Ξεκινώντας από το Παρίσι και το Βερολίνο ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης φιλοδοξεί να αλλάξει μέσα σε λιγότερο από 90 ημέρες την εικόνα της Ελλάδας στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες και όχι μόνο.
Όπως αναφέρει το ΑΠΕ-ΜΠΕ στη κεντρική σελίδα του, την Τρίτη ο πρωθυπουργός θα πραγματοποιήσει επίσκεψη στην Χάγη όπου θα έχει συνάντηση με τον πρωθυπουργό της Ολλανδίας Μάρκ Ρούτε, στις 24-27 Σεπτεμβρίου θα βρίσκεται στη Νέα Υόρκη όπου θα έχει επαφές με ξένους ηγέτες στο περιθώριο της ετήσιας συνόδου του ΟΗΕ. Ενδεχομένως να έχει συνάντηση και με τον Ντόναλντ Τραμπ καθώς, όπως έλεγε ελληνική διπλωματική πηγή, το αίτημα είναι στην short list του Πρόεδρου των ΗΠΑ. Επιπλέον, και όπως ανέφερε ο ίδιος συνομιλώντας με δημοσιογράφους μετά την συνάντηση με την Άγγελα Μέρκελ, «Δεν περιορίζουμε τους ορίζοντες μας στην Γερμανία και στην Ευρώπη. Στις αρχές Νοεμβρίου θα βρεθώ στη Σαγκάη στο πλαίσιο της EXPO 2019 -στην οποία η Ελλάδα είναι τιμώμενη χώρα- και θα έχω συνάντηση και με τον Πρόεδρο της Κίνας».
Όπως περιέγραφε συνεργάτης του πρωθυπουργού η στρατηγική του Κυριάκου Μητσοτάκη είναι να περάσουμε «από τη διπλωματία της επαιτείας στη διπλωματία της αξιοπιστίας» και πρόσθετε ότι την αλλαγή στάσης την καλωσορίζουν οι αγορές αλλά και ο διεθνής Τύπος που μέχρι στιγμής αποτιμά θετικά τις επισκέψεις του πρωθυπουργού στο Παρίσι και στο Βερολίνο.
Μιλώντας στην γερμανική FAZ ο Κυριάκος Μητσοτάκης δήλωσε «η καγκελάριος Μέρκελ έχει ήδη συναντήσει πολλούς Έλληνες πρωθυπουργούς. Θέλω να είμαι αυτός που παρουσιάζει μια νέα Ελλάδα». Απαντώντας στις επικρίσεις της αξιωματικής αντιπολίτευσης ότι δεν θέτει το ζητήματα προς διαπραγμάτευση, όπως το χρέος και η μείωση των πλεονασμάτων, ο Κυριάκος Μητσοτάκης τόνισε σε συνομιλία του με δημοσιογράφους: «Εμείς έχουμε ένα μεγάλο πλεονέκτημα: δεν χρειάζεται να κάνουμε “κωλοτούμπα”. Είναι πολύ ωραίο να λες σε όλους ότι θα εφαρμόσεις το πρόγραμμά σου, αυτό για το οποίο σε εξέλεξαν οι πολίτες».
Συνεργάτες του πρωθυπουργού εξηγούν ότι ο Αλέξης Τσίπρας όταν ήταν στην αντιπολίτευση έλεγε “Go back κυρία Μέρκελ”, αλλά το ξεχνούσε όταν στεκόταν δίπλα. Αντίθετα, προσθέτουν, ο Κυριάκος Μητσοτάκης επανέλαβε δίπλα στην κ. Μέρκελ ό,τι είχε πει προεκλογικά και ό,τι δηλώνει σε κάθε του συνέντευξη σε ελληνικό ή ξένο μέσο ενημέρωσης: «Έχω πει πολλές φορές, ότι τα πρωτογενή πλεονάσματα τα οποία συμφωνήθηκαν από την προηγούμενη κυβέρνηση είναι ιδιαίτερα υψηλά. Έχω πει, επίσης, όμως, ότι η Ελλάδα θα τηρήσει τους δημοσιονομικούς στόχους για το 2019 και το 2020. Ότι πρώτα θα κερδίσουμε αξιοπιστία και μετά θα συζητήσουμε, τα ζητήματα των πλεονασμάτων και του χρέους. (…) Όπως είχα την ευκαιρία να πω και σε μια συνέντευξη που έδωσα σήμερα σε γερμανική εφημερίδα, τα θέματα των θεσμών αφορούν τους θεσμούς, τα θέματα των διμερών σχέσεων αφορούν τις δύο χώρες. Και εμείς αυτό το οποίο θα κάνουμε πρώτα απ΄ όλα είναι να κερδίσουμε πολιτική αξιοπιστία, ως μια μεταρρυθμιστική κυβέρνηση η οποία επαναφέρει το ζήτημα της ανάπτυξης στην πρώτη γραμμή». Το ίδιο ακριβώς δήλωνε προεκλογικά στις 20/02/2019, στο παγκόσμιο τηλεοπτικό δίκτυο CNBC: «Έχω καταστήσει σαφές στους ευρωπαίους εταίρους μας ότι εφόσον ολοκληρώσουμε πραγματικές μεταρρυθμίσεις θα πρέπει να λάβουμε ως επιβράβευση τη μείωση των στόχων για πρωτογενή πλεονάσματα. Και αυτό πρέπει να γίνει από το 2021 και το 2022. Δυστυχώς η κατάρτιση του προϋπολογισμού για το 2020 είναι πολύ κοντά για να αρχίσει να ισχύει κάποια αλλαγή νωρίτερα. Αυτό επομένως που ζητώ είναι πολύ συγκεκριμένο: δώστε μου 12 μήνες να πείσω τους πιστωτές μας και τις διεθνείς αγορές ότι πραγματικά εννοούμε όσα λέμε. Ότι η Ελλάδα μπορεί στ΄ αλήθεια να αλλάξει και να αποκτήσει η ίδια την ιδιοκτησία του μεταρρυθμιστικού προγράμματος».
Στην συζήτηση που είχε με τους Έλληνες δημοσιογράφους στο Βερολίνο, ο κ. Μητσοτάκης επιβεβαίωσε ότι «στις επόμενες συζητήσεις με τους δανειστές το θέμα θα είναι να μας επιστραφούν τα κέρδη των κεντρικών τραπεζών από τις συναλλαγές με ελληνικά κρατικά ομόλογα, όπως υποσχέθηκαν για την περίπτωση της τήρησης των συμφωνιών. Αυτά τα χρήματα μπορούμε να τα χρησιμοποιήσουμε παραγωγικά, σε αντίθεση με τους προκατόχους μας». Σημείωσε ακόμη ότι στόχος του είναι κλείσει σύντομα η τέταρτη αξιολόγηση.
Ο πρωθυπουργός θεωρεί ότι ο θετικός αντίκτυπος από την μετάβαση από την πολιτική της επαιτείας στην πολιτική της σοβαρότητας και η ενίσχυση της αξιοπιστίας της χώρας αποτυπώνεται ήδη στην αντίδραση των αγορών. Συγκεκριμένα: Το κόστος δανεισμού της Ελληνικής Δημοκρατίας μειώθηκε κάτω του 1,6% στο δεκαετές ομόλογο αναφοράς, καταγράφοντας ιστορικό ρεκόρ. Ενισχύθηκε ο γενικός δείκτης τιμών του ελληνικού χρηματιστηρίου. Ο δείκτης οικονομικού κλίματος αναρριχήθηκε τον Αύγουστο στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων 12 ετών, παραμένοντας υψηλότερος από τον μέσο όρο των χωρών της Ευρωζώνης