Μην πάρεις το για προσβολή
αν κουζουλό σε πούνε,
των γνωστικών τα όνειρα
οι κουζουλοί τα ζούνε
Τα σχολικά τα χρόνια παλιά και σήμερα
μας λέει ο ’Νιαχωριανός.
Τα παιδικά τα χρόνια μας, συχνά φέρνω στη σκέψη,
κι αφήνω την ανάμνηση, στο παρελθόν να τρέξει.
Εικόνες και βιώματα, εις το μυαλό ξετρέχουν,
που με σημερινών παιδιών, σχέση καμιά δεν έχουν.
Πολλές φορές ξυπόλυτα, πηγαίναμε σχολείο,
η φτώχια κι η ανέχεια, σ’ όλο το μεγαλείο.
Μοναδικό εξάρτημα, τα σχολικά βιβλία
κι η πλάκα που εγράφαμε, πάνω με δυσκολία.
Το βράδυ φροντιστήριο, μας έκαν’ η μητέρα,
στο πυρομάχι κάθ’ αργά, σαν έφευγε η μέρα.
Γράμματα πρώτα κι αριθμούς κι αργότερα και πράξεις,
στη στάχτ’ αποτυπώναμε, απλές οι διατάξεις.
Έτσι εξεκινούσαμε, μικρά μαθητουδάκια,
μ’ όρεξη να διαβάζουμε και με πολλά μεράκια.
Βιβλία εξωσχολικά, την εποχή εκείνη,
δεν εγνωρίσαμε ποτέ, στ’ εμφύλιου τη δίνη.
Μα στις επόμενες γενιές, άρχισε λίγο – λίγο,
ν’ αλλάζει η κατάσταση, που παραπάνω θίγω.
Δειλά – δειλά ξεκίνησε, το παιδικό βιβλίο,
π’ αποτελεί βοήθημα, έξω απ’ το σχολείο.
Παραμυθάκια για παιδιά, κυκλοφορούνε τώρα,
που μπήκε σε λογαριασμό, η γι εδική μας χώρα.
Επώνυμοι κι ανώνυμοι, άνθρωποι των γραμμάτων,
στο παιδικό ανάγνωσμα, φέραν τα πάνω κάτω.
Παιδιά κι εγγόνια έχουνε, από μικρά μαζέψει,
γνώσεις στο μυαλουδάκι τους, που ωχριά η σκέψη.
Και όταν πια σαν φοιτητές, θα πάρουν τα πτυχία,
οι ξένοι τα κερδίζουνε, είναι γι αυτούς λαχεία.
’Νιαχωριανός
Για την αξία του διαβάσματος ο λόγος
του Σφηναριώτη.
Αδερφοχτέ μου μπιστικέ κι ακριβοθωρημένε,
τση ρίμας θηριοδαμαστή και… καλοπληρωμένε.
Χρόνια πολλά πως πάγαινες, εις το σκολειό το ξέρω,
με άριστα το τέλειωσες, το Οσκαρ, θα στο φέρω.
Υπάλληλος εγίνηκες, στο ΤΕΒΕ να δουλεύεις,
φίλους πολλούς απέκτησες, ρίμες να μαγειρεύεις.
Όλη τη μέρα έτρεχες, το ’χω εξακριβωμένο
και πράμα δεν εδιάβαζες, αυτό ’ναι δεδομένο.
Μα σύνταξη σαν έλαβες και πριν από λιγάκι,
αρχίνισες το διάβασμα, με πάθος και μεράκι.
Εγέμισες το σπίτι σου, πολλά βιβλία είχες,
μέρα και νύχτα διάβαζες κι απ’ όλα τ’ άλλ’… απείχες.
Έτοιμος ήσουνα στερνά, μεγάλη φόρα πήρες,
ρίμες αράδιαζες σωρό και φλόμωσες στσι… λίρες.
Κι αφού μεγάλ’ απέκτησες, φήμη εις την Ελλάδα,
γι’ αυτόγραφο παντέχανε… θαυμάστριες, αράδα.
Σ’ αρέσει λες το διάβασμα, κεφάλαιο μεγάλο
κι αν η Μαριώ σε βαρεθεί, την επατάς στον κάλο.
Γι’ ορίζοντες ανοίγουνε, τον κόσμο που θωρούμε,
το πνεύμα διευρύνεται, αυτό μην το ξεχνούμε.
Μα τα κοπέλια σήμερα, διάβασμα δεν αρέσουν,
στο ιντερνέτ σερφάρουνε, ώσπου να παν’ να θέσουν.
Χίλια ταξίδια κάνουνε και γνώσεις αποκτούνε,
μες τσι σελίδες βρίσκονται, ντελόγο τσι γροικούνε.
Πολλά ενδιαφέροντα, αν θέλουνε θα βρούνε,
από τα όσα γράφουνε, εκεί θε να τα δούνε.
Αν θέλουν να προκόψουνε, εφόδιο μεγάλο,
εις τα βιβλία βρίσκεται κι όχι στον παπαγάλο.