Η σημαντικότερη κινηματογραφική ταινία του ελληνικού κινηματογράφου στον 20ο αιώνα «Βίος και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά», όπως είναι γνωστό, γυρίστηκε στα Χανιά το 1964. Η ταινία του Κακογιάννη, η οποία κέρδισε 3 όσκαρ, ήταν τομή στον κινηματογραφικό ιστορικό χρόνο, καθώς αποτύπωσε στην οθόνη τον διαχρονικό χαρακτήρα του Έλληνα μέσα από την καζαντζακική «κρητική ματιά». Στο Σταυρό Ακρωτηρίου, εκεί που σμίγει ο λευκός αφρός της θάλασσας με τα άγρια βουνά της Κρήτης, στο μεταίχμιο στεριάς και θάλασσας, ο Κύπριος σκηνοθέτης τοποθέτησε τη σκηνή του χορού με την αθάνατη μουσική υπόκρουση του Μίκη Θεοδωράκη.
Ο λογοτεχνικός ήρωας είχε όλα τα αρχέγονα και σύγχρονα προτερήματα και ελαττώματα του Έλληνα. Τυχοδιώκτης Οδυσσέας, έξυπνος, φιλότιμος, θαρραλέος και θρασύς ο Ζορμπάς έζησε σαν αμαρτωλός και άγιος, συνάμα (δεν είναι τυχαίος ο τίτλος «Βίος και Πολιτεία»). Το βασικό σημείο στο οποίο συναιρούνται αυτά τα χαρακτηριστικά είναι ο χορός, ο οποίος ταιριάζει σε κάθε περίσταση χαράς (γλέντι), λύπης (θάνατος) και προσωπικής αναζήτησης. Ο Καζαντζάκης χρησιμοποιεί αντιθετικά δίπολα μέσα από σημειωτικές ιδέες (π.χ. ζωή-θάνατος, έρωτας-μίσος) και αφηγηματικές ακολουθίες. Αυτά τα δίπολα είναι ασύμμετρα, καθώς το ένα υπερισχύει του άλλου (π.χ. η ζωή νικά τον θάνατο), αλλά ταυτόχρονα είναι και αλληλοσυμπληρούμενα. Ο κρητικός λογοτέχνης είχε δηλώσει μονιστής: «Είμαι μονιστής. Ύλη και Πνέμα βαθύτατα τα νοιώθω ότι είναι ένα».
Και ο άλλος βασικός χαρακτήρας, το «αφεντικό», τι ρόλο έχει στο έργο; Αν ο Ζορμπάς είναι ο Διόνυσος, ο οποίος εκφράζει το θυμικό, το «αφεντικό» είναι ο Απόλλωνας που εκφράζει τη λογική. Εδώ ο καζαντζακικός λογοτεχνικός δυϊσμός τοποθετεί τα κοινά ανθρώπινα χαρακτηριστικά του συναισθήματος και της λογικής σε δυο ξεχωριστούς χαρακτήρες, προκαλώντας τη σύγκρουση, όπως αυτή ορίζεται στην αρχαιοελληνική τραγωδία. Άλλωστε, είναι γνωστές οι νιτσεϊκές επιρροές («Η Γένεση της Αρχαίας Ελληνικής Τραγωδίας») στο έργο του Καζαντζάκη.
Η εξωτερική σύγκρουση των διαφορετικών χαρακτήρων των δυο πρωταγωνιστών, όμως, συνυπάρχει με την εσωτερική σύγκρουση στην ψυχή του Ζορμπά, η οποία «φιλοξενεί» τον άγιο και τον δαίμονα, ακροβατώντας μεταξύ ζωής-θανάτου, γήινου-αιθέριου, καλού-κακού και ψυχής-σώματος. Το «ματωμένο αλώνι» (καρδιά) του Ζορμπά γίνεται χοροστάσι, στο οποίο ο ασταμάτητος χορός της ζωής με το στραυρόσχημο χορευτικό σώμα νοηματοδοτεί τον λεκτικό με το σωματικό διάλογο, προβάλλοντας αξίες, όπως η φιλία, ο έρωτας και η αναζήτηση του Θεού.
Η κινηματογραφική μαγεία του Κακογιάννη, εκτός των άλλων, οφείλεται στην ισορροπημένη παρουσίαση-δράση των δυο πρωταγωνιστικών χαρακτήρων, ακριβώς όπως τους είχε περιγράψει ο συγγραφέας, καθώς τόσο ο Άντονυ Κουίν όσο και ο Άλαν Μπέιτς απέδωσαν άριστα τους ρόλους τους, καθώς και όλοι οι συμπρωταγωνιστές τους (Λίλα Κέντροβα, Ειρήνη Παπά, Γιώργος Φούντας, Σωτήρης Μουστάκας, Γιώργος Βογιατζής, κ.ά.). Η Λίλα Κέντροβα κέρδισε και το Όσκαρ Β’ Γυναικείου Ρόλου.
Πηγές
1. Beaton R., Ο Καζαντζάκης μοντερνιστής και μεταμοντέρνος, εκδ. Καστανιώτης, Αθήνα 2009.
2. Bien P., Καζαντζάκης. Η πολιτική του πνεύματος, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο 2001.
3. Πασχάλης Μ., Νίκος Καζαντζάκης: Από τον Όμηρο στον Σαίξπηρ, εκδ. ΕΚΙΜ, Ηράκλειο 2015.
4. Φιλιππίδης Σ. Ν., Έξι και ένα μελετήματα για τον Νίκο Καζαντζάκη, εκδ. Βικελαία Δημοτική Βιβλιοθήκη, Ηράκλειο 2017.