Με αφορμή το περιστατικό που συνέβη στο νοσοκομείο Χανίων, οπού δόθηκε το ραντεβού μετά από δύο χρόνια στη γαστρεντερολογική κλινική, αναδεικνύεται για άλλη μια φόρα η έλλειψη ενός οργανωμένου συστήματος πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας στη χώρα μας. Υπό το πρίσμα αυτό, οι δομικές στρεβλώσεις αναπαράγονται και διαιωνίζονται.
Για παράδειγμα ο νοσοκομειακός τομέας στη χώρα, απορροφά το 42% της συνολικής δαπάνης υγείας, έναντι 30% του μέσου όρου των χώρων του ΟΟΣΑ. Πράγμα που στερεί πόρους από την πρωτοβάθμια περίθαλψη και την μακροχρόνια φροντίδα υγείας.
Πιο συγκεκριμένα, τα νοσοκομεία για να ανταποκριθούν πιο ενεργά στο ρόλο τους σήμερα, θα πρέπει να παρέχουν εξειδικευμένες εξετάσεις και υπηρεσίες και όχι να κλείνουν εξετάσεις σε κατάσταση ρουτίνας ή να λειτουργούν ως ένα κέντρο πρωτοβάθμιας περίθαλψης. Τα νοσοκομεία είναι δομημένα, έτσι ώστε να παρέχουν εξειδικευμένες δευτεροβάθμιες και τριτοβάθμιες υπηρεσίες υγείας.
Η συσσώρευση ασθενών για εξετάσεις ρουτίνας αποτελεί ίσως μία από τις σημαντικότερες αιτίες για τις μακροχρόνιες λίστες αναμονής σ’ ένα νοσοκομείο. Αξίζει να αναφερθεί το μοντέλο της Αγγλίας στη πρωτοβάθμια περίθαλψη, όπου χωρίς το παραπεμπτικό και την απόφαση του γενικού γιατρού δεν δύναται κανείς να εισαχθεί στο νοσοκομείο ως τακτικό περιστατικό. Με αυτό τον τρόπο η Αγγλία πέτυχε την μείωση των λιστών αναμονής.
Επίσης αυτό που καθίσταται σαφές, είναι ότι τα νοσοκομεία πρέπει να αλλάξουν μοντέλο διοίκησης. Διότι δεν νοείται οι πρωτοβάθμιες υπηρεσίες των νοσοκομείων να απορροφούν μεγάλο όγκο του καθημερινού φόρτου εργασίας ενός νοσοκομείου σε ασθενείς που προσέρχονται χωρίς παραπεμπτικά. Αυτό για να συμβεί θα πρέπει να είναι υποχρεωτική η παρουσίαση παραπεμπτικού για την πραγματοποίηση ειδικών εξετάσεων ή θα πρέπει να γίνει αντιληπτό από τούς ασθενείς που προσέρχονται μόνοι τους ότι θα περιμένουν μεγάλο χρονικό διάστημα.
Συμπερασματικά, η παροχή ειδικών εξετάσεων από το νοσοκομείο όπως οι γαστροσκοπήσεις και οι κολονοσκοπήσεις κλπ, θα πρέπει να διενεργούνται με την παρουσία παραπεμπτικού από θεράποντα γιατρό και επιβάλλεται να δημιουργηθεί μια κοινή αντίληψη για την επείγουσα μετατόπιση από την έμφαση στην θεραπευτική φροντίδα προς την πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας.