Παρασκευή, 22 Νοεμβρίου, 2024

Ανάγκη διεθνοποίησης ΤΩΡΑ των τουρκικών προκλήσεων

… και σε επίπεδο δυτικών κοινωνιών.

Όλες οι ιστορικές δυτικές αυτοκρατορίες, έχουν γίνει πρώην.
Aρκετές, κατάφεραν εφαρμόζοντας ήπιες μορφές ισχύος, όπως προχωρημένη επιστήμη και τεχνολογία, ισχυρές οικονομικές δυνατότητες κα., να διατηρήσουν επιρροή και οικονομικές δραστηριότητες, σε πρώην κτήσεις-αποικίες.
Η Τουρκία, είναι επίσης πρώην αυτοκρατορία, η οποία κατέρρευσε πριν έναν αιώνα, -νομοτελειακά- ως ‘’μεγάλος ασθενής’’. Τις τελευταίες 10ετίες είναι η μοναδική πρώην αυτοκρατορία που έχει ξεκινήσει και εντείνει αυτοκρατορική επιστροφή μέσα από αναθεώρηση συνθηκών και με κύριο μέσο εξάπλωσης το… σπαθί του Μωάμεθ.
Προφανώς στερούμενη… άλλων, τα μέσα που χρησιμοποιεί είναι η απροκάλυπτη χρήση ή απειλή χρήση ένοπλης βίας, η προπαγάνδα και η θρησκεία.

Τούτο συνιστά ιστορικής διάστασης πισωγύρισμα στον πολιτισμό, πράγμα που δεν φαίνεται να αξιολογούν ανάλογα όλες οι δυτικές κυβερνήσεις.
Η Ελλάδα ήταν εκείνη που πρώτη έπρεπε να έχει διαγνώσει και να ενημερώνει τις δυτικές κοινωνίες για το σταδιακό “χτίσιμο” της νέο-οθωμανικής επιστροφής.
Σημειώνω ότι ο νέο-οθωμανισμός, στην εθνικιστική του εκδοχή, καταγράφηκε ακόμη από τις 10ετίες ’80 και ’90, από κορυφαίες δυτικές δεξαμενές σκέψης. Πρώτα του… βήματα ήταν Κύπρος 1964 και 1974, διεκδικήσεις στο Αιγαίο από το 1976, Ίμια 1996 και Βόρειο Ιράκ.
Το πολιτικό Ισλάμ άντεξε τις διώξεις των κεμαλιστών και εισέβαλε με αντιδυτική ορμή στο σύστημα εξουσίας -επί Ερντογάν- μετά το 2002.

Η θεοκρατική ισλαμική αντίληψη επέστρεψε και επικάθισε πάνω στον εθνικισμό που είχαν διογκώσει οι κεμαλιστές στην εποχή τους ως αντίβαρο, σφυρηλατώντας τον ισλαμο-εθνικισμό.
Υπαρκτά είναι και τα αταβιστικά χαρακτηριστικά κατακτητή, στο συλλογικό υποσυνείδητο της πλειονότητας, όπως παραδέχονται ακόμη και Τούρκοι διανοούμενοι: “διαπερνά (σσ. τους Τούρκους) κουλτούρα και νοοτροπία κατάκτησης και μ’ αυτό το πρίσμα συνεχίζουν να βλέπουν το κράτος τους μέσα στον κόσμο”, Ahmet Kabaklı, (σημαντικός Τούρκος διανοούμενος, 1924- 2001).
Αυτά ήταν τα κοινωνικά συστατικά που χτίστηκε τις τελευταίες τρεις δεκαετίες, το ισχυρό κοινωνικό έρεισμα της επιθετικής νέο-οθωμανικής επιστροφής.
Η κοσμική αντίληψη συντηρείται μεν σε περιορισμένα κοινωνικά στρώματα στα δυτικά παράλια, Κωνσταντινούπολη και Άγκυρα πλην, με μειωμένη ισχύ παρέμβασης.

Το τουρκικό σουνιτικό πολιτικό Ισλάμ σε τρεις γραμμές (ενδεικτικά):
– «Ο εθνικός μας στρατός ανήκει στον οίκο του προφήτου…», δήλωση του υπουργού Εθνικής Άμυνας Ακάρ, τον Ιούνιο 2018 στα Ίσπαρτα.
– Η εμβληματική παρουσία του ανώτατου Ιμάμη Ερμπάς με το ‘’σπαθί του Μωάμεθ’’ στον Άμβωνα της Αγίας Σοφίας στις 24/7/2020.
– Το πνεύμα των στίχων «Τα τζαμιά είναι οι στρατώνες μας… οι μιναρέδες οι ξιφολόγχες μας…» από ποίημα του Ziya Gökalp, που απήγγειλε δημοσίως ο ίδιος Ερντογάν το 1997.

Η συχνή χρήση από την κοινωνία αλλά και από ηγετικά πρόσωπα (μαζί και του Ερντογάν) της μισαλλόδοξης φράσης “απομεινάρια του σπαθιού” (kılıç artıği), υποδηλώνει ότι η ανάμνηση της χρήσης του γιαταγανιού είναι ζωντανή από γενιά σε γενιά και αφορά σε όσους απέμειναν από τις γενοκτονίες αλλά και στους απογόνους τους Αρμένιους, Έλληνες κ.λπ.
Στην Τουρκία του… σπαθιού αναφέρθηκε χωρίς διπλωματικές φιοριτούρες και ο Υπ. Εξωτερικών των ΗΠΑ Μάικ Πομπέο, σε συνέντευξή στις 3/1/2019 στο Newsmax. Πομπέο: ‘’Αποχωρώντας από τη Συρία θα διασφαλίσουμε ότι οι Τούρκοι δεν θα σφάξουν (slaughter) τους Κούρδους……».
Η υποστήριξη των δυτικών προς τον Ερντογάν, εναντίον των κεμαλιστών, ήταν υπέρμετρη από το 2002 μέχρι το 2009, αφού άφηνε υποσχέσεις ότι θα διαμορφώσει ένα μετριοπαθές συνεργάσιμο μουσουλμανικό κράτος. Δεν δικαιώθηκαν.
Αργά αλλά σταθερά, η Τουρκία εξελίχτηκε σε χώρα με εντεινόμενη επιθετικότητα, βασισμένη σε ισχυρό ισλαμο-εθνικισμό, με συνεχώς αυξανόμενη στρατιωτική ισχύ και με “αέρα” αυτοκρατορικής επιστροφής. Πραγματικότητα που αντικειμενικά θα ασκεί πίεση και σε οποιαδήποτε επόμενη ηγεσία.

Για το ορατό μέλλον ο πολιτισμός της κοσμικότητας, της δημοκρατίας και της συνείδησης του διεθνούς δικαίου στην Τουρκία, θα είναι terra incognita.
Πόσο αξιόπιστες λοιπόν μπορεί να είναι συζητήσεις και διαπραγματεύσεις με τις χώρες της Δύσης; Μπορούν να διεξάγονται με βάση τα δυτικά πρότυπα επίλυσης διαφορών στη βάση του διεθνούς δικαίου; Αμφίβολο. Αυτό βέβαια είναι ένα ερώτημα που πρέπει να απαντήσει η Δύση.
Ο κρίσιμος προβληματισμός σήμερα της χώρας μας είναι το αν η Τουρκία ‘’καταδεχτεί’’ να περιορίσει τις όποιες συζητήσεις για μια λιγότερη ή περισσότερη επήρεια σε ΑΟΖ κάποιων νησιών και ακόμη περισσότερο -σε ασυμφωνία – αν θα δεχτεί παραπομπή στο ΔΔ Χάγης.
Φαίνεται εξαιρετικά δύσκολο, όπως δύσκολο είναι επίσης και για τη χώρα μας να αρνηθεί τον διάλογο, τουλάχιστον σε διερευνητικές επαφές.
Μόνο αν ασκηθεί πίεση από ΗΠΑ και ΕΕ πάνω από το επίπεδο των τουρκικών στρατιωτικο-οικονομικών αντοχών, θα αναγκαστεί η Άγκυρα να περιορίσει την ατζέντα μόνο στις ΑΟΖ. (Εκτιμώ ότι δεν είναι ακόμη έτοιμος ο Ερντογάν να συγκρουστεί με τη Δύση, σύμφωνα με τις… προφητείες του Huntington, παρ’ ότι μάλλον φαίνεται να τον διαβάζει).

Προβληματική και αόριστη η έξωθεν ‘’βοήθεια’’ από δυτικές κυβερνήσεις.
Η επαρκής έξωθεν παρέμβαση είναι επί του παρόντος αμφίβολη, γιατί καθ’ ένα από τα ισχυρά δυτικά κράτη αξιολογεί διαφορετικά τους κινδύνους από την στρατιωτική ισχυροποίηση της ισλαμο-εθνικιστικής πλέον και αναθεωρητικής Τουρκίας, πράγμα που αντανακλάται και στις αποφάσεις ή μη αποφάσεις της ΕΕ και του ΝΑΤΟ.
Η πιο κοντινή κόκκινη γραμμή στις… όποιες ελληνικές, είναι εκείνη της Γαλλίας.
Η πιο απομακρυσμένη φαίνεται να είναι της Γερμανίας, η οποία δεν θεωρεί ως σοβαρή απειλή στα στενά κρατικά της συμφέροντα, μια Τουρκία, ‘’κουμανταδόρο’’ στους ενεργειακούς πόρους και στη ναυσιπλοΐα στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, όπως τη θεωρεί η Γαλλία.

Οι κοινωνίες μπορούν να έχουν και σήμερα -όπως και στο παρελθόν- λόγο και ρόλο παρέμβασης.
Είναι υποχρέωση του ελληνισμού να απευθυνθεί στις δυτικές κοινωνίες για δύο μείζονες τουρκικές προκλήσεις, απέναντι στον δυτικό πολιτισμό.
Η ιστορία δείχνει ότι στα τραπέζια των διαπραγματεύσεων οι κυβερνήσεις συζητούν με κύριο κριτήριο τα εθνικά συμφέροντα.
Όμως, τα ιστορικά δίκαια είναι πάντα παρόντα, πλην, δεν γίνονται εύκολα δεκτά ως διαπραγματευτικά επιχειρήματα, όπως είχε διαπιστώσει και ο Ελ. Βενιζέλος 100 χρόνια πριν.
Το μεγάλο φιλελληνικό κίνημα από τις δυτικές κοινωνίες του 18ου αιώνα, θεωρούσε ιστορικό δίκαιο να ελευθερωθεί και να διατηρηθεί ελεύθερο αυτό που η Δύση θεωρούσε ανέκαθεν λίκνο του πολιτισμού της επιστήμης και της δημοκρατίας της.
Πρόσφερε ακόμη και αίμα στον ελληνικό απελευθερωτικό αγώνα, παρά την αρχικά αρνητική θέση των κυβερνήσεων της Ιεράς συμμαχίας.
Θεωρώ ότι ήταν προέκταση αυτής της αντίληψης και οι δυο επιστολές συμπαράστασης στα δίκαια της Ελλάδας, που δημοσιεύτηκαν πρόσφατα από προσωπικότητες Βρετανίας και Γαλλίας.
Σ’ αυτήν ακριβώς τη συνείδηση του ιστορικού δικαίου, μπορεί και πρέπει να απευθυνθεί και σήμερα ο ελληνισμός, (όχι η κυβέρνηση) ξεδιπλώνοντας μια ολοκληρωμένη και ευρηματική εκστρατεία κατ’ ευθείαν στις δυτικές κοινωνίες, υπενθυμίζοντας ιστορικές υποχρεώσεις τους απέναντι σε δύο κύριες προκλήσεις απέναντι στον δυτικό πολιτισμό, από την ένοπλη επιθετική επιστροφή του νέο-οθωμανισμού.
Προτεινόμενο περίγραμμα παρέμβασης όπως παρακάτω:

Α. Η Δύση έχει ιστορικά δίκαια στο Ανατολικό Αιγαίο τα οποία απειλούνται.
Η Τουρκία διεκδικεί ολοένα και πιο πιεστικά νησιά και μέρος της θάλασσας του Ανατολικού Αιγαίου, δηλαδή. ένα σημαντικό κομμάτι του λίκνου του δυτικού πολιτισμού. Σ’ αυτό γεννήθηκαν δύο από τους 7 σοφούς της αρχαίας Ελλάδας, ο Κλεόβουλος ο Ρόδιος και ο Πιττακός ο Μυτιληναίος, καθώς και ο πατέρας της ιατρικής Ιπποκράτης ο Κώος και ο μεγαλύτερος μαθηματικός των αρχαίων χρόνων, ο Πυθαγόρας ο Σάμιος.
Σχεδόν 110 χρόνια μετά την απελευθέρωση, οι Τούρκοι απειλούν την ελληνική κυριαρχία στα νησιά με πρόσχημα το καθεστώς της υφαλοκρηπίδας.
Κατ’ επανάληψη προσκλήσεις από Ελληνικές κυβερνήσεις από τη 10ετία του ’70, για προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης για τα θέματα της υφαλοκρηπίδας, έχουν απορριφθεί. Απαιτεί διμερείς διαπραγματεύσεις, βάζοντας στο τραπέζι ολοένα και περισσότερες διεκδικήσεις και τη συνεχώς αυξανόμενη στρατιωτική της ισχύ.

Συνοπτικά: Η επιθετική επιστροφή των Τούρκων για κυριαρχία ξανά, πάνω σε νησιά του λίκνου του δυτικού πολιτισμού είναι έξω από κάθε κανόνα διεθνούς δικαίου και κατά παράβαση των συνθηκών. Είναι μια ισχυρή πρόκληση προς αυτόν τον πολιτισμό και ζητούμε τη συμπαράσταση των δυτικών κοινωνιών στην αποτροπή των απειλών.

Β. Η νέο-οθωμανική αυτοκρατορική επιστροφή της Τουρκίας, στηριγμένη στα όπλα, σπρώχνει τον δυτικό πολιτισμό σε πισωγύρισμα.
Όπως αναφέρθηκε στην αρχή, η Τουρκία είναι η μοναδική από τις πρώην αυτοκρατορίες που επανέρχεται και επιχειρεί επεκτατική νέο-οθωμανική αυτοκρατορική επιστροφή με όπλα τη χρήση ή απειλή χρήσης ένοπλης βίας και τη θρησκεία, με στόχους προς Ευρώπη, Βόρεια Αφρική και Ανατολική Μεσόγειο-Μέση Ανατολή.
Το ερώτημα που απευθύνεται προς τις δυτικές κοινωνίες και ιδιαίτερα σε εκείνες που οι χώρες τους ήταν πρώην αυτοκρατορίες, είναι το αν ανέχονται την Τουρκική επιστροφή με βαρβαρική πρακτική περασμένων αιώνων και αν συνειδητοποιούν τους κινδύνους για την ειρήνη στην περιοχή.
Η σημερινή Ελλάδα όντας το ανατολικό σύνορο του Δυτικού Κόσμου έχει ανταποκριθεί με το μέγιστο των δυνάμεών της αλλά χρειάζεται και την ενίσχυση από τις δυτικές κοινωνίες, όπως και στο παρελθόν, στο μέρος που τους αναλογεί.
Μια πρόταση για τους φορείς του Ελληνισμού που θα μπορούσαν να συμμετάσχουν και προσφέρουν σ’ αυτή την εκστρατεία:
– Ομογενειακοί φορείς και προσωπικότητες της διασποράς,
– Τμήμα ή ολόκληρη η επιτροπή εορτασμού 1821-2021 (χωρίς κυβερνητικό μανδύα).
– Το Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών Ελευθ. Βενιζέλος,
– Το Ινστιτούτο Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Καραμανλής,
– ΑΕΙ και Δεξαμενές σκέψης που διαθέτουν ινστιτούτα ή τμήματα σχετικά με το αντικείμενο,
– Μείζονες ελληνικοί τουριστικοί φορείς (συμβουλευτική συμμετοχή για αλληλεπίδραση με θέματα τουρισμού).
Καταλληλότερος και υψηλού ειδικού βάρους φορέας για την οργάνωση και εποπτεία Συντονιστικού Οργάνου αξιοποίησης των παραπάνω φορέων, είναι η Ακαδημία Αθηνών, προτείνοντας κατάλληλα μέλη της γι’ αυτό.

ΥΓ. Αν η Χώρα είχε συγκροτήσει ένα Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας με διακομματική συναίνεση και είχε προσέξει λίγο περισσότερο την ένοπλη ισχύ της από τη 10ετία των Ιμίων, σίγουρα σήμερα η χώρα θα είχε υψηλότερο επίπεδο διπλωματικο-στρατιωτικού αποτρεπτικού δυναμικού. Ποτέ δεν είναι αργά!


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα