Επικρατει η αντίληψη, ότι η νοµική επιστήµη, χαρακτηρίζεται από εσωστρέφεια, πεζότητα και δογµατισµό. Το δίκαιο, είναι ο καθρέφτης της πραγµατικότητας και η νοµική επιστήµη εχοντας να αντιµετωπίσει ως νοµικές περιπτώσεις ολες τις πολυσχιδεις εκφάνσεις της πραγµατικότητας, είναι υποχρεωµένη να υπερβεί τα στενά ορια του δικαίου και να διευρύνει τους ορίζοντές της.
Μια ανοιχτη νοµική επιστήµη, ευαίσθητη στην πραγµατικότητα και ετοιµη να γονιµοποιηθεί από ερεθίσµατα προερχόµενα από όλα τα κοινωνικά και πολιτισµικά φαινόµενα, δεν µπορει να µένει αδιάφορη στην τέχνη. Η τεχνη ενδιαφέρει το δίκαιο όχι απλώς ως αντικείµενο νοµικών ρυθµίσεων αλλα κυρίως ως συλληψη και ανακατασκευη της πραγµατικότητας. Μέσα από την τέχνη, το δίκαιο µπορεί να βρει αθέατες πτυχες της πραγµατικότητας και γιατι όχι παθολογικά φαινόµενα της λειτουργίας του.Την άλλη αυτή πραγµατικότητα του δικαίου, αναδεικνύει η τέχνη αφου το δίκαιο, πάντα προσελκύει το ενδιαφέρον των δηµιουργών, ετσι ώστε µεταξυ τεχνης και δικαίου να αναπτύσσεται ενας αφανής διάλογος.
∆ικηγόροι,, πολλοι δικαστικοί υπάλληλοι, λειτουργοι της ∆ικαιοσύνης, δεν είναι τυχαίο που ασχολούνται ενεργά µε το κεφάλαιο τεχνη και την ταυτιση του, µε εκείνο του χωρου του δικαιου.
Εχετε ποτε σκεφτει, αν υπάρχει οµοιότητα µεταξυ των δυο αυτών στοιχείων?στοιχειων που καθορίζουν τη ζωή µας και την καθοδηγούν µεσα από το ρυθµό τους?Εχετε σκεφτει αν η τεχνη , συµπλέκεται και διαπλέκεται µε το δίκαιο?αυτη η ερωτική σχέση που αγκαλιάζει τη ζωή µας,µεσα από τις µουσικες νότες, την ποιηση, την λογοτεχνια, τον χορό, την ζωγραφική,τον κινηµαρτογράφο και από τους κανόνες του δικαίου µε κυρίαρχο τελικό στοιχείο, το συναίσθηµα της αγάπης στο συνανθρωπο , µε τελικό στόχο να κυνηγήσοµε το απόλυτο?
∆ίκαιο και τεχνη, δυο εκφάνσεις του πολιτισµου, που ο ανθρωπος εχει δηµιουργήσει και εξακολουθει να δηµιουργει στην πορεία των αιώνων.
Και τα δύο απορέουν απο την ιδια δηµιουργική ανθρώπινη προσπάθεια πρός συνεχώς νεες πνευµατικές αναζητήσεις.
Κυρίαρχο στοιχείο στο ∆ίκαιο, ο λόγος, µε την αυστηρή µορφή της µαθηµατικής λογικής.
Ταξη στις γνώσεις Πειθαρχία στη σκέψη.Και στη Τεχνη? Εδώ,βαδίζοµε πέρα απο το λόγο, επιχειρούµε µία διαφυγή στο απειρο,στο συναισθηµα,στην απογείωση,στην ψυχικη ανάταση.Οσο και αν ο δηµιουργός εργου τέχνης ειναι ελεύθερος απο τα δεσµά του λόγου, το ιδιο δικαιούται να χρησιµοποιεί λογικούς κανόνες ακόµη και της Μαθηµατικής επιστήµης στη διαδικασία δηµιουργίας του.
Ανάλογα και στο ∆ίκαιο στο αδιέξοδο της Λογικής ξεπερνούνται τα ορια της και τη λύση την δίνει µία σπίθα µια αναλαµπή, βγαλµένη απο την επιείκεια, απο το συναίσθηµα του δικαίου.
Αναπόδραστη και πανίσχυρη η συµβολή του κοινωνιολογικου και ανθρωπολογικου παράγοντα τοσο στο δίκαιο οσο και στη Τεχνη. Και τα δυο κτιζουν, βασιζόµενα σε προηγούµενο και για τα δυο προβλέπονται ευχέρειες και ορια, ώστε να παραµένει ο ερµηνευτής του δικαίου η της τεχνης ελεύθερος και αλλοτε να υποβάλεται σε περιορισµούς.Στη µουσικη,ζωγραφική,γλυπτική η εκφραση πηγαζει η εγγράφεται σε νοµο η σε νόµους. Υπάρχει µία ιεραρχία, στην οποία σύστηµα και νόµος κυριαρχούν επι της ελευθερίας εκφρασης.Οπως σε κάθε νοµικό συστηµα ετσι και στη τεχνη οι κανόνες, οι νόµοι ρυθµίζουν ιδιάιτερες ανάγκεςκαι συνθηκες .Κανεις δεν αµφισβητει ότι η µουσικη η ποιηση η λογοτεχνία ο κινηµατογραφος το θεατρο,αλλα και γενικότερα η τεχνη, δηµιουργείται. Και κανεις δεν αµφισβητει ότι το θετικό δίκαιο δηµιουργείται.
Η τεχνη και το δίκαιο, αποτελούν πολιτισµικές εκφράσεις της ζωής. Με δεδοµένο αυτό, είναι λογικό να δεχτούµε ότι η τεχνη, µπορεί να µοιράζεται µε το δίκαιο, όπως και µε άλλες πολιτισµικές εκφράσεις, µε ορισµένα βασικά χαρακτηριστικά, µεσω των οποίων οι άνθρωποι διαµορφώνουν τις εµπειρίες τους. Η τεχνη µπορεί να θεωρηθεί ως µέσον για την κατανόηση των µηχανισµων µε τους οποίους σχηµατίζεται και ενεργοποιείται η ταυτότητα του ανθρώπου. ειναι µια άγνωστη χώρα που βλέπω τον εαυτό µου τον οποίο δεν γνωρίζω..
Έτσι λοιπόν η τεχνη και η εννοµη δικαιακη ταξη, δεν είναι τοσο αποµονωµένες, ώστε να σχηµατίζουν ξεχωριστους κλάδους, αντίθετα η σχέση τους, είναι πολύ στενή και διαρκής τοσο στην εσωτερική επεξεργασία τους, οσο και στην εξωτερική έκφραση τους. Η κουβεντα για την τεχνη είναι αναπόσπαστο κοµµάτι για την κοινωνία. Μιλώντας για τα δυο, στοχαζόµαστε για το παρόν και κατασκευαζοµε τις ουτοπίες µας. Μιλώντας για το δίκαιο αναπόφευκτα εξεταζοµε τις επιρροές που υφίσταται από την κοινωνία, την οποία φιλοδοξει να ρυθµίσει, αλλα και τις συνέπειες ,που έχει η εφαρµογή του δικαίου για την κοινωνία.
Ο σύγχρονος δικαστής και ο δικηγόρος του 21ου αιώνα σε µια εποχή ιδιαιτέρως µεταβατική,όπως αυτή που ζούµε και αναπνέοµε, σε µια εποχή ναι µεν ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, αλλά και έντονης αµφισβήτησης αξιών και παλαιών προτύπων,δεν είναι δυνατον να µένει κλεισµένος στο γραφείο του και να παρακολουθεί ως θεατής να περνούν µπροστά του τα φαινόµενα σαν κινηµατογραφική ταινία. Πρέπει να βρίσκεται, µέσα στην κοινωνία, ν’ ακούσει τον παλµό της και να έχει τα εφόδια εκείνα, ώστε να εφαρµόσει το νόµο σύµφωνα µε το δέον γενέσθαι.
Ερχεται λοιπόν η τέχνη , η οποία,µετουσιώνει το κοινωνικό γίγνεσθαι και πολλές φορές, προηγείται του θετικού δικαίου και γίνεται αφορµή, είτε για να τεθεί για πρώτη φορά κάποιος κανόνας δικαίου, είτε για να συµπληρωθεί ή να αντικατασταθεί, γιατί η δικαιοσύνη δεν είναι αυτοσκοπός, είναι κοινωνικό ιδεώδες και ηθική αξία, είναι το αλάτι της γης, το οποίο πρέπει να γευθεί όλη η κοινωνία. Το έργο του δικαστή αλλα και του δικηγορου,όπως γίνεται αντιληπτό,δε συνδέεται µόνο µε νοµικές γνώσεις, αλλά και µε ιδέες, µε ηθικές αξίες και µε κανόνες συµπεριφοράς, γιατί το πρόσωπό, καθίσταται πρωταγωνιστής της δικαιοσύνης και συγχρόνως το µέτρο, µε βάση το οποίο κρίνεται αν επικράτησε σε ορισµένο τόπο και χρόνο η δικαιοσύνη.
Ο Ronald Dworkin θεωρεί το δικαστή, ως δηµιουργό, οι αποφάσεις του οποίου, είναι τµήµα ενός µακροσκελούς αφηγήµατος που είναι η νοµολογία, το οποίο θα πρέπει να συνεχίσει µε τη συµβολή της προσωπικής του κρίσης. Μάλιστα συγκρίνει τη τέχνη, µε τα νοµικά, λέγοντας, ότι µε τον ίδιο τρόπο που µια ερµηνεία στα πλαίσια ενός αλυσιδωτού µυθιστορήµατος αποτελεί για τον κάθε ερµηνευτή, µια λεπτή στάθµιση διαφορετικών λογοτεχνικών και καλλιτεχνικών στάσεων, έτσι και στα νοµικά η ερµηνεία συνίσταται σε µια λεπτή στάθµιση µεταξύ διαφορετικών πεποιθήσεων.
Στα νοµικά, όπως και στη τέχνη , οι πεποιθήσεις πρέπει να είναι αλληλένδετες αλλά ταυτόχρονα και αυτοτελείς, ώστε να επιτρέπουν µια συνολική κρίση, η οποία να ισοσκελίζει την επιτυχία µιας ερµηνείας σε ένα επίπεδο µε την αποτυχία της στο άλλο.
Είναι προφανές, ότι ο δικαστής, πρέπει να διαθέτει οπλισµό και εφόδια που να του επιτρέπουν να πραγµατοποιεί τη σύνθετη διανοητική πνευµατική εργασία για την οποία είναι προορισµένος. Αυτόν τον οπλισµό και αυτά τα εφόδια δεν πρέπει να τα λαµβάνει µόνο από τον κύκλο της νοµικής επιστήµης και από συζητήσεις µε οµότεχνους και συναδέλφους του, αλλά οφείλει να τα αναζητεί στο ευρύτερο διανοητικό πνευµατικό περιβάλλον της χώρας που ζει και του κόσµου ολόκληρου εντός του οποίου κινείται. Αν ο δικαστής περιορίζεται αυστηρά στον κύκλο της επιστήµης του και των οµοτέχνων του, αποµακρύνεται, χωρίς και ο ίδιος να το αντιλαµβάνεται, από τα σύγχρονα ρεύµατα που διασχίζουν την κοινωνία και την οικονοµία. Πρέπει να αντλεί έµπνευση από τα ερεθίσµατα και τις παραστάσεις που προσλαµβάνει από την κοινωνία, από την επαφή του µε τον κόσµο του πνεύµατος και της τέχνης, από τις σύγχρονες τάσεις στην τεχνολογία, από τις µελέτες κειµένων και έργων που προάγουν τη διανοητική του δεινότητα και την αισθητική του αντίληψη. Η σχέση δικαίου και τεχνης αποδεικνύεται, άλλωστε, από την ανάπτυξη της αισθητικής του δικαίου ως αυτοδύναµου κλάδου της θεωρίας του δικαίου. Θεωρητικοί του δικαίου και της φιλοσοφίας σηµειώνουν ότι οι βασικές λειτουργίες της συνείδησης είναι τρεις: η θεωρητική, που αναφέρεται στην εύρεση της αλήθειας µέσω της διάνοιας, η πρακτική, που αποβλέπει στην πραγµάτωση του ηθικού νόµου µέσω του Λόγου και η αισθητική, που αναφέρεται στην οµορφιά, η οποία θεάται και αντιλαµβάνεται εποπτικά µέσω της φαντασίας. Στην πραγµατικότητα και οι τρεις λειτουργίες συνυφαίνονται µέσα στη συνείδηση και µε την κίνησή τους συνθέτουν τον πνευµατικό µας βίο.
Η σχέση δικαίου µε την τέχνη παει πολύ µακρυά. Το δίκαιο εγραφε ο γουαιτ θεµελιωτης της προβληµατικής ∆ίκαιο και λογοτεχνία είναι ενας κόσµος για να διηγηθεις µια ιστορία πάνω σε ότι εχει συµβεί στον κόσµο Πραγµατι το δίκαιο είναι αφήγηση και διήγηση µιας πραγµατικότητας την οποία ταυτόχρονα υποβάλει σε κανόνες.Οπως ο δηµιουργός ενός εργου τέχνης δοκιµάζει να δαµάσει την πραγµατικότητα αναπαριστώντας την µε την γραφη η τον ηχο ετσι και στο δίκαιο,η αναπαράσταση της πραγµατικότητας είναι συνάµα και µεταµόρφωση της.
Ο µουσικός και ο νοµικός λόγος υπο τις τρεις βασικές εκφάνσεις του ως νοµοθετικός επιστηµονικός, νοµικός και δικανικός λόγος, συνδέονται µεσα από το πρωταρχικό στοιχείο του λόγου που τόσο στον Ηράκλειτειο οσο και στο Χριστιανικό κόσµο του Ιωάννη, είναι και η αιτία και αναλογία και εκφραση τους,µιλιά,ηχος,λόγος στα δικαστηρια η στη σκηνή ρητορεία η ποίηµα ,η τραγούδι.
Είναι προφανές, ότι οι εικόνες δικαίου που εµφανίζονται στα εργα τέχνης όπως στη ζωγραφική και στον κινηµατογράφο, βοηθουν το νοµικό να πάρει τις απαιτούµενες αποστάσεις από το αντικείµενο της επιστήµης του, να συνειδητοποιήσει ότι τα πράγµατα δεν είναι όπως τα νοµίζει και να παραδειχθει τελικά ότι ο κανόνας δικαίου αποδίδει πολλές φορές µια εικονική πραγµατικότητα.Κατα παράδοξο τρόπο η εικονικότητα της τεχνης αποκαλύπτει την εικονική πραγµατικότητα του δικαίου συχνα επιµελώς κρυµµένη πίσω από τα ψιµύθια του νοµικού λόγου.
Εµεις αυτό που θα θελαµε µεταξυ αλλων να τονίσοµε είναι ὸτι το ἐνδεχόµενο τῆς ζωῆς, περνάει και πρέπει να περνά,µόνο µέσα ἀπὸ τὴ σχέση µὲ τὸν Ἄλλον
.Αυτό είναι ευκολο να βρεθει µεσα στο χωρο του ∆ικαίου και της τέχνης . Στὸ πρόσωπο τοῦ Ἄλλου ἀναζητᾶµε τὴ δυνατότητα τῆς ζωῆς – τὴν ἀµοιβαιότητα στὴ σχέση. Ὁ Ἄλλος πρέπει να γίνεται τὸ «σηµαῖνον» τῆς ζωῆς, ἡ αἰσθητὴ ἀνταπόκριση στὴν πιὸ βαθειὰ καὶ κυρίαρχη τῆς φύσης µας ἐπιθυµία.
Το συναίσθηµα της αγάπης βαλλεται,ο ανθρωπος δεν προσπαθει να µπει στην ηθική περιπέτεια εκει που µπαινουν τα καίρια ερωτήµατα της ανθρώπινης υπαρξης εκει που ακυρώνονται οι ευκολες απαντήσεις . Τα τελευταία χρόνια σφυρίζουν γύρω µας οι αριθµοί, όλα καταλήγουν σενα δραµατικό δια ταυτα ότι η ζωή µας είναι επι πιστώσει Ας αποκαταστήσοµε επι τέλους την νοµιµότητα της ελπίδας…!Είναι στο χέρι µας κάποια στιγµή, να φεροµε σε επαφή τα νοµικά µε την τέχνη και τις νεότερες εξελίξεις των ιδεών στη φυσική και τα µαθηµατικά. Την ανοδο αυτή την δικαιούµαστε να την αξωσοµε από τους εαυτούς µας και την κοινωνία που σπάνια διανοείται να χαρακτηρίσει τους νοµικούς όπως ένα ζωγράφο ένα φυσικό ένα µαθηµατικό ένα µουσικό,δηµιουργούς
Είναι στο χέρι µας να αναβιβάσοµε την νοµική από τεχνική της εξουσίας σε αληθινή δηµιουργία.Γιατι η νοµική επιστήµη είναι Θεραπαινίδα της ειρηνικής και αρµονικής συµβίωσης στην κοινωνία.Αυτό είναι το θεµέλιο της κοινωνίας που µόνο µια λέξη δικαίου µπορεί να προσφέρει.Η ποιότητα της ζωής όµως απαιτεί το παραπέρα.Αυτή θέλει πετάγµατα του νου χωρίς ορια χωρίς φραγµούς.Θέλει κελάηδισµα ψυχής ριγος ανάταση φαντασία ονειρο.Στον βιωµατικό αυτό δρόµο του νου και της ψυχής η Τεχνη εχει το προβάδισµα.
Ευχοµαι το ξεκίνηµα της νεας δικαστικής περιόδου, εµεις οι δικηγόροι αλλα και οι δικαστες και δικαστικοι υπάλληλοι ως δηµιουργοί και υποκείµενα του δικαίου, να δικαιώσοµε τους αδικηµένους από το ∆ίκαιο..µεσω της επικοινωνίας µιας και η κοινωνία εννοειται και συγκροτείται µεσω αυτης ΚΑΙ ΤΟΥΤΟ γιατι ο ανθρωπος δεν είναι µόνο σκέψη αλλά και καρδια και συναίσθηµα!.
Ο Κ.Μαρτίνος και ο Α.Σβυνος δεν συνέγραψαν το βιβλίο που σήµερα παρουσιάζοµε γιατι ειχαν τη φιλοδοξία να γίνουν συγγραφείς ειµαι σίγουρη ότι αυτό τους είναι αδιάφορο. Στο µυαλό τους είναι και πρέπει να είναι ο ανθρωπος, µιας και η επιστήµη µας είναι αθρωποκεντρική ο ανθρωπος που ζει ανικανοποιητος σε µια πολύκοσµη µοναξιά σε µια επιθετική κοινωνία, αντιερωτική ναρκισσιστική, σε µια δυστοπία δολοφονική που είναι το γέννηµα µιας δηθεν προόδου και µεις καλούµεθα να ισοροπήσοµε για να βρούµε τον εαυτό µας.
* Γράφει η Ρόζα Μοτάκη Κονταδάκη δικηγόρος µε αφορµή
την παρουσίαση στις 16 Σεπτεµβρίου στο ΚΑΜ του βιβλίου
των ∆ικαστών Κ. Μαρτίνου και Α. Σβύνου Ασφαλιστικά µέτρα.