Λίγες ημέρες μετά το διπλωματικό «φιάσκο» στο Λονδίνο, ο πρωθυπουργός της Βρετανίας, Ρίσι Σούνακ, εμφανίστηκε αμετακίνητος στο θέμα των Γλυπτών του Παρθενώνα, τονίζοντας ότι αυτά δεν μπορούν να επιστραφούν στην Ελλάδα «εκ του νόμου».
Συγκεκριμένα, σε δηλώσεις που έκανε στο αεροπλάνο για τo συνέδριο Cop28, ο Σούνακ δήλωσε ότι «επικεντρώνεται στο να προσφέρει στους πολίτες πράγματα που τους ενδιαφέρουν» και ότι η θέση του για τα Γλυπτά δεν έχει αλλάξει, σύμφωνα με την Καθημερινή.
«Είναι ξεκάθαρο με βάση τη νομοθεσία ότι τα μάρμαρα δεν μπορούν να επιστραφούν. Ημασταν ξεκάθαροι σε αυτό. Νομίζω ότι η ίδια η ιστοσελίδα του Βρετανικού Μουσείου αναφέρει ότι για να δοθεί ένα δάνειο πρέπει ο παραλήπτης να αναγνωρίσει τη νόμιμη ιδιοκτησία της χώρας που δανείζει. Οι Ελληνες δεν έχουν δείξει προθυμία να το κάνουν αυτό», σημείωσε.
«Η άποψή μας και η θέση μας σχετικά με αυτό είναι απολύτως σαφής: τα μάρμαρα αποκτήθηκαν νόμιμα την εποχή εκείνη», πρόσθεσε ο Βρετανός πρωθυπουργός μιλώντας σε δημοσιογράφους.
Βρετανικό Μουσείο: Αναζητούμε συμφωνία με την Ελλάδα
Πρόσφατα, ο πρόεδρος του Βρετανικού Μουσείου, Τζορτζ Οσμπορν, άσκησε κριτική στον Βρετανό πρωθυπουργό για την απόφασή του να ματαιώσει τη συνάντηση με τον Κυριάκο Μητσοτάκη σημειώνοντας πως «αναζητούμε μια συμφωνία με την ελληνική κυβέρνηση για λογαριασμό του μουσείου».
Οπως δήλωσε στο βρετανικό podcast «Political Currency», στο οποίο είναι οικοδεσπότης, η διαμάχη που ξέσπασε, «ενθάρρυνε το Βρετανικό Μουσείο να προχωρήσει τις συνομιλίες για τον δανεισμό των μαρμάρων του Παρθενώνα στην Αθήνα».
«Μπορούμε να συνεχίσουμε να το κάνουμε είτε ο Ρίσι Σούνακ συναντήσει τον Ελληνα πρωθυπουργό είτε όχι. Στην πραγματικότητα, τα πράγματα έχουν μάλλον ξεκαθαρίσει από αυτή την εβδομάδα. Προφανώς γνωρίζουμε ότι δεν πρόκειται να λάβουμε ιδιαίτερη υποστήριξη από τη συντηρητική κυβέρνηση», ανέφερε ο Τζορτζ Οσμπορν.
Σε μια προσπάθεια «να μάθει τι κρύβεται πίσω από την απόφαση του Σούνακ», ο Οσμπορν σημείωσε ότι επρόκειτο για μια στρατηγική αποπροσανατολισμού από τα προβλήματα της κυβέρνησης γύρω από τη μεταναστευτική πολιτική, καθώς και μια προσπάθεια «να εντυπωσιάσει τους ψηφοφόρους του».