Τετάρτη, 18 Δεκεμβρίου, 2024

Άλλο, ήταν – είναι τ’ όνοµά του…

Άλλο το όνοµα του Άλκη, Αλκαίου! Eίναι, το Βαγγέλης Λιάρος. Σαν αύριο, Τρίτη δέκα – 10 του Χριστουγεννιάτη µήνα, έφυγε από τη ζωή στα 63 του χρόνια… Το κείµενο γράφεται Πέµπτη. Ταλαιπωρηµένος πολύ από την επάρατο, όµως πρόλαβε:
Όλα τα πρόλαβε, να µεγαλώσει µε βιώµατα αξιακών συστηµάτων και ν’ αλλάξει τ’ όνοµά του, σε Αλκαίος, από ένα θείο, “θυσιασµένο” ΕΛΑσίτη, στα 23 του χρόνια!
Να προσφέρει τον αγωνιστικό φόρο του στη Νοµική, βασανισµένος στην ΕΣΑ για µήνες!… Να γράψει Ποίηση και στίχους άµεσους υψηλής ποιότητας, που πήραν την πνοή του µελλωδικού ήχου, από τον Μικρούτσικο, τον Λοΐζο, τον Σπανό και άλλους… Οι λέξεις του ευθύβολες, λέξεις νέου λεκτικού ρεπερτορίου, αρθρώθηκαν µε συνέπεια σεβασµό και αισθαντικότητα, από τη Μ. ∆ηµητριάδη, αείµνηστη πια, από τον Μ. Μητσιά, τον ∆. Μητροπάνο, αείµνηστο πια, από τον Γ. Νταλάρα, τη Χαρούλα, την Ελευθερία Αρβανιτάκη… Τα 3/4 των λαϊκών δρόµων τα 9/8 του λαϊκού στεναγµού τα δίσηµα λαϊκότατα, ελληνικότατα και µουσκεµένα στις στάλες του Αιγιοπελαγίτικου κυµατισµού… βρήκαν τις καρδιές!
Για πάντα “λαβωµένες” στη συγκίνηση!
∆εν ήταν πληθωρικός, πολυγραφότατος και πλουραλιστής. Ξεκλείδωνε τη σκεπασµένη µε την αχλύ της σεµνότητας ευαίσθητη ψυχή του από το µικρό πορτάκι της. Το… αθέατο! Και µιλούσε στις ψυχές όλων για ό,τι ένας έκαστος πονά. Και στην ολότητα, για τα µέγιστα, που πανανθρώπινα, διαχρονικά και διαρκώς, δηλώνουν παρόντα, “διεγερµένα” στη διαφωνία.
Έξοχες εκδοχές, “εµπάργκο” η “Πυρόγα”, το αργόσυρτο παράπονο “ερωτικό” µε δύο ονόµατα, οι “γελαστοί και γελασµένοι” µε τις ευθείες παραποµπές στην κοινή µοίρα των αδικηµένων.
Εκείνος, ένας µοναχικός, ωραίος, ευγενής, ποιητής βαθύτατος µε συνείδηση και καρδιά και λογισµό, ποτέ δεν άφησε από το χέρι του το “δαντελωτό γυροπόδι” της Ποίησης, γι’ αυτό η συνέπειά του λόγων και έργων ζωής, ήταν αναµενόµενη, διαπιστωµένη και ζηλευτή!
Όλοι τον λάτρεψαν. Και στις “ζεϊµπέκικες στροφές” της “Ρόζας” του, µε τον ιδρώτα των χορευτών, που κατέθεταν ως σπονδή στο χώµα, όπου και η συνοµιλία για την επίπονη περιπέτεια του βίου, έβρισκε και βρίσκει το σεµνό του χαµόγελο…
Μόνο µ’ αυτό απαντούσε, στα λόγια τα επαινετικά για την ωραία του δηµιουργία!
Γλυκός, δωρικός, “εξαϋλωµένος” σχεδόν, πέρασε στην αθανασία, ακουµπώντας τα χέρια του στο λεπτό του πρόσωπο, όπου εκείνη, η αθανασία, είχε στολίσει µε τα µυρωδικά πέταλα του χειµωνανθού.


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα