Η απόφαση της κυβέρνησης να εκχωρήσει με αποικιακούς όρους τα περιφερειακά αεροδρόμια στο γερμανικό δημόσιο εγείρει ευθέως ζήτημα πολιτικής συνέπειας τόσο για την ηγεσία του κυβερνητικού σχηματισμού όσο και για τους τοπικούς βουλευτές που συναίνεσαν στην εν λόγω σκανδαλώδη παραχώρηση εφόσον σε αυτά συμπεριλαμβάνεται και το “Δασκαλογιάννης” των Χανίων.
Δεν πρόκειται φυσικά περί απλής μετατόπισης πολιτικής θέσης προς χάριν του ρεαλισμού όπως αυτές που συνήθως κάνουν τα κόμματα και οι βουλευτές όταν βρεθούν στην εξουσία. Είναι θέμα πολιτικής συνέπειας.
Στην πραγματικότητα το εν λόγω κεντρικό και τοπικό πολιτικό προσωπικό γνώριζε ότι η παραχώρηση των 14 περιφερειακών αεροδρομίων έχει πολλές πτυχές που σχετίζονται εκτός από το ιδεολογικό και προγραμματικό με την εθνική κυριαρχία, την οικονομία και την εν γένει λειτουργία των τοπικών κοινοτήτων. Γνώριζαν, επίσης, ότι η διαγωνιστική διαδικασία εμπεριέχει στοιχεία αδιαφάνειας εφόσον σύμβουλος αποκρατικοποίησης είναι ταυτοχρόνως και μέτοχος της γερμανικής, δημόσιου χαρακτήρα, εταιρείας που θα αναλάβει για πενήντα χρόνια τη λειτουργία των κερδοφόρων ελληνικών αεροδρομίων.
Η πλειοψηφία μάλιστα των σημερινών κυβερνητικών βουλευτών της περιοχής δεν είχε προβεί μόνο σε δηλώσεις, αλλά συμμετείχε ενεργά σε διάφορες εκδηλώσεις κατά της παραχώρησης του αεροδρομίου “Δασκαλογιάννης” και των υπολοίπων δεκατριών.
Είναι εκτεθειμένοι οι σημερινοί κυβερνητικοί βουλευτές στους πολίτες των Χανίων γι’ αυτά πού είπαν και για αυτά που έγραψαν, αλλά στο τέλος αναίρεσαν. Είναι υπόλογοι για τη σιωπή και τη συναίνεσή τους στο ξεπούλημα της στρατηγικής σημασίας δημόσια περιουσία, των πυλών εισόδου της χώρας.