Σε σκηνικό περασμένων εποχών, τότε που η Κρήτη βρισκόταν υπό τον Οθωμανικό ζυγό, μετατράπηκε το βράδυ της Πέμπτης η συνοικία των Αγίων Αναργύρων για την πρωτότυπη παράσταση του ΔΗΠΕΘΕ Κρήτης “Η ιστορία του Καλλιβρεταναγνώστη”.
Υπό τον ήχο του νέυ, όπως τον αποδίδει ο δεξιοτέχνης του οργάνου αυτού Χάρης Λαμπράκης, ο Κρητικής καταγωγής Κωστής Καλλιβρετάκης ξετύλιξε το νήμα της ιστορίας του προγόνου του Καλλιβρεταναγνώστη, διατηρώντας αυτούσιο το κείμενο, τη γλώσσα του Ιωάννη Κονδυλάκη, σε διήγημα του οποίου βασίζεται η παράσταση, συνδυάζοντας την καθαρεύουσα με την κρητική διάλεκτο.
Σήμερα Σάββατο, το έργο θα παρουσιαστεί στις 8:30 μ.μ. στο καφενείο “Πάτερος” στις Μουρνιές και στη συνέχεια θα περιοδεύσει σε καφενεία χωριών του Νομού Χανίων.
Με αφορμή την πρωτότυπη αυτή παράσταση, ο Κωστής Καλλιβρετάκης συστήνεται στις “διαδρομές” και μας μιλάει για τις σκοτεινές εποχές του γενιτσαρισμού στην Κρήτη, για τις απαρχές του θεάτρου, τον ρόλο της μουσικής και τη σημασία του “μαζί”.
«Είμαι ο μόνος από την οικογένειά μου που γεννήθηκε στην Αθήνα, βαφτίστηκα όμως στο Φρε και έχω μεγαλώσει με όλη την κρητική κουλτούρα μέσα στο σπίτι, γιατί οι γονείς μου αναγκάστηκαν να φύγουν από την Κρήτη από τη δεκαετία του ‘60 και αυτό ήταν ένα από τα μεγαλύτερα τραύματα της ζωής τους. Οι γονείς μου δεν είναι πια στη ζωή και όλη αυτή η παράσταση είναι αφιερωμένη σε αυτούς. Είμαι πολύ τυχερός και για τον αδερφό μου, τον ιστορικό Λεωνίδα Καλλιβρετάκη, διευθυντή ερευνών στο Εθνικό Ιδρυμα Ερευνών, τον άνθρωπο που δημοσίευσε την πραγματική λίστα των νεκρών και τραυματιών του Πολυτεχνείου. Ο Λεωνίδας είναι αυτός που ταύτισε τον Καλλιβρεταναγνώστη με το γενεαλογικό δέντρο της οικογένειάς μας.
Eχω σπουδάσει χημικός και έχω τελειώσει τη σχολή του θεάτρου Εμπρός, είμαι φωτογράφος σκηνής θεάτρου, βασικά το θέατρο είναι αυτό που ασκώ εδώ και τριάντα χρόνια. Έχω ζήσει σε πολλά μέρη, έχω μεταναστεύσει δύο φορές. Μεγάλωσα στη Σαουδική Αραβία, ενώ πρόσφατα επέστρεψα μετά από πενταετή απουσία στη Γερμανία, όπου δούλευα στο θέατρο ως σκηνοθέτης και ηθοποιός».
Γιατί επέλεξες να παρουσιάσεις αυτό το έργο τώρα;
Ο πρώτος και βασικός λόγος είναι ότι δεν ζούνε πια οι δικοί μου. Ήταν τόσο ταραγμένο το τέλος της οικογένειάς μου, ο τρόπος που χάθηκαν οι δικοί μου και το πώς χάλασε η σχέση με την Κρήτη που, με κάποιον τρόπο, το όφειλα στον πατέρα μου. Ο δεύτερος λόγος είναι ότι αργά ή γρήγορα έρχεται η στιγμή που αναμετριέσαι με το παρελθόν σου. Και τα τελευταία χρόνια εγώ αυτό το κάνω μέσα από τα κείμενα άλλων, ή μέσα από θέατρο ντοκουμέντο, κάτι που έκανα πάρα πολύ στη Γερμανία. Ολες οι σκηνοθεσίες που έχω κάνει τα τελευταία οκτώ χρόνια έχουν να κάνουν με πράγματα που μου έχουν συμβεί. Εγώ μιλάω γι’ αυτά χωρίς να το καταλαβαίνει ο θεατής. Ο τρίτος και πολύ βασικός λόγος που με βοήθησε σε αυτό το ταξίδι ήταν η πανδημία. Το διάστημα αυτό που δεν κάναμε τίποτα και είχα πάρει την απόφαση να ηρεμήσω, ανακάλυψα ξανά αυτό το βιβλίο του Κονδυλάκη, που είχα πρωτοδιαβάσει κάποτε στο σπίτι μας στους Αρμένους, και αποφάσισα να κάνω κάτι με αυτό…
Και ο τέταρτος λόγος έχει σχέση με το ότι πέρασα μία περίοδο που αμφισβητούσα το θέατρο με τον τρόπο που γίνεται στην Αθήνα – όντας άρτι αφιχθείς από το Βερολίνο όπου τα πάντα είναι επιτρεπτά και τα όρια πολύ διευρυμένα. Σε αυτή την περίοδο έκανα ένα έργο που ανακατεύει την ιστορία με τη μουσική, το “Venebra”, ένα γκόθικ έργο για φωνή, βιόλα και κιθάρα, το οποίο πήγε πολύ καλά στην Αθήνα.
Πόσο σημαντική ήταν η μουσική για την απόδοση της ατμόσφαιρας του κειμένου;
Αυτό που ήθελα να κάνω ήταν να αφηγηθώ μια ιστορία που αφορά στην πολύ σκοτεινή περίοδο του γενιτσαρισμού, που είναι η πιο σκοτεινή περίοδος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Χρησιμοποιώντας το νέυ και το σάζι, δύο καθαρά ανατολίτικα όργανα, θέλησα να δημιουργήσω μία ατμόσφαιρα όπου το χθες συναντά το σήμερα και οι απόγονοι των Τούρκων και των Κρητικών εκείνης της εποχής μπορούν να καθίσουν μαζί σε ένα τραπέζι και να αφηγηθούν την ιστορία.
Ο Χάρης Λαμπράκης θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους μουσικούς νέυ στον κόσμο και ήταν πολύ σημαντικός ο ρόλος του στη δημιουργία αυτής της ατμόσφαιρας. Το ότι μάλιστα μιλάει τουρκικά συμβάλλει ακόμα περισσότερο στην έννοια του μαζί.
Ηταν πολύ σημαντικό για μένα να δώσω την Τουρκοκρητική χροιά σε αυτήν την παράσταση.
Επέλεξες να διατηρήσεις ατόφια τη γλώσσα του κειμένου, την καθαρεύουσα δηλαδή, με αρκετά στοιχεία της κρητικής διαλέκτου. Θα είναι εύκολο για τους θεατές της παράστασης να παρακολουθήσουν το κείμενο;
Ο σκοπός δεν είναι να καταλάβεις τα πάντα, αλλά να μη χάσεις τα σημαντικά. Επίτηδες μιλάω πολύ αργά, για να προλαβαίνει ο θεατής να κατανοήσει τα λόγια, ενώ είναι πολύ σημαντικός ο ρόλος του νέυ σε αυτό, με τις παύσεις και τις ανάσες του “ζεσταίνει” το μυαλό και την ατμόσφαιρα.
Σε σχέση με την καθαρεύουσα, εάν εγώ καταλαβαίνω τα λόγια, θα μπορέσεις κι εσύ. Εάν τα λέω “παπαγαλία” δεν καταλαβαίνει κανείς.
Πόσο σημαντικό είναι το θέατρο να φτάνει με αυτόν τον τρόπο στα χωριά της Κρήτης και σε ανθρώπους που δεν έχουν εύκολα πρόσβαση σε δράσεις πολιτισμού;
Αυτό που θέλω να υπενθυμίσω στους ανθρώπους, είναι ότι το θέατρο ξεκίνησε από εδώ. Από κάποιους τύπους που λέγανε μια ιστορία γύρω από μια φωτιά. Αυτός είναι ο λόγος που έχω στήσει έτσι τη συγκεκριμένη παράσταση. Αφηγούμαι μια ιστορία που έχω ακούσει, όπως κάποτε οι περιπλανώμενοι μουσικοί. Κάπως έτσι μεταφέρθηκε και ο Ερωτόκριτος από στόμα σε στόμα, μέσα από τις αφηγήσεις, με τη λύρα και το λαούτο, στα καφενεία.
Συντελεστές
Σύλληψη/Δραματουργία Κωστής Καλλιβρετάκης
Μουσική επιμέλεια Χάρης Λαμπράκης
Αφήγηση/Μουσική εκτέλεση Κωστής Καλλιβρετάκης, Χάρης Λαμπράκης Μετάφραση Lale Alatli
Ακούγονται τα τραγούδια: Uzun ince bir yoldarim (Asik Veysel), Γιάντα ‘ναι μαύρα τα βουνά (παραδοσιακό)