Αγαπητοί αναγνώστες,
Καλημέρα σας!
Βαδίζομε -συν Θεώ- την Ε΄ βδομάδα της Αγίας Τεσσαρακοστής (10-16/4), και φτάνομε αύριο 16/4 στο Σάββατο του Λαζάρου και την ιερή μνήμη Αμφιλόχιου του εν Πάτμω!
Κι από μεθαύριο, στην Κυριακή (17/4) των Βαΐων, την ιερή Βαγιοβδομάδα!
Ευχές σ’ όλους μας, να βοηθήσει ο Θεός, να τις διέλθουμε με Υγεία και Προσευχή. Οι εκκλησίες μας θα μας περιμένουν! Και το χρέος μας είναι δεδομένο!
***
Μια ματιά τώρα σε ιστορικές στιγμές των ημερών:
11/4/1826: Ετοιμασίες και ξεκίνημα της Εξόδου του Μεσολογγίου στις 2 μετά τα μεσάνυχτα. Οι κάτοικοι είχαν διαιρεθεί σε τρεις φάλαγγες, υπό τους: Νότη Μπότσαρη, Κίτσο Τζαβέλλα και Δημήτρη Μακρή. Αποκρούσθηκαν βάναυσα, από συνεχείς επιθέσεις πεζικού και ιππικού. Από τους 3.000 άνδρες της Φρουράς, μόνο 1.300 σώθηκαν και φτάσανε στον Ζυγό!
Τους ασθενείς, ανάπηρους και τα γυναικόπαιδα, τους μάζεψεν ο Χρήστος Καψάλης στον Ανεμόμυλο και όταν εγέμισεν η περιοχή από Τούρκους, που κατέφθαναν, ανατίναξε τα πάντα και κανένας δε σώθηκε. Μαζί τους ήταν και ο Επίσκοπος Ρωγών Ιωσήφ.
12/4/1820: Ορίζεται Γενικός Αρχηγός της Φιλικής Εταιρείας ο Αλέξανδρος Υψηλάντης.
13/4/1821: Καταβιβάζεται από την αγχόνη το πτώμα Γρηγορίου του Ε΄. Μενόμενοι οι Τούρκοι το ποδοπατούν, το διασύρουν, το διαπομπεύουν και τέλος το ρίχνουν στη θάλασσα, κοντά στο Φανάρι!
Μετά τριήμερον, το βρήκε και το ανέσυρε ο Κεφαλλονίτης πλοίαρχος Σκλάβος και το πήρε στην Οδησσό, όπου και ετάφη μεγαλοπρεπώς, στις 17 Ιουνίου 1821, ιερουργούντων τεσσάρων Ρώσων Αρχιερέων και ενός Σέρβου. Τον είχαν ενδύσει δε με πολυτελή Πατριαρχική στολή, ολόχρυση μίτρα κι εγκόλπιο.
15/4/1822: Ο Κορσικανός φιλέλληνας Βαλέστρα πίπτει ηρωικά στη μάχη κατά των Τούρκων στο Ρέθυμνο!
16/4/1899: Δημοσιεύεται σήμερα το Σύνταγμα της Κρητικής Πολιτείας!
17/4/1899: Ο Ύπατος Αρμοστής Κρήτης, πρίγκιψ Γεώργιος, σχηματίζει την Πρώτη Κυβέρνηση του με τους Υπουργούς: Ελευθ. Κ. Βενιζέλο, Κων/νο Φούμη, Νικ. Γιαμαλάκη, Μανούσο Κούνδουρο και Χ. Σκιλιανάκη.
***
Και μια επάξια επιβράβευση σε διακεκριμένο Πανεπιστημιακό Δάσκαλο:
Στην πάντα πολύτιμη, για τα δημοσιεύματά της: “Κιβωτό της Ορθοδοξίας”, (φύλλο: 292/7-4-2022, σ. 2η), διαβάσαμε και χαρήκαμε ολόψυχα, την είδηση «για την απονομή του μεταλλίου της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, προς τον κ. Πρόεδρο της Επιστημονικής Επιτροπής για τους Εορτασμούς και τη διοργάνωση των δέκα Επιστημονικών Συνεδρίων», «για τα 200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση 1821», καθηγητή κ. Μανόλη Βαρβούνη, Κοσμήτορα της Σχολής Κλασικών και Ανθρωπιστικών Σπουδών, του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης.
Ο κ. Βαρβούνης μας συναρπάζει κάθε βδομάδα με την επιστημονική συνεργασία του, στην πολύτιμη: “Κιβωτό”.
Η σημερινή έχει τον τίτλο: “Ανοιξιάτικες και Αποκριάτικες Λαϊκές Τελετουργίες”, γ΄ συνέχεια. Του ευχόμαστε Καλή συνέχεια. Τα γραπτά του είναι πολύτιμα!
***
Ερχόμαστε τώρα στο όντως θαυμάσιο βιβλίο του Νίκου Ψιλάκη:
“Η Κραυγή των Απόντων” – συναξάρι των άδοξων της Σιλεσίας.
(Ηράκλειο, Α΄ έκδοση 2021, σχ. 8ο, σ. 464, ιστορικό μυθιστόρημα).
Για να πάρει κανείς στα χέρια του και να μελετήσει βιβλίο γραμμένο από τον Νίκο Ψιλάκη, πρέπει -κατά τη γνώμη μας- πριν το ξεκινήσει να σκεφτεί πως ο δημιουργός του είναι: εκλεκτός δημοσιογράφος, χαρισματικός συγγραφέας πλήθους λογοτεχνικών, ιστορικών και λαογραφικών έργων.
Πρέπει να ‘χει ρίξει επισταμένα τη ματιά του, στις τιμητικές διακρίσεις και τα βραβεία που έχει αξιωθεί να λάβει, από το ανώτατο της Ακαδημίας Αθηνών, ως το “Βραβείο “Ν. Καζαντζάκης”», κ.α., και να κατέχει την αναγνώριση του πνευματικού κόσμου της χώρας μας για την πνευματική του ως τώρα, παρουσία, το ήθος και τον Άνθρωπό της. Έτσι, νομίζομεν εμείς ότι στήνεται σωστά η εκτίμησή μας, για μια πνευματική παρουσία!
Και ξεκινούμε τώρα το έργο: Πρώτη μας στάση: Τα “Προλεγόμενα” στη σ. 7.
Διαβάζομε κι αναρωτιόμαστε;
Πόση ιστορία χωρεί σ’ ένα μυθιστόρημα;
«Το βιβλίο αυτό γεννήθηκε χωρίς να το σχεδιάσω. Εντελώς απρόσμενα έρχονταν και μ’ έβρισκαν οι ιστορίες σαν μικρές ασύνδετες ψηφίδες ενός πολύχρωμου όσο και άγνωστου ψηφιδωτού. Αφηγήσεις, ημερολόγια, μαντινάδες, φωτογραφίες. Και μελέτες και έρευνες. Με τον καιρό σωρεύτηκαν τόσες μαρτυρίες που άρχισε σταδιακά ν’ αποκαλύπτεται ένα ενδιαφέρον κεφάλαιο της Ιστορίας: το απροσδόκητο συναπάντημα δύο λαών και δυο πολιτισμών στα χρόνια του Μεγάλου Πολέμου· έτσι αποκαλούσαν κάποτε τον Πρώτο Παγκόσμιο, τότε που δεν ήξεραν ότι θα ακολουθούσε και άλλος, πιο μεγάλος ακόμη, ο Δεύτερος. Με έκπληξη διαπίστωνα ότι τούτο το ψηφιδωτό τα είχε όλα: τον πόλεμο και την ειρήνη, τη φιλοξενία και την αιχμαλωσία, τη χαρά της ζωής και το πένθος της απώλειας, τη μνήμη και τη λήθη, την ιστορία και τον μύθο και, πάνω απ’ όλα, τον έρωτα.
Αναρωτιέμαι πόσοι άνθρωποι, πόσοι λαοί, πόσοι έρωτες, πόσες έχθρητες, πόσα συναισθήματα μπορούν να χωρέσουν σ’ ένα μυθιστόρημα. Και απαντώ: απειροελάχιστα, σε σχέση με όσα μπορούν να χωρέσουν στο μεγάλο και εσαεί ανοικτό μυθιστόρημα της ζωής».
Και συνεχίζουμε με το “Ιστορικό πλαίσιο” του έργου (σ. 8), απ’ όπου πληροφορούμαστε.
ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ
Σεπτέμβρης 1916. Ένα ολόκληρο Σώμα Στρατού, το Τέταρτο, φορτώνεται σε γερμανικά τρένα, πάνω από έξι χιλιάδες στρατιώτες και κάμποσες εκατοντάδες χωροφύλακες. Οδηγούνται σε μια μικρή πόλη της Γερμανίας. Ένα στρατόπεδο Ρώσων αιχμαλώτων αδειάζει βιαστικά για να τους δεχτεί. Φιλοξενούμενους του Κάιζερ τους λένε, αλλά οι λέξεις έχουν χάσει το νόημά τους. Φιλοξενία, εξορία, αιχμαλωσία, ομηρεία, παράδοση σε ξένη δύναμη… Ποια να διαλέξεις;
Στην Ευρώπη ο πόλεμος μαίνεται. Αγγλογάλλοι με τους συμμάχους τους από τη μια, Γερμανοί με τους δικούς τους συμμάχους από την άλλη. Στην Ελλάδα διχασμός. Η χώρα μετέωρη ανάμεσα στα θέλω και τα πρέπει του βασιλιά Κωνσταντίνου, στα θέλω και τα πρέπει του πρώην πρωθυπουργού Βενιζέλου. Ουδετερότητα λέει ο πρώτος, αλλά το βλέμμα του είναι στραμμένο στον γυναικαδελφό του, τον Γερμανό Κάιζερ. Συμμετοχή στον πόλεμο λέει ο δεύτερος, στο πλευρό των Αγγλογάλλων. Τα ρίσκα μεγάλα. Τρίζουν εξουσίες και θρόνοι, απειλείται ακόμη και η ακεραιότητα της χώρας.
Γκαίρλιτς ονομάζεται η πόλη που τους υποδέχεται. Όμορφη αλλά λαβωμένη από τις συνέπειες του πολέμου. Οι άντρες λείπουν στα χαρακώματα. Κι όταν δίνονται άδειες εξόδου στους Έλληνες φαντάρους ο τόπος αποκτά και πάλι ζωή. Με τον καιρό ανοίγουν και οι αγκαλιές.
Άνθρωποι με διαφορετική καταγωγή και διαφορετικές πολιτισμικές παραδόσεις αλληλοσυστήνονται, δημιουργούν δεσμούς και φιλίες. Μικρές ανθρώπινες ιστορίες ξετυλίγονται και, όπως συμβαίνει παντού και πάντα, ο έρωτας βρίσκει χαραμάδες ανοιχτές και τρυπώνει. Από τη Μακεδονία είχαν ξεκινήσει τα τρένα. Από τόπους που γερμανικά και βουλγάρικα στρατεύματα εισβάλλουν στις βόρειες επαρχίες της χώρας, η κυβέρνηση και ο βασιλιάς απαγορεύουν κάθε αντίσταση στους εισβολείς. Η απόφαση για μεταφορά του ελληνικού στρατού στη Γερμανία προβάλλει ως μοναδική λύση προκειμένου να αποφευχθεί κάθε πιθανότητα ένταξής του στις δυνάμεις των αγγλογαλλικών στρατευμάτων που είχαν ήδη καταλάβει τη Θεσσαλονίκη. Ιούνιος 1917. Ο βασιλιάς της Ελλάδας εκθρονίζεται. Η χώρα μπαίνει στον πόλεμο, στο πλευρό των Αγγλογάλλων. Και μπαίνει χωρίς το Δ’ Σώμα Στρατού, ένα από τα πιο αξιόμαχα, το πιο αξιόμαχο ίσως.
Δυόμισι χρόνους κράτησε η παραμονή των Ελλήνων στρατιωτών στη γερμανική πόλη. Η περιπέτεια του κάθε φιλοξενούμενου – αιχμαλώτου, όμως, κράτησε πολύ περισσότερο. Ίσως μια ολόκληρη ζωή.
Ξεκινούμε, λοιπόν, τώρα την ανάγνωση του έργου. Είμαστε στη σ. 9 και πιστεύουμε -συν Θεώ- πως θα φτάσουμε ως και τη σ. 456, για ν’ απολαύσουμε ξεκούραστοι πια το “Επίμετρο” και τις “Ευχαριστίες” του συγγραφέα, στις σ. 457-461. Και είναι κι οι σελίδες αυτές, κείμενο ιδιαίτερης αξίας. Ερμηνεύει πολλά, φωτίζει περισσότερα. Ξεδιαλύνει πάμπολλα. Και λέμε να τ’ αφήσουμε για ώρας, για μια συνέχεια που δεν θ’ αργήσει. Ίσως!
Φτάνοντας πάντως ως εδώ την ανάγνωση – μελέτη μας, επιβεβαιωνόμαστε όπως διαβάσαμε, και το τονίζει και το: “Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων”, παρουσιάζοντας κι αυτό “Την Κραυγή των Απόντων”, στην εφημ. “Νέα Κρήτη”, Ηρακλείου, της 29-3-2022 (α.φ. 6499/σελ. 17) πως: «…Ο Ψιλάκης ισορροπεί με λεπτότητα κι ευαισθησία, ανάμεσα στις ατομικές ιδιαιτερότητες και τα βαριά ιστορικά μεγέθη και δείχνει με ποιον τρόπο η ιστορία μπορεί να υπερβεί τον πεπερασμένο μικρόκοσμο των ατόμων και των εθνών, για να επιβάλει στους πάντες τη σιδερένια της βούληση!».
Τέλος: «Με λεπτότητα και ευαισθησία, συνεχίζοντας, ο συγγραφέας του έργου Νικ. Ψιλάκης, ισορροπεί ανάμεσα στις ατομικές ιδιαιτερότητες και τα βαριά ιστορικά μεγέθη, και δείχνει με ποιον τρόπο η Ιστορία μπορεί να υπερβεί τον πεπερασμένο μικρόκοσμο των ατόμων και των εθνών, για να επιβάλει στους πάντες τη σιδερένια της βούληση· και καταφέρνει να συζητήσει για ορισμένες από τις σημαντικότερες ιστορικές ελληνικές περιόδους, χωρίς να εξωκείλει ούτε κατ’ ελάχιστον στον πολιτικό φανατισμό ή στην ιδεολογική υπερθέρμανση».
Καιρός όμως να τελειώνουμε και για σήμερα, συμφωνώντας συμπερασματικά και με την άποψη του παραπάνω δημοσιεύματος (εφ. Ηρακλείου: “Νέα Κρήτη”, της 29-3-22, σ. 17) «ότι πράγματι, ο αγαπητός Νίκος Ψιλάκης ξέρει πώς να χρωματίσει τις πικρές αντιθέσεις του Εθνικού Διχασμού και να τους δώσει σάρκα και οστά στο άξενο έδαφος μιας γερμανικής επαρχίας, όπου μεγάλα κι αθέλητα προβλήματα των εξορίστων της εδώ, είναι η ξένη νοοτροπία και η ξένη γλώσσα τους!» Όμως εδώ, σταματούμε!…
Αυτά για σήμερα· Καλό διάβασμα κι ένα Σαββατοκύριακο ευλογημένο!
ΥΠΟΘΕΣΗ
Η υπόθεση ξετυλίγεται στα χρόνια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολ τότε που ένα γεγονός πρωτόγνωρο για τα παγκόσμια στρατιωτικά σημαδεύει την ελληνική ιστορία: Τη στιγμή που τα βουλγάρωμα σιτ = m m ματα καταλαμβάνουν αμαχητί τη Μακεδονίας, το Τέταρτο Σώμα Σ παραδίδεται από τη φιλοβασιλική διοίκησή του σε ξένη δύναμη και εκπα τρίζεται. Σχεδόν εφτά χιλιάδες μάχιμοι φορτώνονται σε τρένα και μεταφέ Inglate USA ρονται στη Γερμανία. Τυπικά είναι φιλοξενούμενοι του Κάιζερ. Στην πράξη, όμως, τα όρια ανάμεσα στη φιλοξενία και την αιχμαλωσία ή την ομηρία είναι παντελώς ασαφή. Η πόλη που τους υποδέχεται είναι όμορφη αλλά πληρώνει κι αυτή τις συνέπειες του πολέμου. Τα τρόφιμα δυσεύρετα, οι άντρες στα χαρακώματα. Οι Έλληνες στρατιώτες ξαναδίνουν ζωή στον τόπο κι ο έρω τας βρίσκει χαραμάδες ανοιχτές να τρυπώσει.Ο συγγραφέας παρακολουθεί τις αντιφάσεις της Ιστορίας, ανατέμνει τα συναισθήματα των ανθρώπων, δοξολογεί την αγάπη, την ελευθερίας, τον έρωτα και προσπαθεί να κατανοήσει τον ψυχισμό ενός πατέρα που βρίσκετ ται αντιμέτωπος με το παιδί του στον πόλεμο. Είναι μια από τις κορυφώσεις της αφήγησης. Ο πατέρας επιστρατεύει την διαίσθηση και παραδίδεται στα μεγάλα ανθρώπινα διλήμματα. Όλες οι χάννες θαρρεί πως σημαδεύουν τον γιο του. Και του δικού του όπλου η κάνη!Όπως και σε προηγούμενα βιβλία του Νίκου Ψιλάκη, ο μύθος διαλέγεται με την Ιστορία και στο επίκεντρο βρίσκονται εκείνοι που υφίστανται τις συν νέπειες των αποφάσεων τις οποίες λαμβάνουν οι ισχυροί. Ο συγγραφέας ιχνηλατεί τα μικρά και τα μεγάλα γεγονότα ενός ολόκληρου αιώνα, ξεδι πλώνει την ιστορία ενός απροσδόκητου έρωτα, αλλά και την ιστορία μιας χώρας, μιας ηπείρου, την ιστορία του 20ού αιώνα, από τους Βαλκανικούς Πολέμους, τον Πρώτο Παγκόσμιο, μέχρι το οικονομικό κραχ, την άνοδο του Ναζισμού και τον Δεύτερο Παγκόσμιο, με ιδιαίτερη αναφορά στη ναζιστική εισβολή στην Ελλάδα. Αλήθεια, πόσες μικρές ή μεγάλες ανθρώπινες ιστορίες χωρούν σ’ ένα μυθθιστόρημα.