Η θλιβερή ιστορία μητέρας και γιου. Ο μοναχογιός και η έλλειψη πατέρα. Ο Σταύρος είχε την ατυχία να χάσει τον πατέρα του στα 15 του. Νεότατος και η μητέρα του πολύ νέα. Άτυχη κι εκείνη. Το πένθος δεν έλεγε να καταλαγιάσει.
Τους άφησε ένα μαγαζί που το είχε στήσει με πολύ μεράκι ο πατέρας, ο οποίος αφιέρωνε σχεδόν όλο του τον χρόνο. Ο Σταύρος δεν τον χόρτασε. Δεν έπαιξαν μαζί, δεν έκαναν διάλογο. Όλα τα είχε αναλάβει η μητέρα του, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί μια σχέση εξάρτησης. Μεγαλώνοντας άρχισε να αντιλαμβάνεται τι συνέβαινε στους γονείς του. Μάλλον δεν είχαν την καλύτερη σχέση. Ήταν άριστος μαθητής και ήθελε να σπουδάσει ιατρική. Στο άκουσμα της επιθυμίας του και των ονείρων του αφηνίασε η κυρία Έλενα.
– Τι λες παιδί μου; Το σκέφτηκες καλά; Εδώ έχεις δουλειά στρωμένη, έτοιμο μαγαζί και το καλύτερο στην πόλη. Τι τις θες τις σπουδές; Θα πας σε άλλη πόλη κι εμένα θα μ’ αφήσεις μόνη.
Άρχισε να γίνεται αφόρητα χειριστική. Χρησιμοποιώντας συνέχεια το εγώ. Εγώ που έμεινα μόνη. Εγώ που δεν ξαναπαντρεύτηκα για χάρη σου, εγώ που δουλεύω σκληρά και μόνη μου για σένα, για να μη σου λείψει τίποτα. Πώς τα κατάφερε και τον έπεισε;
Εγκατέλειψε κάθε προσπάθεια για σπουδές και έθαψε το όνειρο του. Ανέλαβε το μαγαζί του πατέρα του. Ήταν κερδοφόρα επιχείρηση αλλά η ζωή του ανιαρή χωρίς ορίζοντες, χωρίς χαρές. Ευτυχώς βρήκε τη χαρά στον έρωτα. Ερωτεύτηκε μια κοπελίτσα όμορφη, έξυπνη και πολύ ερωτευμένη κι εκείνη.
Όταν η μητέρα του τον έβλεπε χαρούμενο άρχισε ν’ ανησυχεί. Όταν της ανακοίνωσε τον έρωτα του και της γνώρισε το κορίτσι εκείνη αντί να χαρεί πραγματικά, έκανε μια τυπική χειραψία στην κοπέλα κι έβγαλε ένα στυφό χαμόγελο. Όταν έμειναν οι δυο τους στο σπίτι, άρχισε πάλι η κυρία Έλενα τα “εγώ” της.
Εγώ βρε που θυσιάστηκα για σένα, ενώ ο πατέρας σου ήταν πάντα απών. Εγώ που υπέφερα όσο σε είχα 9 μήνες στην κοιλιά μου μέσα στα σπλάχνα μου; Είσαι το σπλάχνο μου. Ο Σταύρος έφτασε στα όρια του και ξεσπάθωσε, κάτι που ήθελε από καιρό να κάνει και δεν τολμούσε.
Άκου μάνα! Επειδή με φιλοξένησες 9 μήνες στην κοιλιά σου μου ζητάς ενοίκιο; Πολύ ακριβό νοίκι μου ζητάς μάνα, αδυνατώ να το πληρώσω. Πρέπει να πουλήσω τη ζωή, τη χαρά μου, την ψυχή μου, τα όνειρα μου για να σε ξοφλήσω.
Άρχισε να χτυπιέται και να θρηνεί η μάνα του. Την άφησε εκεί. Βρόντηξε με νεύρα την πόρτα κι έφυγε. Σκέφτηκε πως όσο επιτρέπεις στους άλλους, ακόμα και στους γονείς σου, να σε χειραγωγούν, αφήνεις τη ζωή να ξεγλιστρήσει μέσα απ’ τα χέρια σου.
Αποφασισμένος, και με την κοπελιά δίπλα του, σπούδασε, όχι ιατρική αλλά μαγειρική, κατάφερε να πάρει υποτροφία και να συνεχίσει τις σπουδές και στο εξωτερικό. Έγινε ένας διάσημος σεφ και του ζητούσαν να τον ακριβοπληρώσουν στα καλύτερα ξενοδοχεία και εστιατόρια. Παντρεύτηκε την κοπελιά την όμορφη Αριστέα και της επέτρεπε να κάνει ό,τι θέλει, να ακολουθήσει το όνειρο της. Έξυπνη. Έμαθε ζαχαροπλαστική- αρτοποιία, συγγενείς σπουδές. Έκαναν τη δική τους επιχείρηση. Όλα ήταν καλά μέχρι που εμφανίστηκε η κυρά Έλενα.
Πριν προλάβει να ανοίξει το στόμα της την πρόλαβε ο Σταυρής.
– Μάνα, ήρθες πάλι να μου ζητήσεις τα νοίκια; Μάνα, μου έκανες έξωση και εξακολουθείς να μου ζητάς νοίκια; Θα σε πληρώσω, θα σου δώσω λεφτά για τη φιλοξενία 9 μήνες στην κοιλιά σου. Μα μη μου ζητάς να σου δώσω κομμάτια απ’ τη ζωή μου. Τώρα είμαι ευτυχισμένος και πετυχημένος. Μα μου το χαλάς.
– Παιδί μου! Τον αγκάλιασε σφιχτά με ένα τεράστιο χαμόγελο κι ένα δάκρυ. Δεν ήρθα να πάρω. Ήρθα να δώσω την ευχή μου. Να ζήσετε! Ήρθα να σου επιστρέψω ό,τι σου πήρα. Θέλω, αν μου επιτρέπεις, να φροντίζω τα παιδιά σας. Άντε, τι κάνετε; Τώρα που αντέχω ακόμη.
– Τώρα το ετοιμάζω, ακούγεται μια φωνή απ’ το βάθος της κουζίνας. Εμφανίζεται η Αριστέα.
– Αγάπη μου, είμαι έγκυος. Σήμερα το έμαθα, σου το φύλαγα για έκπληξη. Έλα κυρία Έλενα να φάμε παρέα, γιορτάζουμε σήμερα. Σ’ ευχαριστώ που μεγάλωσες αυτό το παλληκάρι. Τυχερή που τον συνάντησα.
– Πριν φάμε, πριν πούμε οτιδήποτε, επιτρέψτε μου να αποφορτιστώ με μια εξομολόγηση εκ βαθέων. Παραδέχομαι ήμουν σκύλα μάνα. Για να καλύψω τα δικά μου κενά παραλίγο να καταστρέψω τη ζωή του παιδιού μου. Και ξέρω πολλές τέτοιες μάνες που καταστρέφουν ζωές. Μπράβο παιδί μου που βρήκες τη δύναμη κι άνοιξες τα φτερά σου και πέταξες ψηλά. Να ζήσεις αητέ μου!!! Ανέβα πιο ψηλά! Μπορείς!!!