Δευτέρα, 7 Οκτωβρίου, 2024

Αχ Ελλάδα μου…

Αχ πατρίδα μου μεγάλη, αχ Ελλάδα μου πανάρχαιη, ήρθε η ώρα που θα ακουστεί το απελπισμένο σου Τετέλεσται…
Μέσα σε δεκάδες χιλιετίες, αργά – σταθερά με την έμπνευση του μοναδικού σου ήλιου γέμισες κουκίδες πολιτισμού, και ενωμένες στο απόγειο του αθάνατου πολιτισμού σου έφτασες. Οι Ρωμαίοι σε κυρίευσαν αλλά δεν σε κατέκτησαν, νίκησε ο πολιτισμός σου. Ο Μωάμεθ κατακτητής, το σκοτεινό Ισλάμ σε κυρίευσε αλλά δεν έσβησε το φως σου. Οταν η επανάσταση του εικοσιένα τελείωσε νικηφόρα πάνω στη γη σου ζούσε ένας λαός που έφερε ολάκερη την αρχαία κληρονομιά.
Ο Γερμανός κατακτητής μόνο πόνο για λίγο σου έδωσε, και μεγάλες καταστροφές, αλλά μέσα σε λίγα χρόνια είπες εδώ είμαι, οι κάμποι μου ανθίζουν, καρπούς δίνουν τελάληδες στην οικουμένη. H ζωντάνια του λαού σου κράχτης για όμορφες στιγμές σε εκατομμύρια, να σε επισκεφθούν, το φως σου να μοιραστούν.
Αλλά ήρθε ο Εφιάλτης, άφθονο χρήμα μπρος σου σκόρπισε, το άρπαξε ο λαός σου, εκατομύρια Εφιάλτες γέμισες, πατρίδα μου, ωραία μου πατρίδα. Για λίγα αργύρια με την ψήφο τους σε χάρισαν σε ανίκανους δημαγωγούς, προδότες, ανίκανους ακόμα και το μέγεθος της προδοσίας τους να αντιληφθούν
Ο εθνικός μας ποιητής είχε πει, «Μοναχή τον δρόμο πήρες, ξαναήρθες μοναχή» μα τώρα δεν σε άφησαν ούτε το δρόμο να πάρεις, ήρθαν εδώ ανθρωπάκια σκληρά, ανάλγητα, Τρόικα-Κουαρτέτο, σκουλήκι να το πατούν, για λίγη τροφή.
Πουθενά κανένας γενναίος, ικανός σαλπιγκτής, η τρομπέτα του ξεσηκωμού να ηχήσει. Του ξεσηκωμού της δημιουργίας, της ενωμένης προσπάθειας όπως μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, παρά μόνο αδαείς που πιστεύουν πως κλείνοντας τους δρόμους και κραυγάζοντας συνθήματα θα τρομάξουν τις ύαινες που μας έχουν καλά μαντρώσει στο κλουβί του χρέους.
Μοιραίοι θα βλέπομε πατρίδα μας να ξεπουλιέσαι, ακόμα και το νερό που θα πίνομε από τις δικές μας πηγές να ανήκει σε άλλους. Σερβιτόροι, καμαριέρες, κλητήρες, πορτιέρηδες, με ανύπαρκτη ιατρική περίθαλψη, όπως στη Κίνα θα στέκομε στην ουρά μπας και αδειάσει καμιά θέση να δουλέψομε ή στις επτάμηνες κακοπληρωμένες δουλειές – ελεημοσύνη των δανειστών μας.
Προσεύχομαι πατρίδα μου, μια και μέσα στα γηρατειά μου δεν μπορώ τίποτα άλλο να προσφέρω, κάποιοι σε κάποια σημεία σου μικρούς βωμούς ελληνικού φωτός, του πολιτισμού σου, της αέναης κληρονομιάς της ξεχωριστής φυλής σου, να στήσουν.
Σιγά-σιγά πυρσούς να ανάψουν, που τον αγώνα για προσφορά να φωτίζουν. Μέσα στην σκληρή παγκοσμιοποίηση, όσο το δυνατόν αυτόνομα να ζήσει ο λαός σου.
Να θυμηθούμε τον ποιητή «η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει, για λίγο καιρό στα τάρταρα ξαποσταίνει, στη γη αναβαίνει και λαούς ανασταίνει».


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα