Δήλωση του υπουργού Οικονομικών: «Το πρόβλημα της Ελλάδας δεν είναι οικονομικό, αλλά κυρίως πολιτικό». Η ανεργία στο 26%, 20.000 νέες απολύσεις τον Αύγουστο, το χρηματιστήριο κατρακυλά σε τριψήφιο δείκτη τιμών και ο υπουργός Οικονομικών αποφασίζει να ασχοληθεί αρχικά με τον προβληματικό πολιτικό προσανατολισμό της χώρας και κατόπιν με την ασαφή έξοδο της Ελλάδας από το μνημόνιο.
Εάν το πρόβλημα είναι κυρίως πολιτικό, ποιος άλλος έχει μεγαλύτερο μερίδιο ευθύνης από ότι η κυβέρνηση στην οποία ο ίδιος συμμετέχει; Δυστυχώς για τον ίδιο και περισσότερο για εμάς, η δήλωσή του δεν είναι λανθασμένη. Με δεδομένο ότι σύγχρονη πολιτική σημαίνει κυρίως οικονομικός σχεδιασμός, ας αποφασίσει το επιτελείο του, ποιο είναι το οικονομικό μοντέλο που θέλει να ακολουθήσει. Αυτό θα σημαίνει ταυτόχρονα και ξεκάθαρη πολιτική θέση. Από την άλλη η δήλωσή του αυτή, μια δήλωση έμμεσης ειλικρίνειας, αποτελεί σαφή ένδειξη της αγωνίας του κυβερνητικού σχηματισμού ενόψει σοβαρών πολιτικών εξελίξεων. Αξίζει όμως να σημειωθεί ότι σοβαρές πολιτικές εξελίξεις δεν σημαίνουν ταυτόχρονα και αξεπέραστα προβλήματα διακυβέρνησης της χώρας. Η πιθανότητα εκλογών την άνοιξη του 2015 εμφανίζεται ως μια κακή εξέλιξη, λες και υπάρχει το θέσφατο, ότι μπορεί να κυβερνήσει μόνο η ΝΔ. Άραγε, ποιος είναι ο λόγος που η ΝΔ προσπαθεί να αποφύγει τις εκλογές; Μήπως γιατί διακρίνει την διαφαινόμενη ήττα της; Στην πραγματικότητα αυτό που φοβάται περισσότερο είναι η απουσία μετεκλογικών συμμαχιών.
Στην αντίπερα όχθη, ποιος είναι ο λόγος που ο ΣΥΡΙΖΑ επιζητεί εκλογές, αφού γνωρίζει ότι σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να πετύχει την πολυπόθητη αυτοδυναμία; Μήπως γιατί φοβάται ότι μια έξοδος της Ελλάδας από το μνημόνιο, με οποιοδήποτε τρόπο και κόστος, θα αλλάξει άρδην την ατζέντα της πολιτικής αντιπαράθεσης στοιχείο που θα μειώσει την κοινωνική του αποδοχή αφού σε αυτή την ατζέντα βασίζει την αντιπολιτευτική δράση; Οι δύο κυρίαρχοι πολιτικοί σχηματισμοί, έχουν τον ίδιο πολιτικό προβληματισμό: Γνωρίζουν αρχικά ότι δεν θα επιτύχουν αυτοδυναμία. Αλλά γνωρίζουν κυρίως ότι όποιος από τους δυο τους κερδίσει, θα κληθεί να συνεργαστεί με τις ίδιες πολιτικές δυνάμεις. Και συνεπώς, πόσο διαφορετική θα είναι η διακυβέρνηση της χώρας από ΝΔ, ΠΑΣΟΚ και Ποτάμι, από ότι αν κυβερνήσει ο ΣΥΡΙΖΑ, με ΠΑΣΟΚ και Ποτάμι; Αν δεν υπάρχει μεγάλη διαφορά, τότε ΠΑΣΟΚ και Ποτάμι διεκδικούν δικαίως τον τίτλο του πολιτικού μπαλαντέρ. Ταυτόχρονα, Χρυσή Αυγή, ΔΗΜ.ΑΡ. και Ανεξάρτητοι Έλληνες μένουν εκτός συζήτησης και περιμένουν απλά τον κοινωνικό τους θάνατο, που δεν θα είναι άλλος, παρά η απορρόφησή τους από ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ. Γιατί αυτό είναι το δύσκολο μεταίχμιο που βιώνουμε: Η αναμονή της απόφασης της κοινωνίας να δημιουργήσει εκ νέου έναν ισχυρό δικομματισμό.
Σε περίπτωση που δεν επιτευχθεί εκλογή Προέδρου Δημοκρατίας από την παρούσα Βουλή, τότε φυσιολογικά θα οδηγηθούμε σε εκλογές. Αυτό άλλωστε προβλέπει το Σύνταγμα του Κράτους. Αλλά σε αυτή τη χώρα έχουμε συνηθίσει εκτός από την παρανομία, να φοβόμαστε ακόμα και τους ίδιους τους νόμους. Η Βουλή δείχνει αδύναμη να επιλέξει ένα πρόσωπο κοινής αποδοχής για το ύψιστο αξίωμα. Δυστυχώς για τους πολιτικούς μας, πρόσωπο κοινής αποδοχής δεν σημαίνει πρόσωπο που αποδέχεται ο λαός, αλλά κυρίως πρόσωπο που επιλέγουν τα κόμματα. Είναι στατιστικά αδύνατο να μην μπορεί να εντοπιστεί ένας ικανός και αποδεκτός για τη θέση Προέδρου. Αλλά η διαφαινόμενη αδυναμία εκλογής, φαίνεται ότι βολεύει όλους τους κομματικούς σχηματισμούς. Τη ΝΔ, γιατί χρησιμοποιεί την πιθανότητα πρόωρων εκλογών ως στοιχείο πολιτικής αστάθειας. Τον ΣΥΡΙΖΑ, γιατί μόνο έτσι θα επιτύχει τη μεγαλύτερη δυνατή απορρόφηση ψηφοφόρων. Σε αυτή τη χώρα το πρόβλημα δεν είναι ούτε οικονομικό ούτε πολιτικό. Είναι περισσότερο ψυχολογικό. Κι αυτό γιατί κυρίως έχουμε συνηθίσει να κάνουμε τα πράγματα ανάποδα. Πρώτα μπαίνουμε στο μνημόνιο και μετά μαθαίνουμε του όρους. Πρώτα επιλέγουμε να βγούμε από το μνημόνιο και μετά σκεφτόμαστε προς τα πού θα βαδίσουμε. Γνωρίζουμε καλά ποιόν δεν μπορούμε να ψηφίσουμε, αλλά σχεδόν πάντα μας διαφεύγει το ποιόν αξίζει πραγματικά να ψηφίσουμε. Δεν έχουμε μάθει να λύνουμε κάθε πρόβλημα με τη σειρά του, αλλά είμαστε εξαιρετικοί στο να εντοπίζουμε το πρόβλημα που θα ακολουθήσει. Πορευόμαστε ανάποδα. Και πολιτικά ανάποδα σημαίνει δυστυχώς ότι βαδίζουμε προς τα πίσω!