‘Εκατσε µε, µε το ζόρε στο πεζούλι ο αείµνηστος ο µπάρµπας µου ο Νικολής, να µου ορµηνέψει λέει είντα θέλουνε οι γυναίκες, γιατί λέει εγώ ήµουνε τότε σας κοπέλι, και δεν εκάτεχα….
«Γροίκα να σου πω ανήψιο,
οψές* απού είχα µπει* στη χώρα και ήµουνε παωµένος στο µεσοκοµείο επειδής είχα βαρεί * στο µ πόδα* κι είχε κακοσυνέψει*, απής εξέµπλεξα επήγα να πάρω το ελεοφορείο για να γαήρω στο χωριό.
Εκειά απού εξάνοιγα* να βγω τα σκαλιά τ’ αµαξιού να µη µισερωθώ* και να βγω απάνω, γροικώ* και µου φωνιάζανε .
Γαέρνω και ξανοίγω και θορώ* το συντεκνό µου το Συντίκη απού την Ανούπολη απού ήτονε παιδονόµος στην Εµπορική στη Χώρα όντε ν επήγαινε εκειδά το Γιωργάκι µου.
∆ΙΆΛΟΓΟΣ
Νικολής: Καλώς το σύντεκνο .
Συντίκης : Ώρα καλή σύντεκνε.
Νικολής : Είντα κάνει η συντέκνισα – τα κοπέλια, οι γ αποδέλοιποι ???
Συντίκης : Άστα σύντεκνε απόθανε µου η γυναίκα και έχω αποµείνει εφταµόναχος ο µαύρο κακορίζικος, σα ν το κουτσούρι και κατέεις ο γι απατός σου πως η παντέρµη η γ αµοναξιά δε νταγιαντίζεται*.
Μη µπανα κατέεις ποθές κιαµιά µεσοκαιρίτισα να τη στεφανωθώ γιατί εδά κάθε απού γαήρω στο κονάκι δε µ’ ανηµένει παρ’ όξω ο κάτης.
Νικολής : Γροίκα σύντεκνε, µονό έλα παρέκει γιατί έπαε παρακατσεύγουνε* για να γροικούνε είντα λέµε πολλοί γεβεντισµένοι*,να σε ρωτήξω κάτι ν τις.
*******
Νικολής : Έπιασα ν το νε απού λέεις Μιχαλιό, από τη µανίκα του σάκκου ν του και τον έσηρα παράµερα και ερώτηξα ν τον ε για να κατέω είντα γίνεται πρίχου του κάµω το προξενιό.
ΣΥΝΈΧΕΙΑ ΤΟΥ ∆ΙΑΛΌΓΟΥ
Νικολής : και δε µου λέεις εδά σύντεκνε, το εργαλείο συντηρά πότες πότες κι ντρέτα απάνω όθε ν το ν ουρανό, γ ή σαφής είναι ζευλωµένο ντρέτα κάτω, και ξαµώνει χάµες οθε ν το χώµα????
**********
Νικολής :
Άχνα δεν έβγαλε ο έρηµος. Πράµα δε µου πε, απού λέεις Μιχαλιό, κουβέντα δεν είπε, παρά άλλαξε δυό τριώ λογιώ χρώµατα η µούρη ν του και εχτύπησε πέρα.
– Ξέρεις ανήψιο ο παντέρµος ο σύντεκνος µου ήθελε µια γυναίκα για να τον ε ξεσκατίζει, µα οι γυναίκες να κατέεις ανήψιο, θέλουνε κι άλλα πράµατα,
θέλουνε και ρούχα και παπούτσια και χρυσά στολίδια και βόλιτες και διασκεδάσες και φιλιά και χάδια και σεβντάδες και αγκαλιές
και το πλιά σπουδαίο εκεινονά απού τον ερώτηξα και έσπασε πέρα….
….. δεν σε θέλουνε µόνο για να σε ξεσκατίζουνε.
Και να µη ξεχάσεις και τη µαντινάδα απού σου ‘πα.
Γυναίκα απού ‘ναι από µιτσή (µικρή)
στη βόλτα µαθηµένη,
µου δ’ ο Γερµανικός στρατός
στο σπίτι δε ν τη στένει.
*******
Σήµερα αν ζούσε ο αείµνηστος µπάρµπα Νικολής θα έλεγε :
ΟΙ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΘΕΛΟΥΝΕ :
Βόλτες εκδροµές ταξίδια
έρωτες φιλιά και χάδια.
********
*********
*οψές = χθες
*γροικώ=ακούω (αγρός +οίκος)
*ξανοίγω=κοιτάζω
*µισερωθώ=τραυµατιστώ
*νταγιαντίζω=υποφέρω
*συντηρώ ή σοντηρώ = κοιτάζω – βλέπω εκ του αρχ. ελλ. Τηράω τηρώ
*ζευλωµένο =λυγισµένο
*ντρέτα=ίσια-ευθεία , ενετικό κατάλοιπο dirito
*σεβντάς = έρωτας τουρκ.
*παρακατσεύω=παρακολουθώ
*γεβεντισµένος = δυσφηµισµένος
*Κακοσυνέψει = πάρει µόλυνση
*βαρεί = χτυπήσει
*πόδα=πόδι εκ του αρχαίου Ελληνικού πους-ποδός
* «Μπει στη χώρα» : είχε µείνει από την εποχή του κάστρου των Χανίων κατά την Ενετοκρατία και Τουρκοκρατία, όπου υπήρχαν οι πύλες οι οποίες άνοιγαν µε την ανατολή του ηλίου και έκλειναν µε την δύση και κυριολεκτικά έµπενες και έβγαινες στην πόλη.