Πέμπτη, 15 Αυγούστου, 2024

Ο Γιώργης Μανουσάκης και το μέγα ψύχος

Ήταν 9 του Φλεβάρη του 2008 που ως φυσική παρουσία ο ποιητής Γιώργης Μανουσάκης φεύγει .

Οι ευαίσθητες κεραίες του είχαν άραγε συλλάβει του σώματος τα μυστικά μηνύματα; Είχε αισθανθεί εκείνο το μικρό χνούδι, το μικρό πούπουλο από το φτερό που θέλει ν ανέβει από το στήθος και να πετάξει;

Άραγε το είχε σιωπηρά προβλέψει ο ποιητής;

ΕΝΥΠΝΙΟΝ
Κοιμήθηκα με το κεφάλι
ακουμπισμένο στο μισοθαμμένο
δωρικό κιονόκρανο.

Κι ήρθαν στον ύπνο μου
μύριες φωνές σε γλώσσα δυσεξήγητη
κι όλες ζητούσαν επίμονα
να τους δώσω το σώμα μου
να μην τους διαπερνά το φως
σα να ταν γυάλινοι.

Κι εγώ δεν ήθελα να τ’ αποχωριστώ
κι αντιστεκόμουν κι έκλαιγα
κι ωστόσο βούλιαζα όλο και πιο βαθιά
στο χώμα με τις μαργαρίτες.
<<Κύριε των ονείρων>>, φώναξα
<<σπλαχνίσου με>>.
Κι άκουσα τη φωνή του
Απ τα βάθη της γης:
<<Δέστε σταυρό τα χέρια
η ώρα σου ήγγικε>>.

Παρούσα η αλληγορία. Ήρεμος,αφού ακουμπισμένος στο κεφαλαιώδες της ιστορίας μας κι έρχονταιμύριες απαιτήσεις , αλλοπρόσαλλεςφωνές, που ζητούν το σώμα του για να κρύψουν τη δίκη τους γύμνια, την ύπαρξη του. Ακούει την υποχθόνια φωνή.
Στο ευρηματικό ποίημά του στην αίθουσα αναμονής τον είδε πρώτη φορά: τον θάνατο;
Έναν βαριά άρρωστο;

ΕΝ ΑΝΑΜΟΝΗ
Στην αίθουσα αναμονής τον είδα
πρώτη φορά. Καθόταν αντικρύ μου
και ξεφύλλιζε αργά το περιοδικό.
Οι άκρες των δαχτύλων του
Άφηναν στο χαρτί μια γκρίζα σκόνη
Σα στάχτη. Κοίταξα το πρόσωπο
κι είδα τα οστά να διατρυπούνε
τη λεπτή σάρκα και να διαγράφεται
καθαρά το φρικτό προσωπείο.

Τα βλέμματά μας διασταυρώθηκαν.
Χαμογέλασε με οικειότητα.
<<Εσείς, πότε;>> με ρώτησε.
Και τότε πρόσεξα πως κι απ το χέρι μου
έπεφτε πάνω στο χαλί η ίδια στάχτη.

ΤΟ ΒΑΡΟΣ ΤΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ
Στο δωμάτιο μόνος.
Από τη μισοσκότεινη γωνιά
Ακούγεται κάτι σα σύρσιμο
Στο πάτωμα. Ειν ο άγγελος
Με τα μεγάλα φτερά
Που κατεβαίνει τέτοιες ώρες.

Στέκετ’ εκεί και με βλέπει που γράφω.
Δε μιλεί, μόνο με το δάκτυλο δείχνει
επίμονα προς τα πάνω.

Βαρύ που ΄ναι το σώμα μου
Στην καρέκλα. Βαρύ και το χέρι μου
Πάνω στ άσπρο χαρτί.
Παρόμοια νύξεις υπάρχουν και στα ποιήματα:

ΤΟ ΣΩΜΑ ΜΟΥ ΚΙ ΕΓΩ, ΤΟ ΤΕΛΕΥΤAΙΟ ΤΑΞΙΔΙ, ΜΑΝΤΑΓΙΟ
Κάτι διαισθάνεται ο ποιητής ή είναι το πέρασμα σε μια δεκαετία που κάμπτεται η σφριγηλότητα και η ακμαιότητά του; Πιστεύω πως οι ευαίσθητες ποιητικές αισθήσεις του είχαν συλλάβει τα ανεπαίσθητα του σώματος μηνύματα.


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Εντός εκτός και επί τα αυτά

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα