Θυμάστε εκείνη τη… στρατηγίνα -όταν υποτιμήθηκε κι ούτε που το καταλάβαμε η πολύτιμη δραχμούλα μας, κι ο μαϊντανός από 20 δραχμές πήγε στο μισό ευρώ – που έμπαινε στο μπακάλικο σοβαρή-σοβαρή, ψώνιζε και πλήρωνε στο ταμείο μετρώντας προσεκτικά εκείνα τα ασήμαντα… κερματάκια των δέκα λεπτών που αντιστοιχούσαν το καθένα σε 35 δραχμές βεβαίως-βεβαίως, κι ούτε που το είχαμε πάρει είδηση!
Η σοφή διαφήμιση σκοπό είχε να μας ανοίξει λιγάκι τα μάτια, μα τόσο ασήμαντο που μας φάνηκε το καινούργιο μας νόμισμα πώς να του δώσεις αξία!
Και το ευρώπουλο, που ήταν ακόμα πιο μικρό κι απ’ το γνωστό μας πεντάδραχμο και δεν μας γέμιζε το μάτι, πως να το αξιολογήσεις σωστά;
1 ευρώ, μισό ευρώ κατάντησαν ν’ ακουμπιούνται στα κατοπινά χρόνια της επίπλαστης ευημερίας στο τραπέζι σαν… πουρμπουάρ!
Το δίναμε παντού και πάντα, αεράτα και γενναιόδωρα…
Ντροπή εξάλλου να πληρώνεις σαν ψιλικατζής!
Καλοπληρωτές κι ανοιχτοχέρηδες καθώς ήμασταν φορτώναμε το πορτοφόλι μερικά πενηντάρια, με χαρά μας τα ξοδεύαμε, συχνά παίρναμε ρέστα σε μικρά κέρματα, αλλά επουδενί δεν τα χρησιμοποιούσαμε!!
Δύσκολο ωστόσο να τα πετάξεις! Τα λυπόμασταν τα καημένα…
Έτσι όταν βάραιναν αρκετά τις τσάντες και τα πορτοφόλια τα ξεφορτωνόμασταν όπου μπορούσε ο καθένας. Κι όχι σε κάποια Τράπεζα για να μας τα κάνει χαρτονομίσματα!
Μεγάλη ντροπή κι αυτή και σκέτος ξεπεσμός να πας στο ταμείο και να μετράς… δεκαρούλες!
Τα πετούσαμε λοιπόν σε κανένα ξεχασμένο κιούπι ή κουτί και τα παραχώναμε στο πιο κάτω ράφι της κουζίνας…
Και τα χρόνια πέρασαν, χάσαμε τον δρόμο, μαζί και τα λεφτάκια μας, και να΄ μαστε σήμερα να βγάζουμε απ’ την αφάνεια τον θαμμένο θησαυρό, να ρίχνουμε τα πολλά ψηλά μας στο τραπέζι, να σκορπίζουν ολόγυρα βροντοκοπόντας και μέσα σε μια ψυχική ευφορία να μετράμε… καταδικό μας χρήμα! Το οποίο διανέμεται ανάλογα, κατόπιν μελετημένου σχεδιασμού και βάσει των ημερήσιων αναγκών!
Τρία ευρώ σε κέρματα των είκοσι λεπτών στο βενζινάδικο για να μπορέσει το όχημα να μας πάει μέχρι τη δουλειά! Μερικά των δέκα για το ψωμί της ημέρας, ένα δυο των πενήντα για ν’ αγοράσουμε ένα πακέτο μακαρόνια, λίγο τυράκι και κανένα κουτί γάλα, μισό ευρώ για το κουλούρι του παιδιού να μην ξελιγωθεί στην πείνα στο σχολείο και λιποθυμήσει, μερικά ακόμα πολύτιμα κέρματα για να γεμίσει το μπιτονάκι θέρμανσης μην πουντιάσουμε, και τα υπόλοιπα άστα γι’ αύριο…
Γυρίζουμε τον θησαυρό ευλαβικά στο ράφι, τον σπρώχνουμε μέχρι το βάθος του για να είναι καλά προφυλαγμένος -δόξα τω Θεώ εξασφαλίσαμε το καθημερινό μας μερικές μέρες- κλειδώνουμε και το ντουλάπι ευχόμενοι από βάθος ψυχής να μην μας έλθει κανείς φάκελος από ΔΕΗ, ΟΤΕ, κανένα μικροχρέος και τα λοιπά και τα λοιπά, μας χαλάσει τη μέρα, μονοκοπανιά… λιανίσει τον πολύτιμο θησαυρό μας και βρεθούμε ξανά απένταροι…