Ο κύριος Μπομπέν! Ανά διαστήματα κυκλοφορούσαν σκόρπιες φήμες σχετικά με κάποια επικείμενη έκδοση ενός βιβλίου του στα ελληνικά. Πριν από δέκα χρόνια είχε κυκλοφορήσει από τις πατρινές εκδόσεις Χαραμάδα Ο αιχμάλωτος του λίκνου, ενώ στα τέλη του προηγούμενου αιώνα είχαν κυκλοφορήσει από τις Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου τέσσερα ακόμα δικά του βιβλία (Η ξέφρενη πορεία, Η γυναίκα που έρχεται, Η ανέλπιστη, Η κίσσα) και από τις εκδόσεις Εξάντας Η φάλαινα με τα πράσινα μάτια. Και να που το πλήρωμα του χρόνου έφτασε και στο αμπάρι κουβαλούσε την Αυτοπροσωπογραφία στο καλοριφέρ.
Παρασκευή 19 Απριλίου
Η μυρωδιά του φρεσκοκομμένου χόρτου γύρω από τις πολυκατοικίες φέρνει αυτή τη μέρα στο απόγειο της δόξας της. Ό,τι άλλο έρθει, θα είναι επιπλέον. Μπορεί κανείς να εκτιμήσει ότι γίνεται μεγάλη ιστορία για το τίποτα -και όμως: τα χρήματα, η επιτυχία, η εργασία, το διάβασμα και ο έρωτας δεν δίνουν μέθη τόσο έντονη, όσο αυτό το κομμένο χορταράκι, καθώς εναποθέτει τη μικρή του ψυχή στα χέρια του ανέμου.
Ημερολόγιο απώλειας. Ο αφηγητής απευθύνεται αποκλειστικά στη νεκρή, επιμένει να συνομιλεί σχεδόν καθημερινά μαζί της, της διηγείται πράγματα μικρά, ελάχιστα, όμως σημαντικά, της περιγράφει τον κύκλο ζωής των λουλουδιών στο βάζο, επαναλαμβάνει τις απορίες της πεντάχρονης κόρης της, εκμυστηρεύεται τις σκέψεις του σχετικά με τη γραφή, τις γενικόλογες απαντήσεις του όταν τον ρωτούν τι γράφει, της μιλάει για τις μικρές βόλτες στη γειτονιά και για τη νεαρή μητέρα που περπατά στον δρόμο με τα παιδιά της. Απευθύνεται αποκλειστικά σε εκείνη, με τον τρόπο που μιλάνε μεταξύ τους όσοι γνωρίζονται καλά, χωρίς περιττές λέξεις και πληροφορίες, με τον κώδικα εκείνο που συνθέτουν οι άνθρωποι με τον καιρό, καθώς πλησιάζουν ο ένας τον άλλον, σχεδόν ψιθυριστά. Το γνώριμο ύφος του Μπομπέν, ποιητικό, λυρικό και περίκλειστο, με το λεξιλόγιο που δεν αποκλείει ούτε την πλέον ταπεινή λέξη, με τον τόπο να εξαντλείται στο Λε Κρεζό της Βουργουνδίας και τα περίχωρά του, εκεί που γεννήθηκε το 1951 και συνεχίζει να ζει και να γράφει, και να είναι παρόν και σε αυτό το βιβλίο, σε ακόμα πιο έντονο βαθμό, εξαιτίας της ημερολογιακής δομής και της αφηγηματικής σύμβασης με τη μία και μοναδική αναγνώστρια-παραλήπτρια στην οποία απευθύνεται. Και είναι η δυναμική του ιδιωτικού αυτού κώδικα που κατά τη γνώμη μου ή κατά το αναγνωστικό μου βίωμα ακριβέστερα, παρότι αποκλείει τον αναγνώστη του ημερολογίου αυτού χωρίς να του διευκρινίζει και να του εξηγεί κάτι, τον συγκινεί και μετατρέπει το ημερολόγιο αυτό σε λογοτεχνία.