Πέμπτη, 15 Αυγούστου, 2024

Αναμνήσεις από την οδό Δασκαλογιάννη και Σπλάτζια

Στο πρώτο μέρος του αφιερώματος είχα αναφερθεί στα σπίτια και στις οικογένειες που κατοικούσαν στην οδό Δασκαλογιάννη λίγο μετά την κήρυξη στις αρχές της δεκαετίας του 1940, μετά τους βομβαρδισμούς από Ιταλούς και Γερμανούς…
Σήμερα θα αναφερθώ στην πλατεία της Σπλάτζιας και σε κάποιους δρόμους τριγύρω και κοντά της.
Γύρω-γύρω από την πλατεία υπήρχαν σπίτια και καφενεία. Ηταν ο φούρνος του Ζηνοπούλου του Χρήστου με τα πολλά παιδιά, επίσης το καφενείο του Στρατή που είχε και ραδιόφωνο, του Ρηγάκη του Πρωτοψάλτη και του Αποστόλη. Υπήρχαν και δύο κουρεία, τσιγάρα πουλούσε ο Παπαδόπουλος, επίσης και ο Μανώλης ο Γιαντσίκης ο Καλαγαθός με το χαμόγελο που όλο φώναζε «Ορέ σπάθα και μπουρμπούρισμα». Στην εκκλησία του Αγίου Νικολάου ήταν δύο ιερείς, ο παπα-Μαντρανής και ο παπα-Σήφης που μετά την απελευθέρωση έφυγε οικογενειακώς για την Αμερική.
Αφού οι Γερμανοί επιτάξανε το 7ο σχολείο, το μεταφέρανε στην εκκλησία και εκεί κάναμε σχολείο όμως και από κει το μετέφεραν στο 2ο στην Τριμάρτυρη και τότε την εκκλησία τη χρησιμοποιήσανε σαν αποθήκη και βάλανε σιτάρι.

Ο Βομβαρδισμός
Όμως πρέπει εδώ να αναφερθώ και στον βομβαρδισμό. Σε όλη τη Σπλάτζια γύρω-γύρω δεν έμεινε τίποτα όρθιο. Επίσης από την πλατεία και κάτω, μέχρι τα Νεώρια στην οδό Δασκαλογιάννη δεν έμεινε τίποτα, ήταν όλο χαλάσματα, επίσης και το Καστέλι (η συνοικία) και εκεί όλο χαλάσματα. Λένε ότι αυτό συνέβη επειδή  στην εκκλησία της Αγίας Αικατερίνης ήταν η διαχείριση του Στρατού και η έδρα της πέμπτης Μεραρχίας, έτσι ένας Γερμανός αεροπόρος έλεγε ότι έριχνε στον Αγιο Νικόλα και δεν μπορούσε να τον χαλάσει, πάντως όλη η περιοχή ήταν γεμάτη χαλάσματα.
Στο στενό της οδού Μελχισεδέκ, στην αρχή ήταν το μπακάλικο του Τρούνκα και απέναντι το σπίτι του Μπουρδού που είχε δύο αγόρια και ένα κορίτσι. Προχωρώντας υπήρχε μια καμάρα και από πάνω το σπίτι του Κώστα του Τσακλά που είχε δύο παιδιά τον Αντρέα και την Μαριάννα. Ακριβώς σε ένα δωμάτιο είχε το Ιατρείο του ο Γιάννης ο Μουντάκης, δημοκράτης, έλαβε μέρος στο Κίνημα του 1938. Τον είχαν καταδικάσει σε θάνατο όμως εκείνος κατόρθωσε και έφυγε στο εξωτερικό. Γύρισε στα Χανιά μετά την απελευθέρωση και πάλι στο Ιατρείο του εκεί στο ίδιο μέρος παρόλο που είχε εκλεγεί και δήμαρχος Χανίων. Ήταν απλός άνθρωπος, ζούσε κοντά στην φτωχογειτονιά, υπήρξε αγνός πατριώτης. Ακριβώς δίπλα ήταν το σπίτι του Νίκου του Πονηρού με τα πολλά παιδιά.
Στην καμάρα από κάτω ήταν ένα δωμάτιο και εκεί έμενε ο Κονταλέκος, ήταν ένας γραφικός ανθρωπάκος Μικρασιάτης, η φύση τον είχε αδικήσει, είχε κανονικό σώμα όμως τα πόδια του και τα χέρια του ήταν πολύ κοντά. Εφτιαχνε καροτσάκια ξύλινα   για τα παιδιά και τον βοηθούσε και ο κόσμος, έπαιρνε συσσίτιο και τις Αποκριές τον έντυνε μασκαρά ο Μπαντέλος και διασκεδάζανε τον κόσμο και τους δίνανε κάτι τι. Όταν πέθανε, το δωμάτιό του το πήρε ο Μάκης ο γραφικός που τραγουδούσε και έπαιζε και κιθάρα.
Όμως ας προχωρήσουμε πιο πέρα όπου ήταν το σπίτι του Μανάβη του Καλογρίδη με τα πολλά παιδιά, δίπλα ακριβώς το σπίτι του Λάκαντση του σαπουνά που είχε μια μικρή βιοτεχνία και έφτιαχνε σαπούνι. Ηταν όμως άτυχος, τον έπιασαν οι Γερμανοί και μαζί με πολλούς άλλους τους κατηγόρησαν για Κομμουνιστές, πρέπει να ήταν πάνω από διακόσια άτομα και τους πήγανε όλους στη Γερμανία ομήρους και κανείς τους δεν γλύτωσε όλοι πέθαναν από τις κακουχίες εκεί.
Στην οδό Μελχισεδέκ ήταν και ένα πλατειάκι σε ένα χάλασμα όπου ο Γιάννης ο Μπαλής είχε φτιάξει στο μέρος καθίσματα, σκηνή τεντωμένη με κάποτο και μας έπαιζε Καραγκιόζη. Ηταν πολύ καλός και δίναμε ένα πενηνταράκι, θυμάμαι. Περισσότερο για χόμπι το έκανε για να μας διασκεδάσει και ήταν πολύ καλαμπουρτζής. Το επάγγελμά του τότε ήταν παντόφλας, δούλευε στους αδερφούς Γιαννάκου που ήταν και συγγενείς. Ο γιος του ο Κυριάκος σήμερα είναι αντιπρόεδρος των Μικρασιατών.
Εδώ σταματάω με τη Μελχισεδέκ και πηγαίνουμε στην οδό Χατζημιχάλη Νταλιάνη. Στην αρχή ήταν το σπίτι των αδερφών Μανουσογιάννη του Μανώλη και του Μπέμπη, δίπλα ήταν το σπίτι του γιατρού Μαλινδρέτου που είχε δύο γιους, ο μεγάλος ο Σπύρος έπαιζε μπάλα στην Ιωνία και μετά έγινε αξιωματικός και ο μικρός ο Νίκος ήταν δικηγόρος.
Λίγο πιο κάτω ήταν το σπίτι του γιατρού του Βολουδάκη και αμέσως μετά το μαγαζί του Πολέντα με τα πολλά παιδιά που έφτιαζε τσάντες. Στην απέναντι μεριά προς τη Δασκαλογιάννη ήταν το σπίτι του διάκου του Αλατσατιανού που ήταν καλλίφωνος και λειτουργούσε στην Τριμάρτυρη. Λίγο πιο κάτω υπήρχε το σπίτι του Γαβριλάκη που είχε τότε το μεγάλο μαγειρείο. Δίπλα στου Χατζημανώλη το εμπορομανάβικο και είχε έξοδο και στους δύο δρόμους την Χατζημιχάλη και την Τσουδερών.
Αμέσως πιο κάτω είναι το Μοναστήρι που τότε δεν φαινόταν μόνο η στρογγυλή του πόρτα. Προχωρώντας ήταν το μαγαζί του Στεφάνου του Μαντρανή που έφτιαζε βούτυρα.
Στο στενό μέσα έμεναν οικογένειες. Μία από αυτές και του Μορέλη του Ιωακειμίδη. Ηταν πολύτεκνος, είχε τον Πέτρο, τον Μιχάλη, τον Μαρίνο και δύο πιο μικρά και μία κοπελιά. Μετά την απελευθέρωση έφυγαν οικογενειακώς για την Αθήνα. Στο στενό μέσα έμενε και ένας γεροντάκος, Μικρασιάτης, Νικολή τον λέγανε και είχε πρόβλημα, τα παιδιά τον πειράζανε και του λέγανε «Νικολή Τούρκοι στα Καρακόλια» και τότε οριώταν και βλαστημούσε και φώναζε και έπαιρνε τα παιδιά με τις πετριές. Όμως οι μεγαλύτεροι λέγανε ότι στον διωγμό του κάνανε οι Τούρκοι πολλά και είχε σαλέψει το μυαλό του, ήταν να τον λυπάσαι.
Σήμερα έχει αλλάξει το μέρος, όμως πιστεύω ότι άξιζε τον κόπο που κάνοντας μια αναδρομή, θυμηθήκαμε πώς ήταν τότε. Ευχαριστώ που με ανεχτήκατε.


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα