Είναι φορές που σκέφτομαι πως αυτή η πόλη -τα Χανιά- είναι μια ξένη πόλη.
Πως όλοι εμείς, πρωταγωνιστές της ταινίας είμαστε «Δύο ξένοι στην ίδια πόλη».
Κι αμέσως μετά λέω: «Μπα, δεν μπορεί. Τούτος είναι ο τόπος μας, η δική μας γη της ελευθερίας».
Να ’χανε, λέει, το κουράγιο οι πάσης φύσεως αρμόδιοι να πάνε ένα “γύρο” από γειτονιά σε γειτονιά, να μας δουν, να μας ακούσουν, να νιώσουν την πόλη.
Μα τι τα θες, τι να γυρέψεις πια από τον “κόμη” και τους τοπικούς εξουσιούχους που κάμανε την πόλη, μια “πόλη τσέπης”.
Μικρή πόλη, τόσο δουλική, ίσα που χωρά σε μια τρύπια τσέπη.
Να ’τανε λέει δυνατόν, να βγουν τα Χανιά στη λοτζέτα (στο μπαλκόνι) της Μεσογείου, να περνάνε τα βαπόρια και τ’ αεροπλάνα να την καμαρώνουν.
Γιατί όταν προτιμάς… την επικοινωνιακή χαμεκοιτία (το ξαπλωταριό) όλο και καμιά σπασμένη πλάκα σε ένα πεζοδρόμιο μπορεί να σου στραμπουλήξει το ποδάρι.
Και τότε η λοτζέτα (η βεράντα της πόλης) στην αεροφωτογραφία θα στέκεται εκεί αμήχανη.
Σιγά μη σπάσουν τα αυγά όταν τα κουβαλούν, θα μου πείτε.
Τι να πουν δυο ξένοι στην ίδια πόλη; Δεν υπήρξανε ποτέ για να συναντηθούνε.