■ “Κλειδί” η έμφαση σε πολιτικές για ένα άλλο σχολείο,
στον πολιτισμό και σε μια κοινωνία συμμετοχικότητας
■ Επισημάνσεις ειδικών στα “Χ.ν.”
Ολοένα και πιο συχνά έρχονται στην επικαιρότητα γεγονότα που σχετίζονται με αποκλίνουσα ή βίαιη συμπεριφορά από εφήβους. Τι είναι όμως αυτό που οδηγεί αρκετούς νέους και, μάλιστα, ανήλικους, σε αυτές τις συμπεριφορές; Τι κενό προσπαθούν να καλύψουν τα παιδιά με αυτόν τον τρόπο; Ποιος είναι ο ρόλος αλλά και η “δύναμη” της οικογένειας και του σχολείου. Τι δεν μπορεί να καταλάβει ή να κατανοήσει ο κόσμος των μεγάλων και τι θέλουν να “πουν” αυτοί οι νέοι στους ενήλικους.
Τα αίτια της εφηβικής βίας αποπειραθήκαμε να αναζητήσουμε με τη βοήθεια του ψυχιάτρου – επιστημονικού συνεργάτη της Ψυχιατρικής Κλινικής του Νοσοκομείου Χανίων, Αντώνη Λιοδάκη και του παιδοψυχιάτρου ο οποίος είχε εργαστεί στο Κέντρο Ψυχικής Υγείας Χανίων, Γιώργου Βαγιωνή.
Παράλληλα, “ανασύραμε” πρωτοβουλίες που είχαν αναληφθεί κατά καιρούς στα Χανιά για τα θέματα αυτά, που, όμως, είτε ατόνησαν, είτε δεν προχώρησαν αλλά έμειναν στα… χαρτιά και στη θεωρία.
«ΝΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΣΤΕΙ Η ΚΟΙΝΩΝΙΑ»
Ο ψυχίατρος, επιστημονικός συνεργάτης στην Ψυχιατρική Κλινική του Νοσοκομείου Χανίων, Αντώνης Λιοδάκης, σημειώνει ότι «η βία ιδιαίτερα στα νέα παιδιά λειτουργεί με δύο τρόπους: έχουμε πολλούς αυτοτραυματισμούς και πάρα πολλές εσωστρέφειες είτε με μορφή κατάθλιψης ή αυτοκτονικότητας έστω και σε επίπεδο θεωρίας. Διαρκώς βιώνουμε μια απαξίωση του νοήματος της ζωής το οποίο προέρχεται είτε από οικονομικές παράμετρους, είτε από κρίση του σχολείου».
Ο κ. Λιοδάκης σημειώνει ότι πρόκειται για «ένα ψυχοκοινωνικό φαινόμενο πλέον το οποίο οφείλει να ταλανίσει και να προβληματίσει όλο το φάσμα της κοινωνίας και να προκύψουν δράσεις αντιμετώπισης και ανακούφισης».
Ο ψυχίατρος εκτιμά ότι είναι πολυπαραγοντικό φαινόμενο και ότι μία από τις πολλές αιτιάσεις εστιάζεται στην περίοδο του εκλεισμού και της κοινωνικής αποστασιοποίησης «όπου τα παιδιά και οι γυναίκες υφίσταντο μία μορφή βίας, ιδιαίτερα για τα νέα παιδιά που η φύση τους είναι στο άνοιγμα προς την ελευθερία, την αναζήτηση και την κοινωνικότητα. Αυτό λειτούργησε με δύο τρόπους: μία βία προς τον εαυτό τους: έχουμε πάρα πολλούς τραυματισμούς, έχουμε ομάδες που “συντονίζονται” με φαινόμενα βίας και άσκησης της και έχουμε πάρα πολλές εσωστρέφειες, είτε με μορφή κατάθλιψης, είτε με μορφή αυτοκτονικότητας, έστω σε επίπεδο θεωρίας».
Ο κ. Λιοδάκης συμπληρώνει ότι «διαρκώς βιώνουμε μια απαξίωση του νοήματος της ζωής, το οποίο προέρχεται είτε από οικονομικές παραμέτρους, είτε από μια βαθιά κρίση του σχολείου που δεν δίνει πλέον νόημα, είτε από μία κρίση πάνω στον πολιτισμό, μια κρίση που περιορίζει τον άνθρωπο σε κοινότυπα πράγματα γιατί ο πολιτισμός ανοίγει τον ανθρώπο προς το αύριο».
Παράλληλα αναφέρεται στην «υγειονομική κρίση που συνεπάγεται ανεπάρκεια υπηρεσιών υγείας, ανεπάρκεια θεραπευτικής αντιμετώπισης και όλο αυτό μετασχηματίζεται σε μια απελπισία, σε μια απόγνωση, ως έλλειμμα συνολικό».
Επιπλέον, «μπαίνουμε διαρκώς σε έναν άκρατο καταναλωτισμό ο οποίος συνδέεται και συσχετίζεται με εγωπαθείς συμπεριφορές και εγωισμούς».
«ΑΝΑΓΚΗ ΓΙΑ ΚΑΙΝΟΤΟΜΕΣ ΙΔΕΕΣ»
Ο ψυχίατρος εξηγεί ότι «όλα αυτά άμα τα συνδέσει και τα επεξεργαστεί κανείς, βλέπει ότι μπροστά του εμφανίζεται ένα δυστοπικό τοπίο που απαιτεί μια κινητικότητα αλληλεγγύης και παρέμβασης», εκτιμά ότι «είμαστε σε μια κρίσιμη καμπή» και συμπληρώνει ότι για να περιορίσουμε και να μηδενίσουμε αυτά τα φαινόμενα στη νεολαία, χρειάζονται καινοτόμες πολιτικές ιδέες, παρεμβάσεις, διαμορφώσεις, ώστε να ανασυντάξουμε τις δυνάμεις ως κοινωνία και να ενσταλλάξουμε την αλληλεγγύη, την συνύπαρξη και την επανοηματοδότηση της ζωής μας και να αφουγκραστούμε με ενσυναίσθηση και συμμετοχικότητα αυτά τα φαινόμενα τα οποία να μην μας προσθέσουν φόβο αλλά να μας δώσουν αυτογνωσία. Αν ακούσουμε την νεολαία στα βαθύτερα αιτήματά της που είναι αδιαμόρφωτα, δεν έχουν μια πολιτική διαύγαση αλλά έχουν μία τάση να διαμορφώνουν το αύριο πάρα πολύ ζωντανά και ενεργητικά, τα φαινόμενα βίας και αυτοκαταστροφής, ουσιαστικά, θα γίνουν μειοψηφικά φαινόμενα, θα γίνουν φαινόμενα έκτακτα τα οποία θα ξεπεραστούν. Οι νέοι άνθρωποι έχουν τόση ομορφιά, έχουν τοσα πράγματα να πουν, έχουν μια αίσθηση δικαιοσύνης που πολλές φορές η κοινωνία των μεγάλων δεν τα διαθέτει».
Στο ερώτημάς ποιο είναι το “κλειδί” για την αντιμετώπιση αυτών των φαινομένων, ο κ. Λιοδάκης απαντά:
«Η έμφαση σε πολιτικές για ένα άλλο σχολείο το οποίο πρέπει να προσδιοριστεί, η γνώση να έχει βιωματικά χαρακτηριστικά, η έμφαση στον πολιτισμό που θα λειτουργήσει σαν βάλσαμο στη νοηματοδότηση της ύπαρξης και η έμφαση σε μια κοινωνία συμμετοχικότητας, αλληλεγγύης και δικαιοσύνης με την έννοια της οικονομικής και κοινωνικής ευεξίας και ευταξίας. Αυτό σημαίνει να δώσουμε στα ζητήματα των δικαιωμάτων το ουσιαστικό τους νόημα, να ξανασυζητήσουμε για τα ζητήματα δικαιωμάτων και ελευθεριών, που σημαίνει ότι ξανασυζητάμε για ζητήματα Δημοκρατίας πολύ πιο ενεργητικά και επίσης να νοηματοδοτήσουμε ακόμη περισσότερο την ύπαρξή μας και τη ζωή μας προς μια κατεύθυνση συνύπαρξης».
«ΑΝΑΓΚΗ ΣΥΣΤΗΜΑΤΙΚΗΣ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ»
Αντιμέτωπος με αρκετά περιστατικά που αφορούν αποκλίνουσες συμπεριφορές έχει έρθει και ο παιδοψυχίατρος, Γιώργος Βαγιωνής, ο οποίος σε ερώτημά μας για τα αίτια και τους τρόπους αντιμετώπισης, απάντησε:
«Η παραβατικότητα στα παιδιά και στου εφήβους είναι άρρηκτα συνδεμένη με την δυσμενή κοινωνική και οικονομική περίοδο που ο ανήλικος/η πρέπει να αντεπεξέλθει. Συνήθως είναι απότοκο μιας διαταραχής της διαγωγής, νόσος από την οποία πάσχουν περίπου το 5% των ανηλίκων. Γενικά υπάρχει παγκόσμια μια αυξητική τάση τα τελευταία 30 χρόνια και δεν είναι μόνο ένα Ελληνικό φαινόμενο. Αυτό που όμως πρέπει να έχουμε κατά νου είναι οι μακροχρόνιες επιπτώσεις αυτής της διαταραχής. Είναι παιδιά που δυστυχώς σταματούν πρόωρα το σχολείο, συχνά κακοποιούν άλλα παιδιά, εξελίσσονται σε ενήλικες βαθιά παραβατικούς, κάνουν χρήση -αλλά και εμπορία- ουσιών. Ως εκ τούτου πιστεύω πως είναι επιτακτική η ανάγκη μιας συστηματικής παρέμβασης στην κοινότητα, αρχής γενομένης μίας έγκαιρης παιδοψυχιατρικής διάγνωσης».
Η ΕΙΣΑΓΓΕΛΙΑ ΑΝΗΛΙΚΩΝ
Αρκετές υποθέσεις που αφορούν εφήβους (αποκλίνουσα συμπεροφορά, θύματα ενδοικογενειακής βίας, κ.α.) απασχολούν την Εισαγγελία Ανηλίκων.
Σε πρόσφατη εκδήλωση στα Χανιά, η Εισαγγελέας Ανηλίκων Χανίων, Χριστίνα Δημητριάδου Στεργιανού, είχε αναφέρει μεταξύ άλλων ότι στην Εισαγγελία υπάρχουν σχεδόν 500 φάκελοι ανηλίκων από το 2019 έως σήμερα και ότι η Εισαγγελία παραγγέλει: κοινωνικές έρευνες, παιδοψυχιατρικες εκτιμήσεις ή πραγματογνωμοσύνες, ιατρικές ή ιατροδικαστικές πραγματογνωμοσύνες, συμβουλευτική γονέων κ ανηλίκων ή τη θεραπευτική παρέμβαση στο ανήλικο μέσω συνεδρίων, παραπομπή του για αξιολόγηση στο ΚΕΔΑΣΥ, ψυχιατρικές πραγματογνωμοσύνες γονέων. Επίσης, εξέθεσε προβληματισμούς σχετικά με την υποστελέχωση των υπηρεσιών (1 παιδοψυχιατρος για όλο το νομό) σε σχέση με την πληθώρα των περιστατικών.
Η ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΑΝΗΛΙΚΩΝ
Σημαντικό ρόλο για την στήριξη ανηλίκων και ειδικά παιδιών με αποκλίνουσα ή παραβατική συμπεριφορά είχε η Εταιρεία Προστασίας Ανηλίκων Νομού Χανίων η οποία ιδρύθηκε το 1995 προς 1996 και είναι Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου (ΝΠΔΔ) που ελέγχεται από το υπουργείο Δικαιοσύνης.
Από το 1995 μέχρι το 2003, η Εταιρεία Προστασίας Ανηλίκων Νομού Χανίων λειτουργούσε και επιτελούσε σημαντικό έργο. Κατά το διάστημα εκείνο αντιπρόεδρος της εταιρείας ήταν η συνταξιούχος ειρηνοδίκης Σοφία Λυγγούρη.
Τότε, από τα παιδιά 20 οικογενειών που είχε υποστηρίξει η Εταιρεία, μόνο ένα – δύο συνέχισαν την παραβατική συμπεριφορά, τα υπόλοιπα ολοκλήρωσαν τις σπουδές τους στο Λύκειο και στη συνέχεια εισήχθησαν σε ΑΕΙ ή ΤΕΕ ενώ άλλα ασχολήθηκαν με κάποιο επάγγελμα.
Στη συνέχεια η Εταιρεία ατόνησε ενώ ελπίδες για ουσιαστική επαναλειτουργία της είχε “γεννήσει” το 2010 μια πρωτοβουλία της Διεύθυνσης Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης να δημιουργήσει Σύλλογο Φίλων της Εταιρείας, που θα προσφέρει εθελοντικό έργο για την προστασία των παιδιών με παραβατική συμπεριφορά.
Ετσι, η Εταιρεία επαναδραστηριοποιήθηκε με γραφεία στην οδό Σφακίων αλλά φαίνεται ότι πάλι έχει ατονήσει. Στα κοινωνικά δίκτυα της Εταιρείας Προστασίας Ανηλίκων Νομού Χανίων φαίνεται ότι η τελευταία της δραστηριότητα ήταν το 2019 (διαλέξεις με θέμα την κακοποίηση παιδιών και εφήβων).
ΜΙΑ ΙΔΕΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΠΡΟΧΩΡΗΣΕ
Τον Απρίλιο του 2011 στελέχη του νεοσύστατου, εκείνη την εποχή, Κεντρικού Συμβουλίου για την Πρόληψη και την Αντιμετώπιση της Θυματοποίησης και της Εγκληματικότητας Ανηλίκων (ΚΕΣΑΘΕΑ), είχαν συζητήσει με τοπικούς φορείς στην αίθουσα του δημοτικού συμβουλίου Χανίων, για το Δίκτυο “Ορέστης” και για συντονισμό δράσεων.
Τότε, είχε επισημανθεί ότι «απαραίτητη κρίνεται, σύμφωνα με τους ειδικούς, η στενή συνεργασία Αυτοδιοίκησης και τοπικών φορέων για την αντιμετώπιση των περιστατικών κακοποίησης ή παραβατικότητας ανηλίκων, τα οποία καταγράφουν αύξηση τα τελευταία χρόνια» (“Χανιώτικα νέα” 6/4/2011). Αλλά και εκείνη η συζήτηση έμεινε, ουσιαστικά, στη θεωρία.