Επιμέλεια: ΣΑΚΗΣ ΚΟΥΒΑΤΣΟΣ
info@herb.gr
Βιότοπος – περιγραφή:
Η λατινική ονομασία του βοτάνου είναι ARBUTUS uvedo (Άρβουτος η κοινή). Ανήκει στην οικογένεια των Ερεικιδών.
Υπάρχουν περίπου 14 είδη αλλά στη χώρα μας συναντούμε την Άρβουτο την κοινή, και την Άρβυτο ή Αδράχνη ή Αγριοκουμαριά. Στην χώρα μας τη συναντούμε με τις κοινές ονομασίες κουμαριά, λαγομηλιά, κουραμιά, καρομηλία.
Η κουμαριά φυτρώνει μαζί με τη συγγενή της αγριοκουμαριά στις σκληρόφυλλες, αείφυλλες διαπλάσεις της Ελλάδας και άλλων παραμεσόγειων χωρών, γνωστές ως μακκί που είναι σύμπλεγμα από αδιαπέραστους θάμνους στις άκρες των δρόμων και των χωραφιών.
Είναι θάμνος που δίνει τα κούμαρα. Έχουν αρκετή ζάχαρη όταν είναι ώριμα. Είναι ένας θάμνος σπανίως δενδρώδης. Συνήθως το ύψος του φτάνει μέχρι τα 3 μέτρα. Στα καλλιεργούμενα είδη για καλλωπιστικούς σκοπούς μπορεί να φτάσει σε ύψος και τα 10 μέτρα. Τα φύλλα του είναι έμμονα, αδρά, έμμισχα, λογχοειδή, μάλλον οξέα, στην άνω επιφάνεια πράσινα, στην κάτω θαμπά. Τα άνθη κατά τσαμπιά, μικρά λευκά κυπελλοειδή, γυριστά προς τα κάτω, με μικρό πενταμερή κάλυκα, με λευκή σταμνοειδή στεφάνη, με δέκα τριχωτούς στήμονες και έναν ύπερο. Τα άνθη του φυτού γονιμοποιούνται από τις μέλισσες οι οποίες παράγουν το γνωστό κουμαρόμελο, το οποίο είναι συνήθως πικρό. Ο καρπός του φυτού, ράγα σαν κεράσι. Σφαιρικός, στην αρχή κίτρινος και κατόπιν κόκκινος, με μικρά αυγοειδή σπέρματα. Απαντά σε όλη την Ελλάδα προ παντός όμως στο Άγιον Όρος και τη νότιο Μακεδονία.
Ιστορικά στοιχεία:
Η κουμαριά ήταν γνωστή από την αρχαιότητα. Είναι ο «κόμμαρος» του Θεόφραστου και του Διοσκουρίδη. Χρησιμοποιήθηκε για τις αιμοστατικές της ιδιότητες.
Ο Ιπποκράτης χρησιμοποιούσε τον κόμμαρο εναντίον της θρομβοφλεβίτιδας. Μερικές δεκαετίες πριν ήρθε η επιστήμη και επιβεβαίωσε την ύπαρξη των κουμαρινών στα κούμαρα, που σήμερα χρησιμοποιούνται στα σύγχρονα αντιπηκτικά που δίνονται στις θρομβώσεις!
Οι αρχαίοι Ελληνες δεν τα προτιμούσαν ως φρούτο. Ο Πλίνιος ο πρεσβύτερος έδωσε στο φυτό την ονομασία Unedo που προέρχεται από το λατινικό ´unum edo´ το οποίο σημαίνει ´τρώω μόνο ένα´.
Το ξύλο της χρησιμοποιήθηκε μαζί με άλλων θάμνων και δέντρων ως ξυλοκάρβουνο στη μεταλλουργία για το λιώσιμο των μετάλλων. Ο Διοσκουρίδης αναφέρει ότι το μέλι που παράγεται από τις περιοχές όπου αφθονούν τα κούμαρα (κουμαρόμελο) είναι ´κεφαλαλγές και κακοστόμαχο´.
Τα ίδια πίστευε και ο Γαληνός.
Από κούμαρα φτιάχνανε στην Ευρώπη κρασί, κονιάκ και ένα ηδύποτο γνωστό ως κουμαρόκρεμα (crème d’ arbouse) που διευκολύνει την πέψη.
Ρακί από κούμαρα που φτιάχνεται στην περιοχή του Πλαταμώνα ανακατεμένο με ζάχαρη και κανέλα χρησιμοποιείται σε γρίπη ως ρόφημα ή σε εντριβή και ανακουφίζει από τον πυρετό.
Στην Κρήτη τα κούμαρα τα έτρωγαν γιατί καθάριζαν το αίμα και για τις υπακτικές και διουρητικές τους ιδιότητες. Τα θεωρούσαν αιμοποιητικά και τα συνιστούσαν σε όσους έπασχαν από ελώδεις πυρετούς. Στις περιφέρειες που αφθονούσαν τα κούμαρα έφτιαχνα ωραία ρακί από αυτά. Πολλές κουμαριές υπήρχαν στην Ασή Γωνιά και στον Κάστελλο Αποκορώνου. Διάχυτες κουμαριές υπήρχαν σε όλες τις ορεινές περιοχές.
Θεραπευτικές ιδιότητες και ενδείξεις:
Το βότανο δρα ως αντισηπτικό, διουρητικό, αντιφλεγμονώδες, στυπτικό και αιμοστατικό. Τα ώριμα κούμαρα συνιστώνται σε δυσκοιλιότητα και αεροφαγία.
Βοηθά σε προβλήματα φλεγμονών και άλλες παθήσεις των ουροφόρων οδών όπως κυστίτιδα, ουρηθρίτιδα, ενούρηση, δυσούρηση, σε αιματουρίες και αιμορραγίες της μήτρας.
Είναι τονωτικό για τους εξασθενισμένους οργανισμούς στους οποίους χορηγείται μαζί με κρασί, κανέλα και ζάχαρη.
Συστατικά – χαρακτήρας:
Οι καρποί του φυτού είναι πλούσιοι σε πηκτίνες. Ο φλοιός περιέχει δεψικές ύλες (36,4%) και αρβουτίνη. Η αρβουτίνη είναι αντισηπτική ουσία που λαμβάνεται με το βράσιμο των καρπών. Τα φύλλα περιέχουν κουμαρίνη. Ως τρόφιμο έχει ελάχιστη θρεπτική αξία.
Άνθιση – χρησιμοποιούμενα μέρη – συλλογή:
Τα άνθη του φυτού εμφανίζονται το φθινόπωρο. Δεν εμφανίζονται όμως όλα μαζί. Η Κουμαριά είναι από τα λίγα φυτά το οποίο έχει ταυτόχρονα άνθη, άγουρους και ώριμους καρπούς. Για θεραπευτικούς σκοπούς χρησιμοποιούνται τα φύλλα και οι καρποί του φυτού. Τα ώριμα κούμαρα συλλέγονται και καταναλώνονται αμέσως. Δεν διατηρούνται μετά τη συλλογή τους αρκετά.
Παρασκευή και δοσολογία:
Τα φύλλα παρασκευάζονται ως αφέψημα το οποίο πίνουμε σε προβλήματα φλεγμονών.
Οι καρποί τρώγονται σε προβλήματα δυσκοιλιότητας ή δυσπεψίας αλλά σε περιορισμένο αριθμό.
Για τους εξασθενισμένους οργανισμούς διαλύουμε ώριμα κούμαρα σε κρασί χωρίς συντηρητικά και προσθέτουμε ένα φλιτζάνι νερό στο οποίο έχουμε βράσει κανέλα και ζάχαρη.
Προφυλάξεις:
Τα κούμαρα πρέπει να τρώγονται από τους δυσκοίλιους όταν είναι νηστικοί και να μην τρώνε περισσότερα από 3 με 4 καρπούς. Αν φάνε πολλά βαραίνουν το στομάχι και προκαλούν πονοκέφαλο. Τα κούμαρα πρέπει να τρώγονται τη στιγμή που είναι απολύτως ώριμα. Αν τα καταναλώσουμε όταν έχουν υπερωριμάσει ξινίζουν λόγω της ζύμωσης και του σχηματισμού αλκοόλης. Αν φάμε αρκετά τέτοια κινδυνεύουμε από δηλητηρίαση. Αν φάμε ανώριμους καρπούς είναι άνοστοι και στυφοί και μπορεί να προκαλέσουν αναγούλα και εμετό. Τα τρώμε λοιπόν μόνο στην απόλυτη ωρίμανσή τους όταν είναι γλυκά και εύγευστα.
Ωραιο και αρκετα κατατοπιστικο αρθρο, αλλα γιατι δεν αναφρεται στο ειδος της κουμαριας που ανθοφορει την ανοιξη;