουσιές από ανατολικά της κορυφογραμμής αποτελούν την Γεωλογική ´Πύλη´ εισόδου σ’ αυτόν τον Αλλο κόσμο, από δυτικά υπάρχει το Πέρασμα.

Το Πέρασμα της Ζαρανοκεφάλας.
Ένα μακρόσυρτο στενό, πολύ στενό βράχινο πέρασμα μόλις 100 με 150 μέτρα κάτω από τις δύο κορφές της Ζαρανοκεφάλας που τραβεσάρει από δυτικά στα 1900μ. ύψ. αυτές τις δύο κορφές.
Από τις νότιες πλευρές τους έως τις βορινές.
…Αραγε, τι διαβατήριο χρειάζεται για να διαβεί κανείς αυτά τα σύνορα;
Ποιος συνοριοφύλακας θα σφραγίσει το διαβατήριο εισόδου σ’ αυτό το πέρασμα;
Οταν χάνεται ο πολιτισμός, η ελευθερία, φτάνει να γυρίσουμε στον τόπο μας. Στον γενέθλιο τόπο μας. Στην ελληνική φύση.
Το πέρασμα της Ζαρανοκεφάλας είναι το πέρασμα στη φύση των Λευκών Ορέων, στην Ιστορία, στον Πολιτισμό, στην επιβίωση.
Το πέρασμα στην εντοπιότητα.
Το διαβατήριο μάς το δίνει η ανάγκη.
Ο συνοριοφύλακας που θα μας σφραγίσει το διαβατήριο εισόδου σ’ αυτό το πέρασμα είναι οι απλοί ´αγράμματοι´ άνθρωποι των Λευκών Ορέων.
Οι Ορεσίβιοι άνθρωποι που έζησαν, που ζουν, δημιούργησαν, δούλεψαν, οδοιπόρησαν και ξαναοδοιπόρησαν απ’ αυτό το πέρασμα.
Οι πιο στέρεοι φορείς του ιστορικού βιώματος αυτών των τόπων, που κανένα εκπαιδευτικό σύστημα και κανένα σχολείο δεν μπορεί να τους υποκαταστήσει.
Που άφησαν τα ίχνη της μπροκαδούρας των στιβανιών τους στους βράχους του περάσματος απ’ αυτό το τραχύ μεγαλόπρεπο λεύτερο βάδισμα. Ενα βάδισμα ανυπότακτο ταιριαστό μ’ αυτούς τους τόπους…
…Η ´Μεγάλη Πορεία´ αποφασίσθηκε εκεί στ’ ´Αλώνια´ στον Άη Γιάννη.
Η παρέα μας. Ο Αντώνης Γεωργές, ιδιοκτήτης του Ξενώνα, ο Νίκος, η Εύα, ο Νώντας από το Ηράκλειο και ο Νίκος (ο γράφων) από τα Χανιά. Το ραντεβού δόθηκε για μια Παρασκευή του Σεπτέμβρη τα μεσάνυχτα…

…Κρούσια υψόμετρο 1250μ.
Πέντε και μισή το πρωί με το φως των φακών, η παρέα μας των πέντε ανθρώπων ανηφορίζει στο αραιό πευκοδάσος. Μιάμισης ώρας σκληρή ανάβαση και βγαίνουμε στο μικρό διάσελο πλησίον  της Αυρακότας στο Σέλι, πιο πάνω από την εποχική ανάβλυση Ντουνάβι. 1800μ. υψόμετρο. Για μια ανάσα ψυχής. Απ’ τον ανήφορο.
Στα Λευκά Όρη, Ανατολή. Το Μεγαλείο των Λευκών Ορέων. Πυρπολήθηκε ο τόπος αυτό το Χάραμα.
Περίπου διακόσια μέτρα από το διάσελο που βρισκόμαστε, μας χωρίζουν από το πέρασμα της Ζαρανοκεφάλας.
Εχουμε μπει πια στο πέρασμα. 1900μ. ύψος. Κάθε ματιά από την αριστερή πλευρά μας προς το κενό είναι και ένα ρίγος, μια κατεβασιά ως τα έγκατα της γης ως τα βάθη του φαραγγιού της Ελιγιάς την Φλισκουνιά.
Κάθε ματιά απέναντι, και ένα δέος, από το θέαμα των δύο βουνών που ορθώνονται μεγαλόπρεπα από τα βάθη του φαραγγιού της Σαμαριάς μ’ όλο το μπόι τους.
Ενα τεράστιο κενό γης σχηματίζει τα δύο φαράγγια που είναι μπροστά μας της Ελιγιάς και της Σαμαριάς.
Νομίζουμε ότι θα απλώσουμε το χέρι μας και θα τα αγγίξουμε… Τον Γκίγκιλο και τον Βολακιά… Και πιο νοτικά τους, τα άγρια μονοπάτια του Φουσκόγιαννη του Αετού του Γκίγκιλου, η Κοκκινάβαρη, η Κουβάρα, η Κατσαρομούρα με την μαύρη θάλασσα των βουνών να σχηματίζουν το τρίτο φαράγγι που βλέπουμε από δω πάνω, το φαράγγι του Κλάδου.
Κι όλα αυτά τα φαράγγια να σβήνουν στην κατάμπλαβη θάλασσα του Λιβυκού.
Εδώ σ’ αυτό το πέρασμα δηλώνουμε υποταγή. Σ’ αυτά που αντικρίζουμε. Σ’ αυτά που αισθανόμαστε. Στη Διαχρονικότητα της στιγμής. Στους άγραφους κανόνες αυτού του τόπου. Στην ατομική υπερηφάνεια των ανθρώπων του. Και Σέβος.
…Πέρασμα φυγής, διάσωσης σε κάθε μεγάλο σηκωμό, όταν η αντίσταση και οι τελευταίες άνισες σκληρές μάχες γίνονταν στο φαράγγι της Αράδαινας και στον Αη Γιάννη -όχι για την νίκη- γιατί αυτή ήδη είχε κριθεί σ’ άλλες περιοχές των Σφακιών αλλά μόνο και μόνο για να δώσουνε χρόνο στα γυναικόπαιδα με τις -μεγάλες πορείες- μέσω και του περάσματος να ασφαλιστούν στο φαράγγι της Σαμαριάς.
Στα 1770, 1821, 1824 στα 1867. Αρρηκτοι οι δεσμοί μεταξύ Σαμαριάς και Σφακιών…
…Συνεχίζουμε την πορεία μας στο μακρόσυρτο πέρασμα, μια μικρή σειρά πέντε ανθρώπων. Πέντε κουκίδες μπροστά στην μεγαλοπρέπεια των φαραγγιών και των δύο κορφών της Ζαρανοκεφάλας, 2100μ. ύψος, που είναι ακριβώς από πάνω μας. Από κάτω μας κατεβαίνει στην άβυσσο της Ελιγιάς ένας τεράστιος Χαλασές, και το πέρασμα στενό…

…Αντιλαμβανόμαστε σ’ αυτό το ύψος την αγωνία των παλιών κτηνοτρόφων – τυροκόμων όταν κουβαλούσαν με τα μουλάρια φορτωμένα τα ωριμασμένα τυριά από τις τρύπες των Μιτάτων των Λευκών Ορέων, μέσω αυτού του περάσματος για τον Αη Γιάννη και την Ανώπολη.
Μη τυχόν και στραβοπατήσουν στα επικίνδυνα σημεία του περάσματος και χαθεί στο χάος το προϊόν, το αποτέλεσμα μιας χρόνιας κοινής προσπάθειας, ζώων και ανθρώπων.
Πέρασμα στον Πολιτισμό της άλλοτε Ορεσίβιας Κτηνοτροφίας των Λευκών Ορέων.
Ορφανουδάκηδες, Μαλεφάκηδες, Γεωργέδες, Νικολουδάκηδες, Ξηρούχηδες, Κριαράδες, Παπασηφάκηδες, Μπραοί, Κοπάσηδες…
Τα ίχνη αυτών των τελευταίων τυροκόμων – Μιτατάρηδων και των πριν απ’ αυτούς γενεών έχουν απομείνει στα πέτρινα Μιτάτα του Ποταμού, του Πετραδέ, του Πιρού στους κούμους, στα Εκκλησίδια έως του Ζαχαριά πέρα στο Πλακοσέλι, στα  σύνορα με τη Θερισιανή Μαδάρα.
Το πέρασμα -γεωγραφικά- ορίζει αυτά τα Μιτάτα των Κεντρικών Λευκών Ορέων. Μέσω αυτού του Περάσματος και της ´Πύλης´ πιο ανατολικά από Αμουτσερά και Ρουσιές προς τα άλλα Ανωπολίτικα Μιτάτα του Κατσιβέλι και της Λειβάδας, αναπτύχθηκε μια οικονομία Λευκορείτικη, αυτοδιαχειριζόμενη. Αξιοζήλευτη, που σέρνει από πολύ παλιά, ως προς την αξιοποίηση της Μαδάρας, των αιγοπροβάτων, των Μιτάτων, των μονοπατιών, των νερών, την παραγωγή των άριστης ποιότητας τυροκομικών προϊόντων, το μοίρασμά τους, την μεταφορά και την διάθεσή τους.
Την εναρμόνιση αυτής της οικονομίας και παραγωγής με το περιβάλλον των Λευκών Ορέων, την χλωρίδα και την πανίδα και τη διασφάλιση της αειφορίας τους. Μια οικονομία που χάθηκε, άραγε ανεπιστρεπτί;
…Ο Μανώλης ο Μαλεφός, ένας από τους λίγους εναπομείναντες ορεσίβιους κτηνοτρόφους, μπορεί πια να μην τυροκομεί εδώ πάνω, να μην είναι μόνιμος κάτοικος στον Αη Γιάννη αλλά κρατά το Μιτάτο στον Ποταμό, το Πέρασμα της Ζαρανοκεφάλας, ζωντανά. Κατά την περίοδο της μεγαλύτερης γιορτής των κτηνοτρόφων, της Κουράς, το μακρόσυρτο πέρασμα παίρνει το χρώμα των προβάτων που ένα-ένα στην σειρά απ’ άκρη σ’ άκρη του περάσματος κατεβαίνουν από τον ποταμό στον Αη Γιάννη, 5 ώρες πορεία για την Κουρά…

Πηγή Ζαράνι
Εχουμε φθάσει στην πολύτιμη κι απ’ τις λίγες πηγές στην ανώτερη ζώνη του Βουνού λίγο πριν το τέλος του περάσματος και στην μέση περίπου της πορείας μας προς το Μιτάτο του Ποταμού.
Ζώα -άνθρωποι- πτηνά και αν έχουν ξεδιψάσει απ’ αυτήν την αστείρευτη και κρυφή πηγή των Λευκών Ορέων. Το νερό πάντα μερεύει έναν τόπο, όσο άγριος και αν είναι αυτός.
Κι αν κάποιος περιπλανώμενος στην Μαδάρα βρεθεί νύχτα στο πέρασμα ή για την προφύλαξη του από άσχημες καιρικές συνθήκες, εδώ υπάρχει ασφαλής παραμονή στα σπηλιάρια και στους αυτοσχέδιους ´κοιμητέδες´ για διανυκτέρευση.
Αφήνοντας την πηγή καθώς ήδη το πέρασμα έχει τραβεσάρει πια τη βορινή πλευρά της Ζαρανοκεφάλας το τοπίο αλλάζει. Σιγά-σιγά το πέρασμα δίνει την θέση του στο μονοπάτι που σε πολλά σημεία μόλις που διακρίνεται, καθώς διασχίζει μια ζώνη με μαύρα βράχια στις δυτικές πλαγιές της Γαϊδάρα και του Σκοτεινού. Δίπλα μας στενά σχίσματα και βάραθρα.
Το τοπίο είναι εντυπωσιακά ερημικό.
Απέναντί μας από δυτικά, η κορυφογραμμή ορθώνεται πάνω απ’ το φαράγγι της Ελιγιάς με τις κορφές της Ψειρίστρας, του Βορεινού, το Βαθύ Σέλι, του Αυλιμανάκου η κορυφή και πιο βόρεια με την κορυφή Πετραδέ και τα Κλεισίδια.
Ολιγόλεπτη στάση. Ο Αντώνης ´κιαλιάρει´ αυτήν την κορυφογραμμή, εστιάζει την προσοχή του στο ´Βαθύ Σέλι´.
Συζητάμε για το πώς θα προσεγγίσουμε αυτό το πέρασμα. Για τον μεγάλο φάραγγα, της Σαμαριάς. Αυτό όμως έχει λίγη σημασία… Γιατί το τοπίο μάς απορροφά.
Κεντρικά Λευκά Ορη, έχουμε μπει στον άλλο κόσμο των Λευκών Ορέων…
Στο βάθος, βόρεια και δυτικά, η Μελινταού και πιο κοντά μας και ανατολικότερα απέναντι απ’ τον Πετραδέ η κορυφή Παπά Μπαλώματα. Απ’ αυτήν την περιοχή -τα κλεισίδια- ξεκινά ο ποταμός πριν μετασχηματισθεί στο Φαράγγι της Ελιγιάς.

Ποταμός, Μιτάτο Μαλεφού
Το Μιτάτο του ποταμού και αυτό στο Πιρού είναι γνωστά για την φιλοξενία τους στους περιπλανώμενους των βουνών.
Ο Μαλεφός μας περίμενε -απρόσμενα- στον Ποταμό στο Μιτάτο του, μας είχε δει όταν είμαστε ακόμη μακριά. Είχε έτοιμους τους καφέδες, τη ρακί, τον μεζέ… την κουβέντα. Μετά από 4 ½ ώρες πεζοπορία ήταν ό,τι καλύτερο η ανθρώπινη παρουσία στην απομόνωση και στην ερημιά του τοπίου.
Προπάντων η ανθρώπινη παρουσία, που τα ίχνη της είναι εμφανή εδώ! Οπως και το νερό, μερεύουν αυτόν τον αρχέγονο τόπο. Απ’ τα λίγα -κατά περιόδους βέβαια- κατοικήσιμα Μιτάτα των Λευκών Ορέων το Μιτάτο του Ποταμού.
Τον ρωτήσαμε για το Μιτάτο.
…Πρωτοβγήκε στη Μαδάρα το 1954 όταν πήγαινε στη δεύτερη τάξη του Δημοτικού.
Τυροκομούσε μέχρι το 1978, απο το ’78 έως το ’98 ανέλαβαν το Μιτάτο οι Αθήτης – Ξυρούχης και από το ’98 μέχρι σήμερα το χρησιμοποιεί ο ίδιος για ανάγκες της κτηνοτροφίας.
Πηγαινοέρχεται στον Ποταμό -αφού δεν μένει πια στον Αη Γιάννη- σχεδόν κάθε εβδομάδα από την Ανοιξη έως τον Οκτώβρη, από τον Αη Γιάννη μέσω Ζαράνι 4 ½ ώρες πορείας και ορισμένες φορές απο το Θέρισσο θέση ´Κάψακας´ μέσω Πλακοσέλι 3 ½ ώρες πορείας.
Το οζά του τα οποία τρέφονται αποκλειστικά από τη χλωρίδα της Μαδάρας, για να ξεχειμωνιάσουν χαμηλώνουν κάθε Οκτώβρη μέσω της Δυτικής κορυφογραμμής του φαραγγιού της Ελιγιάς προς ´Αγγελοκάμπι´ και διαχέονται ανατολικά προς ´Σελούδα´…
Ο Μαλεφός μάς δείχνει τα παλιά και άγρια κτηνοτροφικά μονοπάτια απέναντι και ψηλά, ίσα στη βάση της άγριας κορυφής Γκρεμνάρας, όταν οι παλιοί κτηνοτρόφοι τα χρησιμοποιούσαν για κονταρίδα από και προς Ζαρανοκεφάλα – Κλεισίδια – Πιρού. Μας κατατοπίζει για το πώς θα κινηθούμε, για τη  συνέχεια της μεγάλης μας πορείας που είχαμε θέσει σαν στόχο με το τελείωμα της μέρας. Την ασφάλισή μας και την διανυκτέρευση στο παλιό οικισμό στο φαράγγι της Σαμαριάς.
Μας είπε για του Αυλιμανάκου την κορυφή και τα χαρακώματα που υπάρχουν ακόμη εκεί όταν τα είχε σκάψει ο Στρατός κατά την περίοδο του Εμφυλίου Πολέμου στη μάχη με τους Αντάρτες στο φαράγγι της Σαμαριάς.
Χαρακώματα που τελικά δεν χρησιμοποιήθηκαν ώς ενέδρα αφού,
…ο Βίγλης δεν έβγαλε τους εγκλωβισμένους αντάρτες στην Σαμαριά από το βαθύ Σέλι ούτε από τον Καλόκαμπο αλλά από κει που δεν ήξερε κανείς άλλος παρά μόνο αυτός. Από την αντίθετη μεριά, από το δύσκολο πέρασμα του Πρινιά…

Βαθύ Σέλι
Μετά μιας ώρας ανάβαση από το Μιτάτο του Ποταμού, καθόμαστε στην κορυφογραμμή ´Βαθύ Σέλι´, ένα μικρό βύθισμα της κορυφογραμμής που μοιάζει με σέλα αλόγου, ανάμεσα στου Αυλιμανάκου την κορυφή και του Βορεινού, ακριβώς στα 1830μ. ύψος. Από την μια το φαράγγι της Ελιγιάς και από την άλλη το φαράγγι της Σαμαριάς.
Βλέπαμε αυτή την άγρια ομορφιά, ξέραμε ότι το φαράγγι της Σαμαριάς δεν είναι μοναχά η βασική κοίτη του, το τουριστικοποιημένο μονοπάτι διάσχισης του φαραγγιού, οι Πόρτες.
Είχαμε ακούσει γι’ αυτήν την άγνωστη μέχρι σήμερα για μας παράπλευρη ομορφιά του φαραγγιού.
Με τα παραφάραγκα και τα περάσματα. Τώρα την είχαμε από κάτω μας, μπροστά μας, πλάι μας, απέναντι, πίσω μας.
Αντικρίζαμε τον τεράστιο απότομο Χαλασέ των 1400 μέτρων απότομης υψομετρικής διαφοράς που θα κατεβαίναμε μόλις ξαποσταίναμε για λίγο κι όμως αισθανόμαστε τόσο οικεία μ’ αυτήν την άγρια ομορφιά.
Σε τέσσερις ώρες κατάβασης απ’ αυτόν τον Χαλασέ ξέραμε ότι θα βλέπαμε το Μυτατούλι, την πηγή που υδρεύει τον οικισμό της Σαμαριάς. Μια τοποθεσία κρυμμένη στα έγκατα της γης ανάμεσα στους πλατάνους και τις μεγάλες κροκάλες, ένα πηγαίο καθάριο νερό που βγαίνει ορμητικά από την Ρίζα ενός μεγάλου Πλατάνου.
Γνωρίζαμε όταν σχεδόν νύχτα θα μπαίναμε στον οικισμό της Σαμαριάς, μιας μοναδικής νύχτας στον Φάραγκα, ότι θα συνομιλούσαμε με τα Κρί-Κρί, τους γκρεμισμένους του φαραγγιού, τους παλιούς κατοίκους αυτού του τόπου, με τα απροσκύνητα κυπαρίσσια, τους σημερινούς ανθρώπους του φαραγγιού, όπως τον Μαρακάκη τον Ευτύχη, τον Νικολούδη και τους άλλους που κρατούν αυτό το φαράγγι από μεράκι και χρέος απέναντι στην ιστορία του, ζωντανό…
Εκεί πάνω στο βαθύ Σέλι, λίγο πριν την κατάβασή μας, ξέραμε ότι το πέρασμα της Ζαρανοκεφάλας ήταν το πέρασμα μας στο γενέθλιο τόπο, στη φύση, στην κουλτούρα του. Στον πολιτισμό της εντοπιότητας.
Ο χρόνος ενσωματώνεται στον χώρο σε μια ενιαία αντίληψη του χωροχρόνου.
Η ιστορία γίνεται συστατικό στοιχείο του τόπου, παίρνει σχεδόν υλική υπόσταση, συλλαμβάνεται με τις αισθήσεις. Ετσι η Φύση γίνεται ο πιο αυθεντικός φορέας της συλλογικής μνήμης.
Φτάνει λοιπόν να γυρίσουμε στην φύση για να ξαναμάθουμε τον πολιτισμό μας από την αρχή.
Και δεν είναι μόνο τα αρχαία μνημεία και τα βυζαντινά εξωκκλήσια, δεν είναι μόνο οι προφορικές ιστορίες και παραδόσεις, είναι αυτές οι κορφές, τα λαγκάδια, τα φαράγγια, τα μυριστικά βότανα, τα πέλαγα και τα απροσκύνητα κυπαρίσσια.
Προπάντων όμως είναι οι άνθρωποι, γι’ αυτούς τους ορεσιβίους ανθρώπους που κρατούν τα μονοπάτια, τα μιτάτα, τα φαράγγια ζωντανά.
Με το περήφανο βλέμμα, την γενναιόδωρη φιλοξενία, την αστείρευτη έκφρασή τους.
Η ιστορία -η μνήμη- δεν είναι γι’ αυτούς υπόθεση εγκεφαλική, είναι η ίδια η βιολογική τους υπόσταση, η δυναμική της ψυχής τους, ο αυθόρμητος τρόπος που αντιδρούν απέναντι στις εξωτερικές προκλήσεις.
Οι πιο στέρεοι φορείς του ιστορικού μας βιώματος. Η ιστορία ορίζει απόλυτα την προσωπικότητα και την μοίρα τους, και ας μην το ξέρουν…

Ο Μανώλης Μαλεφάκης θυμάται:
…Το 1934 ο πατέρας μου πήρε την απόφαση να φτιάξει την πρώτη στέρνα σ’ αυτήν την περιοχή της Μαδάρας.
Τότε επικρατούσε η άποψη από τους παλιούς ότι οι στέρνες περισυλλογής του βρόχινου νερού δεν θα άντεχαν στις αντίξοες καιρικές συνθήκες του Χειμώνα στη Μαδάρα. Αυτός όμως επέμενε και ξεκίνησε την κατασκευή της πρώτης στέρνας στους Κούμους.
Τού ’λεγε ο μπάρμπας του και οι άλλοι ´ήντα κάνεις μωρέ, στέρνα;´ με περιπαιχτική διάθεση, και αυτός απαντούσε:
´…Μπρός να κάνω κλεφτόκουμους εγώ θα προσπαθήσω να φτιάξω τη στέρνα και αν δεν αντέξει ας την λέτε εσείς… Του Μαλεφού ο Γουργούθακας.
Η στέρνα στους Κούμους υπάρχει ακόμη και από τότε και μετά φτιάχτηκαν και οι υπόλοιπες.
Πριν οι ανάγκες για νερό των αιγοπροβάτων της μαδάρας των ανθρώπων και Μιτάτων ήταν μεγάλη ταλαιπωρία αφού έβρισκαν νερό μόνο από τα ´Τσιλόνερα´, του Καλόκαμπου το νερό, από την πηγή Καναβόνερο στην Σβουριχτή, στη Λειβάδα από του Λαγκού το νερό και στους Τάφκους  που υπήρχαν άλιωτοι πάγοι που τους έσπααν και τους έλιωναν.
Την ίδια χρονική περίοδο υπήρχαν στην Ανώπολη περίπου δέκα Αγωγιάτες με αρκετά Μουλάρια και Γαϊδούρια όπου εκτελούσαν τις μεταφορές από και προς τα Μιτάτα είτε μέσω Ρουσιές – Κατσιβέλι είτε μέσω Ζαράνι.
Από τα μέσα κάθε Σεπτέμβρη, την πρώτη νύχτα με φεγγάρι, φόρτωναν τα ωριμασμένα τυριά από τις τρύπες και τα τυρόσπιτα στα μουλάρια και ξεκινούσαν στις 9 με 10 το βράδυ για να φτάσουν χάραμα στην Ανώπολη ή στον Αη Γιάννη πριν δεί ο ήλιος τα τυριά.
Το ’85 στο πέρασμα της Ζαρανοκεφάλας στην τοποθεσία ´θράρι´ τσούρησε ο γάιδαρος του Ξυρούχη μ’ όλο το φορτίο τα τυριά…. Το Σαμάρι ακόμη φαίνεται στον Χαλασέ.
Είχε τσουρήσει όμως και ένας γάιδαρος με πατάτες γιατί στους Κούμους υπάρχει άσπρο χώμα αφράτο που κρατά υγρασία.
Εκεί Ανωπολίτες και Αη Γιαννώτες κρατούσαν χωράφια -φαίνονται ακόμη- όπου καλλιεργούσαν τις πατάτες…

Εδική Αφιέρωση:
Στον συντοπίτη μας Ερατοσθένη Γ. Καψωμένο, καθηγητή φιλολογίας στην Φιλοσοφική σχολή του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων .
Εν αγνοία του -και ως δια μαγείας- συνέβαλε στην συγκεκριμενοποίηση σκέψεων που ήδη υπήρχαν και στην διατύπωση τους σ’ ορισμένα σημεία του κειμένου. 
Τον ευχαριστούμε…

Βιβλιογραφία: Α) Αντώνη Πλυμάκη, ´Κούμοι – Μιτάτα στα Λευκά Ορη και τον Ψηλορείτη´ και Β) Γιώργη Μανουσάκη, ´Οδοιπορικό των Σφακιών´.


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Ειδήσεις

Χρήσιμα