«Άνθρωπον ουκ έχω ην ίνα όταν ταραχθεί
το ύδωρ βάλει με εις την κολυμβήθραν»
Η απάντηση του Χριστού απόλυτα θεοπρεπέστατη «έγειρε, άρον τον κράβατόν σου και περιπάτει».
Η Πεντηκοστή είναι μία από τις μεγάλες εορτές των Ιουδαίων, γι’ αυτό και ο Χριστός εκείνη την ημέρα ανεβαίνει στα Ιεροσόλυμα για να βρεθεί σε αυτή την εορτή.
Η κολυμβήθρα ονομάζεται προβατική γιατί βρίσκεται κοντά στην πύλη που περνούσαν τα πρόβατα για τη θυσία της Πεντηκοστής.
Η δεξαμενή ήταν χτισμένη από τον Σολομώντα, είχε νερό και κατά διαστήματα κατέβαινε άγγελος του Θεού και τάραζε το νερό και όποιος από τους ασθενείς που βρισκόταν εκεί περιμένοντας τον Άγγελο και την ταραχή του νερού έπεφτε πρώτος στην κολυμβήθρα εθεραπεύετο αμέσως «ωδήποτε κατείχε το νοσήματι».
Μεταξύ των πολλών εβρίσκονταν στις στοές αυτής της κολυμβήθρας ήταν και ένας παράλυτος που για 38 έτη περίμενε την ευκαιρία να πέσει πρώτος στη δεξαμενή μετά την ταραχή του ύδατος από τον Άγγελο.
Αξιοθαύμαστη καρτερική υπομονή του ανθρώπου. Η μαθιά του Ιησού πέφτει πάνω του και ο Χριστός αιφνίδια και απροσδόκητα τον ρωτά θέλεις να γίνεις καλά; Η απάντηση του παραλυτικού υπήρξε απάντηση πόνου και εγκατάλειψης, Κύριε άνθρωπον ουκ έχω ίνα όταν ταραχθεί το ύδωρ βάλει με εις την κολυμβήθρα. Αργότερα όταν ρωτήθηκε ο παράλυτος ποιος τον έκανε καλά δεν γνώριζε. Κι όταν το γνώρισε ομολόγησε ότι ο Χριστός ήταν ο σωτήρας του. Όχι για να κατηγορήσει τους Εβραίους, αλλά για να ευχαριστήσει για την αποκατάσταση της υγείας του από την ασθένεια της παραλυσίας.
«Ο υπομείνας εις τέλος ούτος σωθήσεται», πλήρης επιβεβαίωση του λόγου του Θεού στο πρόσωπο εκείνου του ανθρώπου που περίμενε και υπέφερε τριάντα οκτώ ολόκληρα χρόνια, ώσπου ήρθε η χάρη του Θεού και τον λύτρωσε. Είναι λειτουργική ευθύνη καθεμιάς και καθένα από εμάς να μάθουμε να περιμένουμε το έλεος του Θεού.
Ο χρόνος πολλές φορές αποδείκνυται ευεργετικός και λυτρωτικός, τον εκμεταλλευόμαστε με την αρετή της υπομονής και τον ξεπερνούμε κατά το πλείστον ευχαριστημένοι και ευλογημένοι.
Είναι πάντοτε θαυμάσιος και θαυματουργός ο ευαγγελικός λόγος, είναι ισχυρός και παντοδύναμος, πάντοτε λόγος ευεργεσίας και συναντίληψης, υγείας και σωτηρίας.
Ο παραλυτικός κάθε φορά που βρισκόταν μπροστά σε αυτή την ευεργεσία του Θεού να πέσει πρώτος μετά την ταραχή του ύδατος από τον Άγγελο έχανε την ευκαιρία και έμενε στο περίμενε τριάντα οκτώ χρόνια.
Σ’ αυτόν τον άνθρωπο έπεσε η προσοχή του Χριστού όταν βρέθηκε σε συγκεκριμένο χώρο και του έκανε αυτό το ερώτημα «θέλεις υγιής γενέσθαι;». Άμεσα βρισκόμαστε μπροστά στην έκπληξη και το ξάφνιασμα της προσωπικής μας ζωής και της κοινωνικής μας υπόστασης, γιατί «όπου ο Θεός βούλεται νικάται φύσεως τάξις».
Τίποτα δεν είναι αδύνατο στο Θεό μάλιστα ο λόγος του ο ίδιος είναι ταυτόχρονα λόγος και πράξη «είπεν και εγένετο».
Το ερώτημα του Χριστού στον παραλυτικό αν θέλει να γίνει καλά έχει και αυτή τη σημασία, ότι ο Θεός δεν παρεμβαίνει αυθαίρετα και βίαια στη ζωή μας. Δεν κάνει κάτι καλό ή κακό που εμείς οι ίδιοι δεν το θέλουμε.
Είναι φανερό και αυτονόητο ότι ο παράλυτος για να κάθεται σε αναμονή της σωτηρίας τόσα χρόνια, αυτό ήθελε, την υγεία του, να μπορεί να απολαμβάνει την ομορφιά και τη χαρά της δημιουργίας.
Η απάντησή του είναι αποκαλυπτική της μοναξιάς και της εγκατάλειψης από γνωστούς και συγγενείς.
Δεν έχω άνθρωπο για να με ρίξει στη δεξαμενή του νερού πρώτο, μετά την αγγελική ταραχή του ύδατος για να γίνω καλά και να ξαναβρώ την υγεία μου. Η απάντηση του Χριστού έρχεται άμεσα ως πλήρη ευλογία και ικανοποίηση για τον παραλυτικό σήκωσε το κρεβάτι σου στους ώμους σου και περπάτα.
Ο Χριστός αναπληρώνει τη μοναξιά και την εγκατάλειψη του παραλυτικού, «είναι της μεγάλης βουλής άγγελος», δεν χρειάστηκε να το σηκώσει και να το ρίξει στη δεξαμενή του ταραγμένου νερού από τον άγγελο όπως γίνονταν κάθε φορά, αλλά ώστε ως Θεός εκ Θεού αληθινός προστακτικά και δυναμικά τον προτρέπει να σηκώσει το κρεβάτι του στους ώμους του και να περπατήσει.
Είναι δική μας ευθύνη να ζητούμε από τον Θεό το έλεος και την ευλογία του για το πρόσωπο και τη ζωή μας.
Είναι δική μας ευθύνη να προσπαθούμε να επικοινωνούμε με τον Θεό όχι μόνο για την καθημερινότητά μας αλλά και για την αιωνιότητα.
Είναι δική μας ευθύνη να μάθουμε να προσευχόμαστε, γιατί η προσευχή μας φέρνει κοντά στον Θεό και διευκολύνει την αμεσότητα της επικοινωνίας μας ανθρώπου και Θεού, γης και ουρανού, φθαρτότητας και αφθαρσίας.
Είναι επίσης δική μας ευθύνη να γνωρίζουμε ότι όταν οι άνθρωποι μας εγκαταλείπουν, όταν η μοναξιά μας ταλανίζει, όταν όλοι οι άλλοι γύρω μας αδιαφορούν, ο Θεός νοιάζεται και μεριμνά για μας και φυσικά αναπληρώνει τις ελλείψεις μας και ικανοποιεί τις απαιτήσεις μας.
Κάποτε ο χρόνος της αναμονής μπορεί να μας φαίνεται μεγάλος, όπως τον συγκεκριμένο παραλυτικό, όμως ο χρόνος για τον Θεό δεν μετράνε τα δικά μας μέτρα. Μετρά με την υπομονή και φυσικά τη βαθύτατη εμπιστοσύνη μας στην έγνοια του δημιουργού. Η παροιμία λέγει ότι μπορεί ο Θεός να αργεί αλλά δεν ξεχνά.
Μια ακόμα παρατήρηση. Η ασθένεια, η κακοτυχία, η βασανισμένη ζωή μας στην καθημερινότητά μας δεν πρέπει να αφήνουμε να μας καταβάλλουν.
Έχουμε χρέος να διαφυλάσσουμε την αισιοδοξία μας, να μην χάνουμε την ελπίδα μας και να μην απογοητευόμαστε και να κακοβάλουμε για τον Θεό. Το μεγαλύτερο κακό που μπορούμε να υπομένουμε μπορεί να αποδείχνεται ως ύψιστη ευεργεσία του Θεού στο πρόσωπό μας.
Ο Άγιος Νικηφόρος ο λεπρός που πρόσφατα αγιοκατατάχθηκε από την αγία μας εκκλησία με το δια βίου βάρος της οδυνηρής ασθένειας της λέπρας δεν έχασε ποτέ το κουράγιο του, το γέλιο δεν έφυγε ποτέ από τα χείλη του και η χαρά του από το πρόσωπό του. Και διακονούσε τρέχοντας, συμπάσχοντας στο ίδιο λεπροκομείο που και ο ίδιος φιλοξενούνταν.
Ο ίδιος ο παραλυτικός της προβατικής κολυμβήθρας για τον οποίο μιλούμε υπήρξεν ο πλέον ευεργετημένος ασθενής από το πλήθος των ασθενούντων που βρισκόταν εκεί και περίμεναν την ταραχή του ύδατος από τον άγγελο, μια φορά το έτος, για να μπουν μέσα στα νερά και να βρουν την υγεία τους.
Ο παραλυτικός δεν κατάφερε ποτέ να μπει μέσα στα νερά της δεξαμενής λόγω του ότι δεν είχε άνθρωπο να τον βοηθήσει, ευλογήθηκε όμως με την ίδια την παρουσία του Θεού εν Χριστώ Ιησού και με τρόπο θαυμαστό και μεγάλο βρήκε την υγεία του και τη χαρά της ζωής του.
Μεγάλο δώρο, μεγάλη ευλογία. Πλούσιο το έλεος του Θεού πάνω του. Και μια παρατήρηση ευθύνης που μας αφορά άμεσα. Εμείς που έχουμε την υγεία μας και ζούμε αυτή την ευλογία του Θεού στο πρόσωπό μας είναι καλό να βρισκόμαστε πότε πότε κοντά στους πάσχοντες, έστω για μια γλυκιά ματιά, για ένα ευχάριστο λόγο και αν δεν μπορούμε να τους πούμε πάρτε το κρεβάτι σας στον ώμο σας και περπατάτε, να τους ευχηθούμε περαστικά, να τους πούμε ότι είστε στη λίστα του Θεού και κοντεύει η θεραπεία σας.
Οφείλουμε να έχουμε την έγνοια μας για τους μοναχικούς εγκαταλειμμένους εμπερίστατους αδελφούς μας για να μην πούμε ότι οφείλουμε να ενεργοποιούμε πότε πότε τη διακονία μας και την εν δυνάμει ιεροσύνη μας και να κάνουμε αυτό που κάνει ο Θεός σαν λειτουργοί εκείνου και απεσταλμένοι.
Δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι εκείνος είπεν ήμουν άρρωστος και με επισκεφτήκατε, ήμουν στη φυλακή και ήλθατε να με δείτε. Επείνασα και με δώκατε φαγητό.
Να κάνουμε για τους άλλους αυτό που μπορούμε ή καλύτερα αυτό που δεν μπορούμε.
Να γνωρίζουμε εκ του ασφαλούς ότι αυτό που κάνουμε στον άλλο το κάνουμε στον ίδιο τον Θεό. Δεν το λέμε εμείς αυτό, το λέει ο ίδιος «ό,τι εποιήσατε ενί τούτων των αδελφών μου των ελαχίστων, εμέ εποιήσατε».
Οφείλουμε ως παιδιά του Θεού και η καρδιά μας να είναι πόρτα των αισθημάτων μας ανοιχτή αλλά και η πόρτα του σπιτιού μας επίσης για τους εμπερίστατους, τους ξένους, τους γνωστούς, τους άγνωστους.
Να λειτουργούμε την κοινωνία της αλληλεγγύης, της αλληλοβοήθειας, της ενότητας, της κοινωνικής συνοχής.
Όσο πιο κοντά ζούμε με τον άλλο άνθρωπο, τόσο πιο κοντά ζούμε με τον Θεό και αντίστροφα. Όσο πιο κοντά είμαστε με τον Θεό, αν πραγματικά είμαστε, τόσο πιο ασφαλείς αισθανόμαστε για το παρόν και το μέλλον αλλά και τόσο πιο κοντά είμαστε μεταξύ μας.
Σημειώνουμε, ό,τι κάνουμε για τους άλλους το κάνουμε όχι προς το θεαθήναι, αλλά για τον Θεό.
Να μάθουμε να λειτουργούμε την ομορφιά της ζωής, μυστικά και καρδιακά «εν ενί στόματι και μία καρδία», με ταπείνοσυνη και σιωπή, με συντριβή καρδίας και με μετάνοια.
Να θυμούμαστε πάντοτε τον Τελώνη που έφυγε από τον ναό δικαιωμένος, όχι για τα έργα του ούτε για τις αμαρτίες του αλλά για τη μετάνοια και τη συντριβή της καρδιάς του, το ήθος και τη συμπεριφορά του.
Να μάθουμε αυτή τη διαδρομή της διακονίας και της προσφοράς, της ζωής και της κοινωνίας με τους δικούς μας και τους ξένους, τους όμοιους και τους διαφορετικούς.
Το ηθικό κακό δηλαδή η αμαρτία δεν είναι πάντοτε η αιτία της ασθένειας του σώματος, αν και μπορεί να επηρεάζει εν τίνι μέτρω και αντίστροφα το ηθικό καλό δεν εξασφαλίζει πάντοτε την υγεία του σώματος, φυσικά βρίσκονται σε κάποια σχέση και είναι καλό να είμαστε προσεκτικοί, να αμαρτάνουμε λιγότερο για να είμαστε υγιείς περισσότερο. Αν και αυτό δεν είναι πάντοτε ασφαλές. Οι πρόγονοί μας είχαν αυτή την αντίληψη «νους υγιής εν σώματι υγιή» είναι το μεγάλο ζητούμενο και το επιζητούμε όλοι μας και το ευχόμαστε.
Το ίδιο όμως ευχόμαστε να βρισκόμαστε πάντοτε κοντά στον Θεό ώστε όταν οι άνθρωποι μας εγκαταλείπουν να έχουμε τη συντροφιά του Θεού «ει ο Θεός μεθ’ ημών ουδείς καθ’ ημών».
Να γνωρίζουμε ότι πάντοτε ο Χριστός είναι διακριτικός και η συμπεριφορά του είναι σε κάθε άνθρωπο διαφορετική.
Στον παραλυτικό των Ιεροσολύμων που τον πήγαν με το κρεβάτι του οι φίλοι του και τον κατέβασαν από την οροφή του σπιτιού μέσα στο σπίτι εκεί που βρισκόταν ο Ιησούς είπε: «τέκνον αφέονται σοι αι αμαρτίαις σου», ενώ στον παραλυτικό του σημερινού Ευαγγελίου ερώτησε αν θέλει να γίνει υγιής.
Στον πρώτο είπε πάρε το κρεβάτι σου και πήγαινε στο σπίτι σου, στον σημερινό είπε πάρε το κρεβάτι σου και περπάτα. Είναι υπόθεση του Θεού και ευθύνη συνάμα η επικοινωνία του με κάθε εμπερίστατο που πάντοτε όμως λειτουργεί με τη χάρη και την ευλογία του.
Το θαύμα είναι η μεγαλύτερη ευλογία του Θεού και για τον ίδιο τον άνθρωπο χάρη του οποίου γίνεται και για όλους τους άλλους που ζουν και το αντιλαμβάνονται.
Η ζωή του Χριστού οφείλουμε να γνωρίζουμε ότι είναι μια διαρκής πορεία προσφοράς, φιλανθρωπίας, αγάπης και θυσίας σε κάθε περίσταση, όπου και αν βρισκόταν. Να προσέξουμε μία στιγμή από το όρος Θαβώρ μεταμόρφωση τον βρίσκουμε στο όρος των Ελαιών με τους μακαρισμούς και εδρόσισε τους ακροατές του και τους ανακούφισε θεραπεύοντάς τους από διάφορες αρρώστιες. Σήμερα τον βρίσκουμε στην προβατική πύλη με τον παράλυτο στον οποίο έδωσε το φάρμακο της θεραπείας και αργότερα πηγαίνει στο σπίτι του Πέτρου και θεραπεύει την πεθερά του για να φθάσει ως την Βηθανία όπου ανέστησε τον φίλο του τον Λάζαρο.
Εκείνους που τον λιθοβολούσαν και τον κατηγορούσανγια την διδαχή του ήσαν όλοι τους ως αποδεικνύεται εκ του αποτελέσματος ανεπίδεκτοι μαθήσεως γιατί είχαν μάτια που δεν έβλεπαν και αυτιά που δεν άκουγαν.
Ο Χριστός ανεβαίνει στον ναό, το ιερατείο κατεβαίνει στην πίστη. Θαυμάζουν αλλά δεν πιστεύουν, δεν αλλάσουν γνώμη. Ενώ ήταν άρρωστοι οι ίδιοι δεν δέχονταν τη θεραπεία του.
Είχαν μπροστά τους τον ελευθερωτή και προτιμούσαν την αιχμαλωσία. Ο ίδιος ο Χριστός είπε ότι θέλησε πολλές φορές να συγκεντρώσω κοντά μου όλους όπως η όρνιθα τα πουλιά της, αλλά «ουκ ηθελήσατε». Ακόμα μια παρατήρηση. Ο Χριστός είπε για τους Φαρισαίους να κάνετε όλα όσα σας λένε αλλά ό,τι κάνουνε εκείνοι εσείς να μην κάνετε.
Μακριά από μας αυτό το φαρισαϊκό υπεροπτικό πνεύμα του σκότους και του πονηρού.
Άλλη μία φορά βεβαιώνουμε και ομολογούμε ότι είναι μεγάλη ευλογία για μας ο άγιος ευαγγελικός λόγος. Να μείνουμε σ’ αυτόν, να κρατήσουμε την ευλογία του Θεού στο πρόσωπο και τη ζωή μας για το παρόν και το μέλλον, να απορρίψουμε τον εγωισμό μας και να διαγράψουμε τον μεγαλοϊδεατισμό μας, να παραδεχτούμε ότι δεν είμαστε οι καλύτεροι του κόσμου και ότι είμαστε πρόσκαιροι και παροδικοί.
Αφήνουμε τον εαυτό μας στον Θεό και ό,τι θέλει εκείνος να μας κάνει.
«Γεννηθήτω το θέλημά σου».