«Μαύρισε η ψυχή μας».
Μ’ αυτό τον τίτλο, βγαλμένο κατ’ ευθείαν από το βουρκωμένο θυμικό του, αρθρογράφησε ο Παρασκευάς Περάκης στην εφημερίδα, Πέμπτη 7/8/23… Και, αντιγράφω από το κείμενό του, μια περίοδο ιδιαίτερα φορτισμένη, και εν είδει καταγγελίας, μια διαπίστωση θλιβερή, όσο και απολύτως αληθινή.
«Είδαμε τον 36 χρονών Αντώνη από τον Άγιο Νικόλαο, να σπρώχνεται βίαια στον θάνατο, από κάποιον που ζει με την ‘‘ψευδαίσθηση’’ της εξουσίας, που του χαρίζουν δύο ραμμένα ‘‘γαλόνια στο πουκάμισο’’».
…Μόλις είχα ξεκινήσει να γράφω τις ‘‘Αφορμές’’, Πέμπτη πρωί, κι όταν αυτές οι αράδες θα διαβάζονται, σε τρία τέσσερα εικοσιτετράωρα, Δευτέρα, δηλαδή, είναι σίγουρο πως ακόμη το Πανελλήνιο δεν θα ‘χει βρει τρόπο, να διαχειριστεί την οδυνηρή του έκπληξη! Έτσι, πιστεύω, γιατί η «αγκαθωτή αίσθηση» της τραγωδίας, στις Συνειδήσεις και τις καρδιές, δεν αφήνει μια ανεπαίσθητη ρωγμή αμφισβήτησης. Πως δεν είναι δηλαδή αλήθεια αυτή η ασχήμια, που συντελέστηκε εις βάρος ενός ανθρώπου. Μπροστά σε δύο οπτικές!! Ναι, εκ διαμέτρου αντίθετες!
Την πλήρη αδιαφορία, για να μην πούμε «έγκριση» της τραχύτητας του σκηνικού από τον πλοίαρχο, καταρχήν, και τον σοκαρισμένο, συγκλονισμένο κόσμο. Τους επιβάτες, που εναγώνια εκλιπαρούσαν να βοηθηθεί ένας φτωχός, που προπηλακίστηκε, κτυπήθηκε, κλωτσήθηκε και εξωθήθηκε (;) βίαια στο νερό, με τη φονική περιδίνηση της προπέλας, εν δυνάμει!
Τι πα να πει «ενδεχόμενος δόλος»;; Όταν σπρώχνεις έναν ανυπεράσπιστο σε αναμφισβήτητη συνθήκη θανάτου; Σ’ αυτή την αθλιότητα, πού «χωρεί» το ενδεχόμενος; Πώς στέκει η αμφιταλάντευση για τις πραγματικές σου προθέσεις;
Καταρρίφθησαν (ασεβώς, ασφαλώς), όλα τα πρωτόκολλα. Λένε οι ειδικοί καπετάνιος, ύπαρχος, λιμενικοί…
…Είχε, λέει το παίδί, μια μικρή, νοητική υστέρηση… Αυτό όμως, δεν τον εμπόδιζε να λειτουργεί, στον αγώνα του μεροκάματου για να βοηθά την άπορη, αναγκεμένη του οικογένεια… Ούτε να προσφέρει στους πάντες, και να τον αγαπούν όλοι πάρα πολύ, για την αθωότητα και την προθυμία του.
Εκείνοι, που δεν είχαν -ίσως- υστέρηση, κι έσπρωξαν έναν άνθρωπο στον οδυνηρό χαμό, απέλυσαν «υστερήσεις» της Συνείδησης και της ψυχής! Αλλά και η κοινωνική στάση, δεν επέδειξε τη στάση της, στο ύψος της περίστασής της! Είχαν τη δυνατότητα να πετάξουν ένα σωσίβιο και αντ’ αυτού, μέλημά τους ήταν να απ-αθανατίσουν τις δραματικές στιγμές που ζούσε το παλληκάρι, με τα κινητά! Κι εκείνα τα πελώρια ωραία μάτια του, (ίδε πρωτοσέλιδο της εφημ. Συντακτών) σ’ ένα γλυκό πρόσωπο, θα κοιτάζουν πάντα με καλοσύνη, μα και απορία τη μισητή συμπεριφορά συνανθρώπων του! Παράλογη, ανεξήγητη, απίστευτη! Θα κοιτάζουν όμως, έκπληκτα και την θλιβερή παθογένεια της έλλειψης ανθρωπισμού -κάποιες φορές- στην Πατρίδα, που τη συγκλονίζουν συθέμελα, και εκθέτουν ανεπανόρθωτα τα αξιακά της συστήματα, αλλά και την κατακριτέα ολιγωρία προσώπων, εντεταλμένη να τηρούν το καθήκον τους με δεοντολογία και Ανθρωπιά.ς
Έσπρωξαν ανάλγητα, βάναυσα και χυδαία, έναν άνθρωπο στις «ύφαλες λαιμητόμους» και την ακατάσχετη δύνη τους, στην φρίκη θανάτου, σίγουρα δηλαδή, αφού οι προπέλες δεν ξεχωρίζουν το νερό, από το έρημο ανθρώπινο σώμα… των αχρείων που διέπραξαν ετούτο το έγκλημα, ζητώ την τιμωρία. Παραφράζω τον μέγιστο Νομπελίστα ποιητή Πάμπλο Νερούδα.