∆ιαβάζουµε έκπληκτοι στις εφηµερίδες, την εξής βαρυσήµαντη είδηση, που έσκασε σαν µια µικρή βόµβα περίπου, µέσα σε λιµνάζοντα νερά. Το ότι δηλαδή, η τωρινή διοίκηση του Βρετανικού Μουσείου, η κατέχουσα προκλητικά και αµετάκλητα επί σωρεία ετών, τόσα µικρά και µεγάλα µαρµάρινα αρχαιοελληνικά αγάλµατα, (τα ισχυρότερα αποδεικτικά στοιχεία ενός απαράµιλλου πολιτισµού), απέλυσε πρόσφατα τον υπεύθυνο υπάλληλο, τον αρµόδιο επιστάτη της φύλαξης, εντός µίας υπερσύγχρονης αποθήκης, χιλιάδων ανεκτίµητων χρυσών κοσµηµάτων της αρχαίας Ελλάδας.
Και ο λόγος βεβαίως προφανέστατος, διαπιστώθηκε δηλαδή τελικά ότι είχαν κλαπεί από τον εν λόγω χώρο, αυτά τα πάµπολλα και καλοδουλεµένα αρχαιοελληνικά χρυσά αντικείµενα. Μαζί µε άλλους τόσους κοµψούς, πολύτιµους και ηµιπολύτιµους λίθους, που χρονολογούντο σε πολλούς αιώνες προ Χριστού, από την δηµιουργική επεξεργασία τους.
Η υπόθεση πολύ γρήγορα πήρε διαστάσεις και έτσι λοιπόν, εκ των πραγµάτων, ο διευθυντής (παραιτηθείς πλέον) του συγκεκριµένου Βρετανικού Ιδρύµατος, κ. Χαρτγουιγκ Φίσερ, αναγκάστηκε να δηλώσει αµέσως ότι το Μουσείο θα καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια για την γρήγορη ανακάλυψη των χαµένων αντικειµένων. Όµως το αξιοπερίεργο και οξύµωρο συνάµα είναι ότι όλα αυτά συµβαίνουν την ώρα που το επίσηµο Βρετανικό Αρχαιολογικό Συµβούλιο, αρνείται πεισµατικά στην χώρα µας, την επιστροφή των πολλών, δολίως απαχθέντων µαρµάρων µας. Υποστηρίζοντας µάλιστα, ένθεν και κακείθεν, στα διεθνή φόρα, υποστηρίζοντας άκουσον, άκουσον, το ότι η τήρηση των κανόνων ασφαλείας, στα δικά µας τα Μουσεία, δεν είναι η αρµόζουσα. Είναι µε δυο λόγια πληµµελής και γι’ αυτό ακριβώς καθυστερεί και αναβάλλεται επ’ αόριστον η επιστροφή τους. Ω της µεγάλης, ω της αναισχύντου υποκρισίας τους.
Η συγκεκριµένη είδηση, σπαρταριστή και κοχλακίζουσα, ταρακούνησε ευθύς και ως φαίνεται αρκετά, το υπερήφανο συλλογικό θυµικό αρκετών Νεοελλήνων. Μάλλον επειδή και η όλη σχετική, παλιά πλέον ιστορία, είναι λίγο πολύ γνωστή και πικρή και αχώνευτη στους πολλούς, εάν όχι σε όλους, τους σύγχρονους Έλληνες. Αλλά ας την θυµηθούµε ξανά, µε λίγες γραµµές µόνο.
Ο λόρδος του Έλγιν, διπλωµάτης και στρατιωτικός, λεηλάτησε οικτρά τα γλυπτά της Ακρόπολης και του Παρθενώνα και όχι µόνο. Από το 1801-1810, µε ένα φιρµάνι του Τούρκου Καϊµακάµ Πασά, αποστέλλει ατµοπλοϊκώς στην Αγγλία, µέσα σε ξύλινα κιβώτια, 253 γλυπτά δηµιουργήµατα. Κλασικοί, ανεκτίµητοι θησαυροί, αποσπασθέντες δολίως από την πατρίδα µας, αγοράζονται από την Βρετανική Κυβέρνηση για 35.000 λίρες. Μία Καρυάτις, αρκετά έργα του Φειδία, µαρµάρινες υδρίες, µετόπες και κιονόκρανα, επιτύµβιες στήλες και βωµοί του Ερέχθειου και της Απτέρου Νίκης.
Πάραυτα, οι ποιητές Σατωβριάνδος και Οράτιος Σµιθ εξεγείρονται και ο λόρδος Μπάιρον δηµοσιεύει το ποίηµα του «»η κατάρα της Αθηνάς». Τίποτα, ανώφελα όλα. Η επίσηµη Αγγλία είναι ανυποχώρητη και θεωρεί πλέον τα αγάλµατα µας, ως δικά της. Για να γίνεται έτσι, καθηµερινά, πιο πλούσια η γηραιά Αλβιών και πιο φτωχή, αρκετά, η δοξασµένη Ελλάδα του Περικλή και του Μ. Αλεξάνδρου, εµείς όλοι.
Ο Ικτίνος, ο Καλλικράτης και ο Φειδίας, οι εργάτες των λατοµείων της Πεντέλης, οι κατασκευαστές του Παρθενώνα, λιθοξόοι, µαρµαρογλύπτες και χρυσοχόοι, χαλκοπλάστες, ξυλουργοί και αµαξοπηγοί, όλοι αυτοί, µου φαίνεται πως κλαίνε. Ναι, ίσως κλαίνε γοερά και αφόρητα στενάζουν οι ψυχές τους, για την παγκόσµια ιεροσυλία που έγινε στην µικρή αλλά τόσο όµορφη χώρα του Φωτός. Περισσότερο ίσως υποφέρουν οι ψυχούλες τους, από όλους εµάς, τους όσους Νεοέλληνες κατοίκους, της προγονικής αυτής, της µητέρας γης µας.
Η Μελίνα Μερκούρη στο χθες, το αλησµόνητο και φωτοβόλο, καλώς, πολύ καλώς βροντοφώναζε. Αλλά και η διάσηµη δικηγόρος Αλαµουντίν Κλούνεϊ στο σήµερα, το ισοπεδωτικό και ονειροφάγο, πάλι καλώς, πολύ καλώς διαµαρτύρεται. Και οι όποιοι σύγχρονοι Φιλέλληνες παγκοσµίως, επίσης καλώς, άριστα πράττουν και διαµαρτύρονται. Όµως αυτό, σίγουρα, δεν είναι αρκετό. Πρέπει, θα ‘πρεπε σύσσωµος ο απανταχού Ελληνισµός, να απαιτεί, να απαιτεί συνεχώς, φορείς και λαός, ένα σώµα που λένε. Για να τελεσφορήσει επιτέλους, το λογικό, το ηθικό, το αυτονόητο. Για να µην συνεχίσουν να ευοδώνονται, ούτε για ένα λεπτό της ώρας, αυτά τα λογικοφανή µα παντελώς άδικα επιχειρήµατα. Της άλλης, της αντιδίκου πλευράς, της κρατούσης τα ηνία της υπόθεσης.
Αιδώς αδικούντες, αιδώς. Αλλάξτε πορεία, αλλάξτε ρότα. Βιαστείτε. Πριν να ενεργοποιηθούν οι πανίσχυροι νόµοι του σύµπαντος, οι επιλεγόµενοι πνευµατικοί.
Του δικαιοκρίτη εξουσιαστή των πάντων. Που από τότε, από τα πανάρχαια χρόνια των προγόνων µας, µας το διευκρίνιζε µε σαφήνεια, το ότι δηλαδή «έστι δίκης οφθαλµός, ος τα πανθ’ ορά». Αλλά και µετά, σήµερα είναι και το άλλο βέβαια, το πεντακάθαρο στόµα του χαριτωµένου Απόστολου των Εθνών, που επίσης, µε µεγαλύτερη σαφώς βαρύτητα, µας το υπογράµµισε, παροµοίως. Πως δηλαδή, οποιαδήποτε παράβαση, υλική ή πνευµατική ενός ατόµου ή και γενικότερα, µικρών ή µεγάλων ανθρώπινων οµάδων ή ακόµα και ολόκληρων εθνών, εκεί, κάπου, σε κάποια γωνία της ζωής, ω ναι, κάποτε, όλοι τελικά, εισπράττουν την αντίστοιχη µισθαποδοσία των πεπραγµένων τους. Γιατί, έτσι είναι, πάντα το σήµερα το κοντινό ή ακόµα και αυτό το αύριο, το πιο µακρινό, εν πυρίνη αναµονή τελεσιδικίας, θαρρείς διατελούν…