Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024

Αν ήμασταν μια κανονική χώρα…

Αχ, Ελλάδα θα στο πω
πριν λαλήσεις πετεινό
δεκατρείς φορές μ’ αρνιέσαι
μ’ εκβιάζεις, μου κολλάς
σαν το νόθο με πετάς
μα κι απάνω μου κρεμιέσαι…

Μανώλης Ρασούλης, 1984

Αρκετοί υποψήφιοι κατά την προηγηθείσα προεκλογική περίοδο ανέφεραν σε συνεντεύξεις τους ότι «αν ήμασταν μια κανονική χώρα, θα κάναμε τούτο ή εκείνο…». Εντυπωσιάζει η μοιρολατρική αποδοχή της «μη κανονικότητας» της χώρας από ανθρώπους μάλιστα που φιλοδοξούν να διαχειριστούν τις τύχες της. Σαν να πρόκειται για φυσικό ελάττωμα που τίποτα δεν το αλλάζει και κατά συνέπεια δεν αποτελεί αντικείμενο της πολιτικής.
Οι πολίτες εισπράττουμε αυτή την «μη κανονικότητα» σαν κακοποιητική συμπεριφορά από έναν γονιό αναξιόπιστο, άδικο και παράλογο, ανίκανο να μας εξασφαλίσει μια αξιοπρεπή καθημερινότητα και πραγματικές υπηρεσίες περίθαλψης, εκπαίδευσης και δικαιοσύνης.
Η έλλειψη εμπιστοσύνης μάς κάνει ανασφαλείς και καχύποπτους, γκρινιάρηδες και ταυτόχρονα εξαρτημένους («πού είναι το κράτος;» ρωτάμε συνέχεια στις δύσκολες στιγμές), με χαμηλή αυτοεκτίμηση και ανάγκη προνομιακής μεταχείρισης μέσω σχέσεων πελατειακού τύπου, που μας εμπλέκουν όλους, ανεξάρτητα από τον βαθμό ευθύνης μας, σε ένα νοσηρό πλέγμα συνενοχής.
Η μετωπική σύγκρουση των Τεμπών συμπυκνώνει την «μη κανονικότητα» της χώρας, δηλαδή τον ανορθολογικό τρόπο με τον οποίο λειτουργεί το ελληνικό πολιτικο-διοικητικό σύστημα, το γνωστό σε όλους μας «ελληνικό δημόσιο». Αποκαλύφθηκαν διαδοχικά όλες οι παθογένειες του, σαν επάλληλα στρώματα αποσάθρωσης και καταστροφής. Ακόμη και τα στοιχειώδη, όπως ο κοινός κώδικας επικοινωνίας και σηματοδότησης, είχαν καταρρεύσει. Το «κόκκινο» για τη συγκεκριμένη περιοχή σήμαινε «πράσινο», ενώ οι κατεβασμένες μπάρες, σε φυλασσόμενη σιδηροδρομική διάβαση άλλης περιοχής, σήμαιναν «επιτρέπεται η διέλευση». Πόσο μακριά να πάμε με αυτές τις συνθήκες; Και δεν πρόκειται δυστυχώς για ένα μεμονωμένο θύλακα δυσλειτουργίας. Όλοι είμαστε μάρτυρες αντίστοιχων προβλημάτων σε διάφορους τομείς, ανεξάρτητα από την κρισιμότητά τους1.
Η τραγωδία των Τεμπών (όπως παλαιότερα το ναυάγιο του «Σάμινα», οι φωτιές της Ηλείας, η Μάνδρα και το Μάτι) ενεργοποίησε τους πιο μεγάλους φόβους μας και ταυτόχρονα κατέδειξε εμφαντικά ότι το ελληνικό δημόσιο έχει φτάσει πια στα όρια του. Όσο μάλιστα ο κόσμος γίνεται περισσότερο πολύπλοκος και οι νέες προκλήσεις πιο σύνθετες (κλιματική αλλαγή, τεχνητή νοημοσύνη, αύξηση του προσδόκιμου ζωής, κ.α.) τόσο θα πολλαπλασιάζονται οι αποτυχίες του.
Η «μη κανονικότητα» της χώρας είναι πράγματι ένα δύσκολο πρόβλημα, σύμφυτο με τη δημιουργία του εθνικού κράτους. Στη διατριβή «Συγκρότηση και αναπαραγωγή μιας μη βεμπεριανής γραφειοκρατίας. Η ιστορική εξέλιξη της ελληνικής δημόσια διοίκησης»2 του καθηγητή Θεόδωρου Τσέκου, μελετάται σε βάθος το πρόβλημα της δημόσιας διοίκησης καθώς και οι λόγοι που προγενέστερες προσπάθειες για ένα «κανονικό» κράτος απέτυχαν (κατά την Καποδιστριακή διακυβέρνηση, την Οθωνική περίοδο, τις περιόδους Τρικούπη και Βενιζέλου και τη σύγχρονη περίοδο). Σύμφωνα με την παραπάνω μελέτη η ιδιαιτερότητα της περίπτωσής μας έγκειται σε μια αντίφαση θεμελιακή, που όμως δεν βιώνεται ως τέτοια: Επιθυμούμε τη λειτουργία ενός κράτους ορθολογικά οργανωμένου, αποτελεσματικού και δίκαιου απέναντι σε όλους τους πολίτες του χωρίς όμως να διαταράξουμε στο ελάχιστο την παγιωμένη πελατειακή κουλτούρα, που επιτρέπει την εκμετάλλευση του κράτους από όλους τους εμπλεκόμενους (κόμματα, τοπικές κοινωνίες, μικρο-συλλογικότητες και πολίτες). Σήμερα, μετά και από την εμπειρία της οικονομικής κρίσης, δεν μπορούμε πλέον να πορευόμαστε εθελοτυφλώντας. Το πρόβλημα θα λυθεί όταν κατανοήσουμε όλοι ότι δεν είναι δυνατόν να συμβαίνουν και τα δύο ταυτόχρονα.
Οι απόψεις που διατυπώθηκαν δημόσια μετά το δυστύχημα των Τεμπών δείχνουν ότι η κοινωνία έχει ωριμάσει και είναι έτοιμη για το επόμενο βήμα. Τα κόμματα επίσης έχουν συμπεριλάβει στα προγράμματά τους ορισμένα, έστω και δειλά, μέτρα. Είναι γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει σοβαρές δομικές και θεσμικές μεταρρυθμίσεις (ΑΣΕΠ, ΚΕΠ, Διαύγεια, πρόγραμμα ψηφιακού μετασχηματισμού) και πρέπει να τις αναγνωρίσουμε. Ωστόσο μεμονωμένες παρεμβάσεις δεν αρκούν για να αλλάξουμε υπόδειγμα. Απαιτείται ολοκληρωμένη πολιτική και συντονισμένη αντιμετώπιση όλου του πλέγματος των προβλημάτων με τη σύμπραξη του πολιτικού προσωπικού, των λειτουργών της διοίκησης και των πολιτών. Μόνον έτσι μπορεί να αλλάξει η πολιτική και διοικητική κουλτούρα διακοσίων χρόνων.
Θα διέκρινα τις πρωτοβουλίες που πρέπει να αναληφθούν σε τρεις κατηγορίες:
1. Σύνταξη ενός νέου αξιακού κώδικα που θα διέπει τη λειτουργία του δημοσίου και θα διαμορφώσει νέες σχέσεις με τους πολίτες. Ο κώδικας αυτός θα λειτουργεί ως πλαίσιο και ως οδηγός δράσης.
2. Οριοθέτηση των σχέσεων του πολιτικού συστήματος και των διοικητικών συστημάτων του ευρύτερου δημόσιου τομέα, με στόχο την κατάργηση του πελατειακού κράτους, σε όλα τα επίπεδα που αυτά αλληλεπιδρούν και διαπλέκονται.
3. Διοικητικές μεταρρυθμίσεις με στόχο την αναδιοργάνωση της διοικητικής μηχανής ώστε να λειτουργεί με επάρκεια, ταχύτητα και αποτελεσματικότητα.
Η ταχύτητα είναι μία από τις βασικότερες πηγές δυσλειτουργίας καθώς ο χρόνος του ελληνικού δημοσίου δεν έχει σχέση με τον πραγματικό. Η συνθήκη αυτή ακυρώνει στην πράξη την όποια υπηρεσία (όπως την απονομή δικαιοσύνης, την περίθαλψη, κ.λπ.) ενώ αποτελεί πηγή ποικίλων προβλημάτων (υπονόμευση έργων, διασπάθιση δημοσίου χρήματος, διαφθορά, αποθάρρυνση επενδύσεων, κ.λπ.).
Η συγκυρία είναι θετική για αναδιοργάνωση του διοικητικού συστήματος λόγω των δυνατοτήτων που προσφέρει η ψηφιακή τεχνολογία και η τεχνητή νοημοσύνη, όμως αυτό δεν αρκεί. Η ταχύτητα στην επικοινωνία δεν αρκεί εάν το κάθε πρόβλημα δεν λύνεται στη βάση του.
Απαιτείται μια νέα σύλληψη για τη λειτουργία του δημόσιου τομέα που θα αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη μεταξύ του κράτους, των πολιτών και της πολιτικής για να πάψουμε πια να νιώθουμε σαν τα «νόθα παιδιά» μιας «μη κανονικής χώρας», όπως εύστοχα συνόψισε στους στίχους του το πρόβλημα ο Μανώλης Ρασούλης. Αυτή η νέα σύλληψη θα μπορούσε να γίνει στόχος μιας ενσυνείδητης, εθνικής προσπάθειας.
Για τα παραπάνω θα είχε ενδιαφέρον να ακούσουμε τις προτάσεις των κομμάτων.

1. Ενδεικτική αναφορά προβλημάτων σε παλαιότερα σημειώματα της υπογράφουσας:
«Η Ελλάδα εκδικείται όποιον την παίρνει στα σοβαρά», 2016, https://www.haniotika-nea.gr/i-ellada-ekdikite-opion-tin-perni-sta-sovara/
«Όλα από την αρχή», 2018, https://www.haniotika-nea.gr/ola-apo-tin-archi/
«Η λογική σταμάτησε στο τελωνείο», 2021, https://www.haniotika-nea.gr/i-logiki-stamatise-sto-teloneio/

2. Θεόδωρος Τσέκος, Συγκρότηση και αναπαραγωγή μιας μη βεμπεριανής γραφειοκρατίας. Η ιστορική εξέλιξη της ελληνικής δημόσια διοίκησης, Διδακτορική διατριβή, Πάντειο Πανεπιστήμιο, Γενικό Τμήμα Δικαίου, 2003, Αθήνα, https://thesis.ekt.gr/thesisBookReader/id/33015?lang=el#page/378/mode/1up


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Εντός εκτός και επί τα αυτά

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα