Ευχάριστη είναι η είδηση ότι στο προσεχές μέλλον θα μπορούν να πραγματοποιηθούν κλιματικά ουδέτερες πτήσεις με συμβατικά επιβατικά αεροσκάφη. Προϋπόθεση αποτελεί η αντικατάσταση της κηροζίνης από κλιματικά ουδέτερα καύσιμα ενώ πιθανός μελλοντικός στόχος μπορεί να αποτελέσει η συνθετική κηροζίνη.
«Η παγκόσμια εναέρια κυκλοφορία θα μπορούσε να βασίζεται πλήρως σε συνθετικά καύσιμα σε δέκα χρόνια, εάν αυτό ήταν στόχος» αναφέρει στη Deutsche Welle ο Κρίστιαν Μπρέγιερ, καθηγητής Ηλιακής Οικονομίας στο Πανεπιστήμιο της Λαπεενράντα στη Φινλανδία.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα αυτών των καυσίμων σήμερα είναι η ένταξή τους στην αγορά: το γεγονός ότι υπάρχουν μόνο μικρές εγκαταστάσεις, καθόλου βιομηχανική παραγωγή και κανένας πολιτικός σχεδιασμός καθιστά δύσκολη την επικράτηση της φιλικής προς το περιβάλλον κηροζίνης έναντι της πιο φτηνής και συμβατικής επιλογής. Ωστόσο, για να επιδιώξουν οι αεροπορικές εταιρείες τη χρήση των νέων καυσίμων θα πρέπει να έχουν και τα αντίστοιχα κίνητρα.
Εναέρια κυκλοφορία με κλιματικά ουδέτερες πτήσεις
Ένας άλλος στόχος για το μέλλον θα ήταν επίσης οι πιο φιλικές προς το περιβάλλον πτήσεις. Σε μεγάλα υψόμετρα, τα αεροπλάνα προκαλούν πρόσθετες κλιματικές επιπτώσεις λόγω των οξειδίων του αζώτου, του όζοντος, της αιθάλης και της νέφωσης. Σύμφωνα με το Γερμανικό Κέντρο Αεροδιαστημικής Έρευνας, η τρέχουσα εναέρια κυκλοφορία παράγει θερμαντικές επιπτώσεις ίδιου μεγέθους με το εκπεμπόμενο διοξείδιο του άνθρακα.
«Από τη μία πλευρά υπάρχει η επιλογή να σταματήσουμε δρομολόγια πτήσεων που είναι ιδιαίτερα επιβλαβή για το κλίμα» εξηγεί ο Ούρμπαν Βάισχαρ, ειδικός σε θέματα πτήσεων στη «Lufthansa Systems». Η άλλη επιλογή θα ήταν να συμπεριλάβουμε τις θερμαντικές επιπτώσεις στην εμπορία εκπομπών. Οι αεροπορικές εταιρείες που θα επιλέγουν φιλικά προς το κλίμα δρομολόγια, θα πληρώνουν λιγότερο για την ατμοσφαιρική ρύπανση και έτσι θα μπορούν να εξοικονομούν χρήματα. «Πιστεύω ότι η εισαγωγή ενός τέτοιου συστήματος μέχρι το 2025 είναι εφικτή» αναφέρει στη Deutsche Welle ο ερευνητής του Γερμανικού Κέντρου Αεροδιαστημικής Έρευνας Ζίγρουν Μάτες.
Προκειμένου να περιοριστεί η υπερθέρμανση του πλανήτη, όλες οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου θα πρέπει να μειωθούν στο μηδέν μέχρι το 2050. Ωστόσο η τάση στις αερομεταφορές παγκοσμίως σήμερα είναι διαφορετική. Σύμφωνα με το Διεθνές Συμβούλιο για τις Καθαρές Μεταφορές, οι εμπορικές αερομεταφορές εξέπεμψαν συνολικά 918 εκατομμύρια τόνους CO2 το 2018. Σύμφωνα με το Διεθνή Οργανισμό Πολιτικής Αεροπορίας, η ζήτηση καυσίμων στη διεθνή εναέρια κυκλοφορία μπορεί να τετραπλασιαστεί μέχρι το 2050.
Ποιες λύσεις συζητούνται;
Αυτή τη στιγμή ο Διεθνής Οργανισμός Αερομεταφορών συζητά τη λήψη αντισταθμιστικών μέτρων για τη ρύπανση από το διοξείδιο του άνθρακα στην εναέρια κυκλοφορία. Ένα μικρό μέρος των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου θα αντισταθμιστεί από την εξοικονόμηση CO2 σε κάποιον άλλο τομέα. Ωστόσο, στο επιστημονικό περιοδικό «Nature Climate Change» οι επιστήμονες προειδοποιούν ότι τα μέτρα αυτά μπορεί να είναι αναποτελεσματικά για το κλίμα, καθώς η εμπορία των υφιστάμενων δικαιωμάτων ρύπανσης δεν προσφέρει καμία νέα εξοικονόμηση CO2.
Ένα σημαντικό μέτρο είναι επίσης η μετατόπιση του ενδιαφέροντος από την εναέρια κυκλοφορία στις σιδηροδρομικές μεταφορές. Σήμερα η εναέρια κυκλοφορία έχει πολλά οικονομικά πλεονεκτήματα: η κηροζίνη εξαιρείται από τον φόρο ενέργειας, οι διεθνείς πτήσεις δεν επιβαρύνονται με ΦΠΑ και σε πολλές περιπτώσεις τα αεροδρόμια λαμβάνουν για τη λειτουργία τους κρατικές επιχορηγήσεις.
Η Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Περιβάλλοντος συμβουλεύει ότι η ζημία που προκαλείται στο κλίμα θα πρέπει να κοστολογείται στο μέλλον και να συμπεριλαμβάνεται στην τιμή του αεροπορικού εισιτηρίου. Η λογική του όλου συστήματος θα πρέπει να είναι ότι η επιλογή φιλικών προς το κλίμα αερομεταφορών θα πρέπει να ανταμείβεται. Αυτό θα αφορά βέβαια και τον ίδιο τον κλάδο των αεροπορικών εταιρειών, καθώς εάν επιβραβεύονται με ανάλογο τρόπο και οι αερομεταφορείς, η ζήτηση εναλλακτικών καυσίμων για τα αεροπορικά δρομολόγια θα μπορούσε να αυξηθεί με θετικά αποτελέσματα για το περιβάλλον.