» Τήν 16η Ἰουλίου τοῦ 1054 ἔγινε µία ἄδικη καί ἄκυρη πράξη κατά τοῦ Πατριάρχου Κωνστνατινουπόλεως Μιχαήλ Κηρουλαρίου
Καθῆκον ὅλων µας εἶναι ἡ διευκρίνηση καί διόρθωση ἐσφαλµένων καί προκατειληµένων ἀπόψεων γιά ἱστορικά γεγονότα, τά ὁποῖα, κακῶς ἑρµηνευόµενα καί σκόπιµα ἤ µή σκόπιµα διαστρεβλωµένα, ἔχουν δηµιουργήσει ἀρνητικές καί καταστροφικές καταστάσεις αἰώνων καί ἐντός τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ.
Θεωρῶ ὅτι πρέπει νά συµπεριληφθεῖ στά πολύ βαρειά ἁµαρτήµατα ἡ παρεξηγηµένη καί κακῶς ἀξιολογηµένη ἄδικη καί ἄκυρη πράξη τοῦ Καρδιναλίου Οὑµβέρτου στήν Κωνσταντινούπολη τόν Ἰούλιο τοῦ 1054.
Ἀποτελεῖ καταστροφική συνέπεια καί µέγα δράµα τῆς ἱστορίας τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ τό γεγονός ὅτι ἑκατοµµύρια χριστιανῶν Ἀνατολῆς καί ∆ύσεως σχεδόν χίλια χρόνια θεωροῦνται ἀµοιβαία, ἄσπονδοι ἔχθροί καί ἔχουν καταλήξει σέ µιά πλήρη ἀποξένωση καί ἀκοινωνησία µέ βάση τά λυπηρά καί θλιβερά γεγονότα τοῦ Ἰουλίου τοῦ 1054 καί κατά κύριο λόγο ἐξ αἰτίας µιᾶς ὑπερβολικῆς καί λανθασµένης ἑρµηνείας καί ἀξιολογήσεώς των, χωρίς βέβαια νά ἀγνοεῖται, ὅτι γιά τήν ἀποξένωση τῶν δύο κόσµων συνέβαλαν καί ἄλλα πολύ δυσάρεστα καί ὀδυνηρά γεγονότα στήν πορεία τῆς ἱστορίας. Ἐδῶ ἐπικεντρώνεται τό παρόν στά γεγονότα τοῦ 1054.
Πρίν ἀκριβῶς ἀπό 970 χρόνια ἔγινε στήν Κωνσταντινούπολη µιά ἄδικη καί τελείως ἄκυρη πράξη κατά τοῦ Πατριάρχου κωνσταντινουπόλεως Μιχαήλ Κηρουλαρίου ἀπό τόν Καρδινάλιο Οὑµβέρτο τῆς Σύλβα Κάντιτα, ὁ ὁποῖος τήν 16η Ἰουλίου τοῦ 1054 κατάθεσε στήν Ἁγία Τράπεζα τῆς Ἁγίας Σοφίας Ἀναθεµατισµό κατά τοῦ Οἰκουµενικοῦ Πατριάρχου, ἀναθεµατισµό, ὁ ὁποῖος ἦταν ἄκυρος, ἀνυπόστατος καί συνάµα ἀνιστόρητος γεµάτος ἀπό ἱστορικά καί θεολογικά λάθη. Ἐπίσηµες θεολογικές συζητήσεις γιά θεολογικές διαφορές µεταξύ τῆς Ἀνατολικῆς και τῆς ∆υτικῆς Ἐκκλησίας δεν ἔγιναν. Οὔτε ἦταν προγραµµατισµένες. Τελική αἰτία τῆς διενέξεως δέν ὑπῆρξαν θεολογικοί λόγοι.
Ὁ ἀναθεµατισµός αὐτός δέν ἀφοροῦσε ὁλόκληρη τήν Ἀνατολική Ἐκκλησία, ἐφόσον µεταξύ ἄλλων ὁ Καρδινάλιος Οὑµβέρτος στό ἴδιο κείµενο τοῦ Ἀναθεµατισµοῦ, ἀναθεµατίζει µέν τόν Πατριάρχη Μιχαήλ Κηρουλάριο, χαρακτηρίζει ὅµως τόν Αὐτοκράτορα καί τούς κατοίκους τῆς Κωνσταντινουπόλεως καλούς χριστιανούς.
Ὁ ἀναθεµατισµός αὐτός ἦταν ἄκυρος καί χωρίς ἐκκλησιαστικοκανονικό ἔρεισµα.
1ον διότι ὁ Καρδινάλιος Οὑµβέρτος δέν εἶχε καµµία ἐντολή ἀπό τόν Πάπα νά ἀναθεµατίσει τόν Πατριάρχη Μιχαήλ Κηρουλάριο καί ὁπωσδήποτε οὔτε καί τήν Ἀνατολική δηλ. τήν ὁρθόδοξη Ἐκκλησία συλλήβδην!
2ον Ὁ σκοπός τῆς ἀποστολῆς τῆς ἀντιπροσωπείας αὐτῆς ἦταν νά ἐπιτευχθεῖ µία συµµαχία µεταξύ Ρώµης καί Κωνσταντινουπόλεως γιά νά ἀντιµετωπισθεῖ ὁ κοινός ἐχθρός στήν βόρεια Ἰταλία, οἱ Νορµανδοί, οἱ ὁποῖοι εἶχαν σκοπό νά καταλάβουν τήν Ἰταλία. Καί ἐφόσον στήν Νὀτια Ἰταλία καί στήν Σικελία ὑπῆρχαν καί βυζαντινές Κοινότητες τό ἐνδιαφέρον γιά µιά κοινή ἄµυνα ἦταν προφανές καί λογικό. Ἡ ἀποστολή αὐτή ἀπέτυχε καί διότι ὁ Καρδινάλιος Οὑµβέρτος ἦταν ὁ πλέον ἀκατάλληλος γιά τήν σηµαντική αὐτή ἀποστολή.
3ον Ἄκυρη καί ἀνυπόστατη εἶναι ἡ πράξη αὐτή τοῦ Καρδιναλίου διότι, καί ἄν ἀκόµη ὁ Καρδινάλιος αὐτός εἶχε ἐντολή ἀπό τόν Πάπα νά ἀναθεµατίσει τόν Πατριάρχη Μιχαήλ, εἶναι καί ἦταν καί τότε ἤδη γνωστό, ὅτι ὁ Πάπας εἶχεν ἀποθάνει τήν 19η Ἀπριλίου τοῦ 1054. Ἄρα, καί πάλι τονίζω, δέν εἶχε, ἀλλά καί ἐάν εἶχε τέτοια ἐντολή, ἐφόσον ὁ ἐντολέας ὁ Πάπας ἦταν ἤδη µῆνες νεκρός, ὁ ἐντολοδόχος εἶχε ἀπωλέσει ὁποιαδήποτε ἐντολή. Κατά τό διάστηµα τῆς χηρείας τοῦ Θρόνου τῆς Ρώµης, τά παπικά νοµικά δικαιώµατα ἀδρανοῦν. Ὁ ρωµαιοκαθολικός καθηγητής τοῦ Κανονικοῦ δικαίου Hugo Schwendenwein ἀναφέρει ὅτι τά δικαιώµατα αὐτά ἀδρανοῦν (ruhen=ἐφησυχάζουν).
Εἶναι τραγελαφικοί καί ἐπικίνδυνοι οἱ ἰσχυρισµοί ὡρισµένων κύκλων µάλιστα ὅτι ὁ ἴδιος ὁ Πάπας ἀναθεµάτισε τήν Ἐκκλησία µας! Ἤ ὅτι «στό ἔτος 1054 ὁ Πάπας Λέων Θ΄ καί ὁ Πατριάρχης Μιχαήλ Α΄ Κηρουλάριος ἀντάλλαξαν µεταξύ τους Ἀναθέµατα.» Ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι διασπείρουν παρόµοιες ἀναλήθειες δέν ἔχουν κάν τήν συνείδηση πόση σύγχιση καί ζηµιά προξενοῦν µεταξύ τῶν πιστῶν στούς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας µας. ∆έν ἀνταποκρίνεται ἐπίσης ὁ ἰσχυρισµός, ὅτι ὁ Καρδινάλιος Οὑµβέρτος ἀναθεµατίζοντας τόν Πατριάρχη Μιχαήλ ἐνήργησε ἐξ ὀνόµατος τοῦ Πάπα Λέοντος.
4ον Καί τό περιεχόµενο τοῦ Κειµένου τοῦ Ἀναθέµατος εἶναι ἀπαράδεκτο, ἀνιστόρητο καί «φαιδρό», διότι ἀναφέρει θέµατα καί σηµεῖα τελείως ἀνιστόρητα, ὅπως π.χ. ὅτι ἡ Ἀνατολική Ἐκκλησία ἀφαίρεσε ἀπό τό Σύµβολο τῆς Πίστεως τό filioque!! κλπ.
Στήν συνέχεια, καί κατά τρόπον ἀµυνόµενος, ὁ Πατριάρχης Μιχαήλ συνεκάλεσε τήν Σύνοδο τήν 24η Ἰουλίου τοῦ 1054 καί ἀναθεµάτθισε τόν Λίβελλο καί τόν Καρδινάλιο καί ὁπωσδήποτε ὄχι συλλήβδην τόν Πάπα καί τήν ∆υτική Ἐκκλησία.
Καί ὁ Πατριάρχης Μιχαήλ βιάστηκε µέ τήν ἀντίδραση αὐτή, διότι, ὅπως τονίζει καί ὁ καθηγητής Βλάσιος Φειδᾶς, ἔπρεπε πρῶτα νά ἐπικοινωνήσει καί µέ τήν Ρώµη γιά περισσότερες πληροφίες καί ἐξηγήσεις, πρᾶγµα τό ὁποῖο δέν ἔπραξε.
Ἐπληροφόρησεν τούς πατριάρχες τῆς Ἀνατολῆς, οἱ ὁποῖοι ὅµως δέν συντάχτηκαν µαζί του. Ὁ ἀντίθετος ἰσχυρισµός ὅτι οἱ Πατριάρχες «συντάχτηκαν µαζί του» καί «ἔτσι συντελέστηκε τό ὁριστικό σχίσµα µεταξύ τῶν δύο ἐκκλησιῶν», δέν ἀνταποκρίνεται πρός τα ἱστορικά γεγονότα. ∆έν ἔχοµε κάν ἀπάντηση ὅλων τῶν Πατριαρχῶν. Μόνο ἀπό τόν Πατριάρχη Ἀντιοχείας Πέτρο ἔχοµεν ἀπάντηση, ὁ ὁποῖος ὄχι µόνο δέν συντάχθηκε µέ τόν Πατριαρχη Μιχαήλ Κηρουλάριο, ἀλλά τόν ἐπιτιµᾶ καί τόν συµβουλεύει νά χαµηλώσει τούς τόνους καί νά µη ὑπερβάλλει στίς ἀντιδράσεις του. Καί µέ τήν ἀπάντηση τοῦ Πατριάρχου Ἀντιοχείας Πέτρου διαπιστώνεται σαφέστατα, ὅτι τά Ἀναθέµατα ἐκεῖνα τότε δέν εἶχαν ἐκληφθεῖ οὔτε καί συνειδητοποιηθεῖ ἀπό κανέναν ὡς τελεσίδικη πράξη ὁριστικοῦ καί Μεγάλου Σχίσµατος µεταξύ τῶν δύο Ἐκκλησιῶν. Χαρακτηριστική εἶναι ἡ ἀπάντησή του στόν Πατριάρχη Μιχαήλ Κηρουλάριο στόν ὁποῖο συνιστοῦσε µετριοπάθεια πρός τούς ∆υτικούς:
«XIV. Καλόν γάρ πρός τό καλοθελές ὁρῶντας ἡµᾶς καί µᾶλλον, ἔνθα µή Θεός ἤ πίστις τό κινδυνευόµενον, νεύειν ἀεί πρός τό εἰρηνικόν τε καί φιλάδελφον, ἀδελφοί γάρ καί ἡµῶν οὗτοι… XVII. Καί ἴδε, τιµιώτατε δέσποτα, ὅπως τά πολλά τῶν παρά τοῖς ἡµετέροις πεπληµµεληµένων περιφρονοῦντες, ἤ καί παραθεωροῦντες ἐµµελέστερον σπερµολογοῦµεν καί πολυπραγµονοῦµεν τά ἀλλότρια… XXV. Παρακαλῶν παρακαλέσαι τήν σήν ἡγιασµένην ψυχήν. Καί πεῖσαι, µετριώτερόν τε καί συγκαταβατικώτερον συνελθεῖν σε τοῖς πράγµασι … Σκόπησον δέ, εἰ µή φανερῶς ἐντεῦθεν ἤγουν ἐκ τῆς µακρᾶς ταύτης διαστάσεως καί διχονοίας καί τοῦ τῆς καθ’ ἡµᾶς ἁγίας ἐκκλησίας τόν µέγαν τοῦτον καί πρῶτον καί ἀποστολικόν θρόνον ἀπορραγῆναι συνέβη.. XXI. Καί παρακαλῶ καί ἱκετεύω καί δέοµαι καί νοερῶς τῶν σῶν ἁγίων ἐφάπτοµαι ποδῶν, ἵνα τοῦ ἄγαν άκριβοῦς ἡ θεοειδής ἐνδοῦσα µακαριότης σου συνέλθῃ τοῖς πράγµασι. ∆έος γάρ µήποτε ράψαι τό διερρωγός βουλοµένη χεῖρον τό σχίσµα ποιήσῃ καί τό καταπεπτωκός ἀνορθῶσαι σπουδάζουσα µείζονα τήν πτῶσιν ἐργάζηται….»
∆ιαπιστώνουµε ὅτι καί µετά τούς τότε «ἀναθεµατισµούς» ὁ Πατριάρχης Ἀντιοχείας Πέτρος ὄχι µόνον δέν θεωρεῖ ὅτι µε αὐτούς ἔγινε τό Μέγα Σχίσµα, ἀλλά χαρακτηρίζει τούς χριστιανούς τῶν δύο Ἐκκλησιῶν «ἀδελφούς.» Ἐπανέρχεται στήν µνήµη µας ὁ χαρακτηρισµός τῆς ∆υτικῆς Ἐκκλησίας ἀπό τόν Ἅγιο Μάρκο Εὐγενικό ὡς «ἀδελφῆς Ἐκκλησίας.» Μετά τούς τότε «ἀναθεµατισµούς» δέν διστάζει ἀκόµα ὁ Πατριάρχης Ἀντιοχείας Πέτρος νά χαρακηρίσει τήν Ἐκκλησία τῆς Ρώµης «τόν µέγαν τοῦτον καί πρῶτον καί ἀποστολικόν θρόνον.» Τα ἀναφέρει αὐτά διότι ἦταν πεπεισµένος ὅτι «ἔνθα µή Θεός ἤ πίστις τό κινδυνευόµενον.» Ἐκτός τούτου καί τότε γινόταν κάτι, τό ὁποῖο δυστυχῶς συνεχίζεται καί σήµερα: «Καί ἴδε, τιµιώτατε δέσποτα, ὅπως τά πολλά τῶν παρά τοῖς ἡµετέροις πεπληµµεληµένων περιφρονοῦντες, ἤ καί παραθεωροῦντες ἐµµελέστερον σπερµολογοῦµεν καί πολυπραγµονοῦµεν τά ἀλλότρια…» Σοφά καί ἐπίκαιρα τά λόγια τοῦ Πατριάρχου Ἀντιοχείας Πέτρου καί µεγάλη ἡ ἀνάγκη πρός µίµησιν, πρός γνῶσιν καί συµµόρφωσιν!
Ἄρα συµπερασµατικά πρέπει νά συνειδητοποιήσουµε, ὅτι µέ τά ἀτυχή καί λυπηρά ἐκεῖνα γεγονότα τοῦ 1054 καί τήν ἀποτυχία τῆς παπικῆς ἀποστολῆς, οἱ ἀναθεµατισµοί ἀναφερόταν σέ πρόσωπα καί ὄχι σέ Ἐκκλησίες. Κατά συνέπειαν δέν ἔγινε τό πολυθρυλούµενο Μέγα Σχίσµα τῶν Ἐκκλησιῶν Ἀνατολῆς καί ∆ύσεως, διότι δέν ὑπῆρξεν µέχρι σήµερα ἐπίσηµη καί ἀµοιβαία συνοδική καταδίκη ἤ ἀφορισµός τῶν Ἐκκλησιῶν µας. Ὁ ἅγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως διαπιστώνει ἐπίσης γιά τόν Ἀναθεµατισµό τοῦ Πατριάρχου Κηρουλαρίου κατά τοῦ Καρδιναλίου, ὅτι «οὔτε Οἰκουµενική συνεκροτήθη σύνοδος, οὔτε πολυπληθής ἦτο, οὔτε τόν πάπαν ἀνεθεµάτισεν, οὔτε οἱ πατριάρχαι βεβαιοῦται ὅτι ἐπεψηφίσαντο.»
Βεβαίως γνωρίζοµε καί ὀδυνηρά βιώνουµε τήν ἀποξένωση καί τήν ἀκοινωνησία, κατάσταση ἡ ὁποία µπορεῖ νά θεραπευθεῖ µέ τόν εἰλικρινή ∆ιάλογο ἀγάπης, ∆ιάλογο ζωῆς καί ἀληθείας, γιά νά λυθοῦν καί τά προφανῶς ὑπάρχοντα προβλήµατα, θεολογικά, ποιµαντικά, κανονικά, λειτουργικά κλπ. Εἶναι ἀδήρητον καθῆκον τοῦ διεξαγοµένου ∆ιαλόγου ἐντός τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ καί ὄχι µεταξύ Ἐκκλησιῶν, οἱ ὁποῖες δῆθεν ἀλληλοαναθεµατισµένες εὑρίσκονται σέ Μέγα Σχίσµα.
Τήν πραγµατικότητα αὐτή ἀποδέχονται ὅλο καί περισσότεροι θεολόγοι καί ἐκκλησιαστικοί «ἀξιωµατούχοι» καί τῶν δύο Ἐκκλησιῶν. Μεταξύ ἄλλων καί ὁ Καρδινάλιος Kurt Koch, Πρόεδρος τοῦ Παπικοῦ Συµβουλίου γιά τήν ἑνότητα τῶν Χριστιανῶν, ἀλλά καί πολοί ὀρθόδοξοι, µεταξύ ἄλλων καί ὁ µακαριστός Ἀρχιεπίσκοπος Αὐστραλίας Στυλιανός, ὁ ὁποῖος ὑπῆρξεν καί Συµπρόεδρος τοῦ ἐπισήµου Θεολογικοῦ ∆ιαλόγου τῶν Ἐκκλησιῶν µας Ρωµαιοκαθολικῆς καί Ὀρθοδόξου, καί ὁ ὁποῖος ἀπευθυνόµενος καί στά ὀρθόδοξα µέλη τῆς διεθνοῦς Ἐπιτροπῆς ἐτόνιζεν σχετικά µέ τίς Ἐκκλησίες µας νά µήν λησµονοῦν ὅτι: «οὐδέποτε ἐπισήµως ἀποκηρυξασῶν ἀλλήλας.»
Στά µετέπειτα χρόνια τά γεγονότα αὐτά τοῦ 1054 δέν παίζουν κανένα ρόλο, µάλιστα δέ οὔτε κἄν ἀναφέρονται στά σηµαντικά γεγονότα τῆς ἱστορίας τῶν Ἐκκλησιῶν Ἀνατολῆς καί ∆ύσεως.
Ἡ ἱστορική ἔρευνα ἔχει καταλήξει ἀδιαµφισβήτητα πλέον στήν πραγµατικότητα αὐτή. Ὑπάρχουν ἀρκετές µελέτες. Ὅσοι δέν θέλουν νά τό καταλάβουν , ἤ νά µήν τό ἀποδέχονται εὑρίσκονται ἐκτός τῆς ἱστορικῆς πραγµατικότητος! Ἤ δέν τό γνωρίζουν, πρᾶγµα τό ὁποῖον εἶναι µεµπτόν, ἄγνοια µέ τόσον δραµατικές συνέπειες δέν δικαιολογεῖται, ἀντιθέτως εἶναι καταδικαστέα, ἤ παρά τό ὅτι τό γνωρίζουν παραµένουν στήν προκατειληµένη πολεµική των, πρᾶγµα τό ὁποῖον δηλώνει κακή προαίρεση, φανατισµό.
Πάντως, ὅ,τι καί νά συνέβη τό 1054 δέν ὑπάρχει πλέον, διότι τήν 7ην ∆εκεµβρίου 1965 ἔγινε ἀπό τήν Ρώµη καί τήν Κωνσταντινούπολη ἡ ἐπίσηµη τελετή τῆς «ἄρσεως» τῶν Ἀναθεµάτων: «ἀποδοκιµάζουσιν ὡσαύτως καί αἵρουσιν ἀπό τῆς µνήµης καί ἐκ µέσου τῆς Ἐκκλησίας τά ἐπακολουθήσαντα ἀναθέµατα…παραδίδουσι δέ ταῦτα τῇ λήθῃ.»
Ὡς ἐκ τούτου εἶναι ἀκατανόητο καί µή ἀνταποκρινόµενο οὔτε στήν λογική, ἀλλά οὔτε καί στό χριστιανικό φρόνηµα νά συνεχίζουν ὁρισµένοι καί ἀπό ἀνώτατα ἐκκλησιαστικά ἀξιώµατα νά ἀναµοχλεύουν καί νά ψάχνουν µελανά σηµεῖα τῆς ἱστορίας καί νά ἐνσπείρουν µῖσος καί ἐχθρότητα, ἀντί νά φροντίζουν καί βάσει τῆς ἐντολῆς τοῦ Κυρίου «ἵνα πάντες ἕν ὦσιν», νά δηµιουργήσουµε προϋποθέσεις καταλλαγῆς, συγγνώµης καί ἀποκαταστάσεως τῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας καί µάλιστα σέ µιά ὀδυνηρή συγκυρία τῆς ἱστορίας, ὅπου οἱ ἄνθρωποι ἔχουν ἀνάγκη καταλλαγῆς καί εἰρήνης.
∆έν θά κουρασθῶ νά ἐπαναλαµβάνω τούς λόγους τοῦ Ἁγίου Μάρκου τοῦ Εὐγενικοῦ, τοῦ Μητροπολίτου Ἐφέσου, τοῦ ὀρθοδόξου ἀγωνιστοῦ καί πρωτεργάτου τῆς Ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας:
«Χρή µετά ἀγάπης τούς λόγους ποιεῖσθαι, ἐπεί καί περί εἰρήνης ἐστίν ὁ λόγος καί ταύτην κατέλιπεν ὁ Κύριος ἡµῖν ὥσπερ τινά κλῆρον… Χρή οὖν ἡµᾶς ταύτην ἀεί πραγµατεύεσθαι καί µάλιστα ἐν τῇ παρούσῃ τῶν λόγων ὕλῃ, καί ἀπ’ ἀρχῆς ἄχρι τέλους τῶν λόγων τήν ἀγάπην τηρεῖν.»
«Μέχρι τίνος οἱ τοῦ αὐτοῦ Χριστοῦ καί τῆς αὐτῆς πίστεως βάλλοµεν ἀλλήλους καί κατατέµνοµεν; Μέχρι τίνος οἱ τῆς αὐτῆς Τριάδος προσκυνηταί δἀκνοµεν ἀλλήλους καί κατεσθίοµεν, ἕως ἄν ὑπ’ ἀλλήλων ἀναλωθῶµεν καί καί ὑπό τῶν ἔξωθεν ἐχθρῶν εἰς τό µή εἶναι χωρήσωµεν; Μή γένοιτο τοῦτο, Χριστέ βασιλεῦ, µηδέ νικήσῃ τήν σήν ἀγαθότητα τῶν ἡµετέρων ἁµαρτιῶν ἡ πληθύς …»
* Ο Γρηγόριος Λαρεντζάκης είναι Καθηγητής τοῦ Πανεπιστηµίου Graz, Ἄρχοντας Μεγάλου Πρωτονοταρίου τοῦ Οἰκουµενικοῦ Πατριαρχείου