Παρασκευή, 22 Νοεμβρίου, 2024

Αγαπητέ μαλακά

» Virginie Despentes (µτφρ. Γιώργος Καράµπελας, εκδόσεις Στερέωµα)

Πρόσφατα, πριν διαβάσω την τριλογία, Βερνόν Σουµπουτέξ, άλλο από το αναγνωστικό ένστικτο δεν είχα στο σακούλι των –έτσι και αλλιώς, σχεδόν πάντοτε αυθαίρετων– προσδοκιών για το λογοτεχνικό έργο της Βιρτζινί Ντεπάντ. Πέρασα πολύ καλά κατά την ανάγνωση και το όνοµα της συγγραφέως προστέθηκε στη µακρά λίστα των δηµιουργών εκείνων που προτίθεµαι να παρακολουθήσω µέσα στα χρόνια. Πριν ακόµα κοπάσει η επίδραση της τριλογίας µέσα µου, κυκλοφόρησε το Αγαπητέ µαλάκα, σε µετάφραση Γιώργου Καράµπελα, πάντοτε από τις εκδόσεις Στερέωµα. Ο χρόνος άρχισε να µετράει αντίστροφα. Ο ορίζοντας  των αναγνωστικών µου προσδοκιών, έχοντας επιµελώς φροντίσει να µη διαβάσω το οτιδήποτε σχετικά, ούτε καν το οπισθόφυλλο του µυθιστορήµατος, είχε διαµορφωθεί εν πολλοίς από το προηγούµενο αναγνωστικό στίγµα, αλλά και, ας µη γελιόµαστε, από τον ίδιο τον τίτλο, που διαθέτει µια ευρεία δεξαµενή πιθανής απεύθυνσης.

Γραµµένο σε επιστολική µορφή, µια διαδοχή ψηφιακών γραµµάτων ανάµεσα σε µια άλλοτε ποθητή και λαµπερή ηθοποιό και έναν νεαρότερο συγγραφέα που βρέθηκε στο στόχαστρο εξαιτίας της καταγγελίας µιας πρώην συνεργάτριάς του για σεξουαλική παρενόχληση. Όταν εκείνος είδε την ηθοποιό σε ένα καφέ, όχι µόνο τη φωτογράφισε, αλλά φρόντισε να κοινοποιήσει τη φωτογραφία αυτή στο ίνσταγκραµ συνοδευόµενη από ένα αρκετά πικρόχολο σχόλιο. Εκείνη δεν άφησε το γάντι στο πάτωµα, το σήκωσε και απάντησε: «Αγαπητέ µαλάκα, διάβασα τι έγραψες στον Insta σου. Είσαι σαν περιστέρι που µε κουτσούλησε στον ώµο όπως περνούσα: βροµερό και πολύ δυσάρεστο. Νια νια νια, είµαι ένας φωνακλάς που τον έχουν όλοι γραµµένο και τζιρίζω σαν τσιουάουα µπας και µε προσέξουν. ∆όξα και τιµή στα σόσιαλ: το κέρδισες το δεκαπεντάλεπτο της φήµης σου. Απόδειξη; Κάθοµαι τώρα και σου γράφω».

Καιρό είχα να διαβάσω ένα επιστολικό µυθιστόρηµα, κάποτε ήταν µια συνήθης λογοτεχνική τεχνική, πια µοιάζει αφηµένη στο παρελθόν της, ίσως γιατί τώρα πια δεν διαθέτει ένα κύριο χαρακτηριστικό της, όπως είναι η αναµονή της απάντησης, του χρόνου που µεσολαβούσε από απάντηση σε απάντηση, αφού, σήµερα, η ανταλλαγή ηλεκτρονικών µηνυµάτων, έστω και µακροσκελών, έχει µετατραπεί σε µια στιγµιαία υπόθεση, το πάτηµα ενός κουµπιού αρκεί. Η αµεσότητα αυτή προσθέτει, ωστόσο, µια άλλη παράµετρο, εκείνη της εν θερµώ αντίδρασης, συχνά υπό το βάρος των καιρικών φαινοµένων που επικρατούν κατά τη δεδοµένη εκείνη στιγµή. Θέλω να πω πως αν η Ρεµπεκά Λατέ έπρεπε να γράψει σε χαρτί την απάντηση και ύστερα να βρει τον χρόνο να την ταχυδροµήσει, ίσως και να το µετάνιωνε, για χίλιους λόγους διαφορετικούς µεταξύ τους, και να τσαλάκωνε σε µια µπάλα χάρτινη την επιστολή και να δοκίµαζε τις ικανότητές της στην καλαθοσφαίριση. Όµως, εκείνη απάντησε και εκείνος απάντησε και το µυθιστόρηµα αυτό γεννήθηκε.

Το Αγαπητέ µαλάκα εκδόθηκε το 2022, ο αφηγηµατικός χρόνος της ιστορίας είναι σχεδόν ταυτόχρονος, η περίοδος της πανδηµίας, το Παρίσι που ξάφνου βουβάθηκε και ο χρόνος πήρε άλλες διαστάσεις, το κίνηµα metoo πρωταγωνιστεί στη δηµόσια σφαίρα, ενώ η επέλαση των µέσων κοινωνικής δικτύωσης συνεχίζεται µε αµείωτο ρυθµό και ένταση. Σε αυτά θα ήθελα να προσθέσω και κάτι που συµπεριέλαβα ως σχόλιο στο κείµενό µου για το Βερνόν Σουµπουτέξ και είχε να κάνει µε το γεγονός πως στα µάτια µου η πρόζα της Ντεπάντ διαθέτει µια προκλητικότητα που µου θύµισε τον, έντονης πολεµικής, Μισέλ Ουελµπέκ. Κάποια κοµµάτια της τριλογίας θα είχαν βρεθεί στο στόχαστρο αν είχαµε να κάνουµε µε λευκό, δυτικό και άντρα συγγραφέα, πόσο µάλλον αν ήταν συστατικό κάποιου βιβλίου τού ίσως πιο αµφιλεγόµενου συγγραφέα της εποχής µας.

Η πρόκληση υπάρχει σε υψηλή συγκέντρωση και εδώ. Είναι ο τρόπος της Ντεπάντ να δηλώσει το προφανές, οι ιδέες και η θεωρία δεν είναι µονοσήµαντες, όχι τουλάχιστον αυτές που ευελπιστούν να αποτυπώσουν τον κόσµο γύρω τους, να προβληµατίσουν και ίσως να ωθήσουν στην αλλαγή. Το προσκλητήριο απαντάται από ετερογενή µέλη που για τους δικούς τους λόγους νιώθουν πως ανήκουν εκεί, όµως, αργά ή γρήγορα, θα αντιληφθούν, δυστυχώς, πως τα κοινά γνωρίσµατα είναι ελάχιστα σε σχέση µε τις κόκκινες γραµµές. Ο φεµινισµός είναι ένα καλό παράδειγµα αυτού. Εξ ου και οι αµέτρητες εκφάνσεις του, οι διαφοροποιήσεις µεταξύ οµάδων και µεµονωµένων προσώπων που από µακριά, χωρίς ιδιαίτερη σκέψη και προσοχή, µοιάζουν να ταυτίζονται, µε πρώτο και κύριο το γεγονός πως το να είσαι γυναίκα δεν σε τοποθετεί αυτόµατα εντός του φεµινιστικού αγώνα. Η Ντεπάντ αποτυπώνει αυτές τις ιδιαιτερότητες χωρίς διάθεση για στρογγύλεµα και ανέξοδες γενικεύσεις, η πρόκληση δεν είναι για την πρόκληση, αλλά για την αποτύπωση της συγχρονίας και της πολυπλοκότητας της ανθρώπινης φύσης και κοινωνίας. ∆εν γυρεύει το άσπρο µαύρο της αποδοχής ή της απόρριψης, αλλά επιθυµεί να διασκορπιστεί στις µεταξύ τους αποχρώσεις.

Η υποκειµενικότητα δεν περιορίζεται άλλωστε στην άρθρωση της θεωρίας αλλά επεκτείνεται και στην πρόσληψή της και αυτό δεν θα µπορούσε να απουσιάζει από ένα µυθιστόρηµα που στοχεύει στην κοινωνική αποτύπωση του σηµερινού κόσµου. Η Ντεπάντ µοιάζει να λέει πως στη θεωρία και στην ασφάλεια της απόστασης όλα µοιάζουν απλά, αντίχειρας πάνω ή αντίχειρας κάτω, ωστόσο, η πρακτική της ζωής περιπλέκει τα πράγµατα, µας φέρνει αντιµέτωπους µε τον ίδιο µας τον εαυτό και τις µονοµπλόκ ιδέες που τον απαρτίζουν, καλούµαστε να επαναλάβουµε, όσο και αν το µισούµε κάτι τέτοιο, πολλά ναι µεν αλλά, και το συµπαγές θεωρητικό µας υπόβαθρο γεµίζει ραγισµατιές, καθώς όλα εν τέλει αποδεικνύονται σχετικά και υπό διαρκή αίρεση και πιθανή αναθεώρηση. Παρότι φαινοµενικά κάτι τέτοιο δεν συνάδει µε την πρόζα της Ντεπάντ, υπάρχει µια ανθρωπιστική δήλωση σε αυτή την πρόκληση, η παρατήρηση πως ο κόσµος είναι αρκούντως περίπλοκος για µια διέλευση χωρίς πληγές και τραύµατα στον προσωπικό µας καµβά, χωρίς υποχωρήσεις και συµβιβασµούς, ιδιαίτερα στη σκιά της άµεσης αντίδρασης που ο ψηφιακός κόσµος επιβάλλει, χωρίς να δίνει τον χρόνο να πλησιάσουµε και να παρατηρήσουµε µε προσοχή, έτσι όπως το καρουζέλ διαρκώς περιστρέφεται µε νέες εικόνες που απαιτούν την αποδοχή ή την απόρριψη µε το πάτηµα ενός µόνο κουµπιού επιδοκιµασίας ή µη, σε µια στρεβλή ρωµαϊκή αρένα.

Πέρα από τη δεδοµένα ικανή πρόζα, το Αγαπητέ µαλάκα χαρακτηρίζεται και από µια ζηλευτή αποφυγή κοιλιάς ή κόπωσης, η Ντεπάντ πετυχαίνει µε ευκολία να υπηρετήσει τον επιστολικό χαρακτήρα του µυθιστορήµατος, χωρίς να πληγωθεί από τους αναπόφευκτους ειδολογικούς περιορισµούς, προσφέροντας αναγνωστική απόλαυση παράλληλη των σκέψεων και της συναισθηµατικής κυρίως αντίδρασης επί του περιεχοµένου. Τα πρόσωπα της ιστορίας κάθε άλλο παρά ηρωικά χαρακτηριστικά διαθέτουν, η επιστολική µορφή, που επιτρέπει και φροντίζει την εξοµολόγηση, την αφαίρεση ενός τουλάχιστον αριθµού από µάσκες, εξυπηρετεί αυτό το γύµνωµα που η Ντεπάντ στοχεύει για τους χαρακτήρες της, που καταφέρνουν να υπερβούν τη στερεοτυπία της περιγραφής τους, όχι για να φανούν αληθοφανείς, αλλά για να ενσωµατώσουν την πολυπλοκότητα της εποχής σε αντιδιαστολή µε την ταχύτητα στην εκφορά απόλυτης και τελεσίδικης γνώµης επί παντός επιστητού: σχολιάζω στα σόσιαλ και γι’ αυτό υπάρχω.

Καµία διάθεση για διδακτισµό και ηθικοπλασία, άπαντες, πρόσωπα και αναγνώστες, µένουν αβοήθητοι, δυσκολεύονται να βρουν να δέσουν µε ασφάλεια σε ένα γνώριµο λιµάνι, αποµένουν να µετεωρίζονται διαρκώς αµφίθυµοι, ακόµα και απέναντι στον ίδιο τους τον εαυτό. Ούτε όµως κάποιου είδους πλύση σε υψηλή θερµοκρασία, η Ντεπάντ νιώθει άνετα στον ρόλο της συγγραφέως και δεν επιθυµεί την δικαστική, κοινωνιολογική ή ηθική φιλοσοφία ως αναχωρητικό αποκούµπι επί του οποίου θα σταθεί και θα αγορεύσει στο συγκεντρωµένο πλήθος. Αν νιώθετε σίγουροι για τις ιδέες και τη θεωρία σας, ίσως να µην είναι για εσάς αυτό το µυθιστόρηµα, ή ίσως, τώρα που το σκέφτοµαι, να είναι κυρίως για εσάς τους εγώ ξέρω.


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα