» Rita Bullwinkel (μτφρ. Μαρία Χρίστου, Νεκτάριος Λαμπρόπουλος, εκδόσεις Χαραμάδα)
Ανατρέχοντας στις σημειώσεις που κρατούσα κατά τη διάρκεια της ανάγνωσης των διηγημάτων της Ρίτα Μπουλγουίνκελ, χωρίς ιδιαίτερη έκπληξη διαπιστώνω πως οι περισσότερες αφορούν τον τρόπο της συγγραφέως αρχικά να παρατηρεί τον κόσμο γύρω της και στη συνέχεια να τον αποτυπώνει στο χαρτί. Κάθε διήγημα της συλλογής διαθέτει μια ξεκάθαρη αρχική ιδέα γύρω από την οποία στήνεται η πλοκή και παίρνουν μορφή οι χαρακτήρες, ενώ η εικονοποιητική τροπή της αφήγησης μπολιάζεται διαρκώς με πλήθος σκέψεων και εσωτερικών μονολόγων, και κάπως έτσι, στο πρώτο της βιβλίο, η συγγραφέας επιτυγχάνει κάτι δύσκολο, να ισορροπήσει τον μέσα κόσμο των ηρώων με τον έξω στον οποίο κινούνται και ζουν. Ο τρόπος της Μπουλγουίνκελ να κοιτάζει τα πράγματα είναι ιδιαίτερος, γεγονός που της δίνει ένα μεγάλο αβαντάζ. Εδώ έχουμε να κάνουμε με ένα κράμα φαντασίας και εξυπνάδας, αν και δεν είναι λίγοι εκείνοι που ισχυρίζονται πως η υψηλή νοημοσύνη είναι γνώρισμα των ανθρώπων με ισχυρή φαντασία, αυτή όμως είναι μια άλλη συζήτηση. Στο ανάσκελα δεν είναι λίγες οι φορές εκείνες που ο αναγνώστης θα νιώσει ανοίκειο τον κόσμο, που θα νιώσει πως πρώτη φορά τον κοιτάζει. Αυτό το μαγικό συναίσθημα προσφέρει απλόχερα η κατά Μπουλγουίνκελ παρατήρηση του κόσμου.
Οι ιδέες περιστροφής των διηγημάτων, δοσμένες συνήθως στην αρχή κάθε ιστορίας, διακρίνονται για την απλότητα στην πρωτοτυπία τους, δεν είναι εξεζητημένες δηλαδή, αλλά είναι εκεί έξω, μπροστά στα μάτια μας παρούσες στον κόσμο, και αρκούσε απλώς κάποιος, η Μπουλγουίνκελ στην προκειμένη περίπτωση, να μας τις δείξει, και εμείς να αναρωτηθούμε πώς δεν τις είχαμε παρατηρήσει ως τώρα. Ο τρόπος της να βλέπει τα πράγματα είναι κάπως λοξός, αρχικά μοιάζει αστείος, γρήγορα όμως συνειδητοποιεί κανείς πως το γέλιο συχνά αφήνει μια πικρή επίγευση. Ας πάρουμε για παράδειγμα το διήγημα Σκύψε το κεφάλι: Ώσπου να ενηλικιωθεί η κόρη μου, η οικονομία είχε γίνει τόσο άσχημη που ήταν φθηνότερο να προσλάβουμε κάποιον να συγκρατεί το στήθος της από το να της αγοράσουμε σουτιέν. Και αυτό έκαναν, προσέλαβαν κάποιον για να συγκρατεί το στήθος της κόρης τους, παραχωρώντας του το σπιτάκι του κήπου για να μένει. Διαβάζεις την πρώτη πρόταση και γελάς, διαβάζεις τη συνέχεια του διηγήματος και αισθάνεσαι την πίκρα της πραγματικότητας να σου καίει τη γλώσσα. Γιατί καμιά φορά το κοινωνικοπολιτικό σχόλιο είναι πιο εύστοχο δοσμένο με μια ευφάνταστη απλότητα παρά μέσω εξαντλητικών αναλύσεων.
Υπήρξε μια περίοδος της ζωής μου όπου η κύρια πηγή εισοδήματός μου ήταν το να είμαι έπιπλο. Δούλευα σε μια επιχείρηση που πουλούσε καναπέδες που κόστιζαν έξι φορές τον ετήσιό μου μισθό. Μια νέα κοπέλα που προσλαμβάνεται λόγω της εξωτερικής της εμφάνισης δεν είναι κάτι πρωτότυπο, αντίθετα, είναι κάτι ολοένα και πιο σύνηθες, οι αγγελίες είναι γεμάτες από ανάλογους επιθετικούς προσδιορισμούς, εκείνο όμως που κάνει την ιδέα αυτή διαφορετική είναι η πρωτοπρόσωπη παραδοχή, η συνειδητοποίηση της αφηγήτριας πως παρότι η σύμβαση δεν το ανέφερε κατ’ αυτόν τον τρόπο εντούτοις είχε προσληφθεί ως έπιπλο, ως μέρος της διακόσμησης, γιατί μόνο αυτή η συνειδητοποίηση δύναται να γεννήσει αντίδραση.
Η γραφή της Μπουλγουίνκελ φέρει μια φρεσκάδα, δεν είναι μίζερη, ορθώνει με τον τρόπο της ανάστημα απέναντι στην πραγματικότητα, διαθέτει μια φαινομενική αφέλεια, την ελαφρότητα κάποιου που δεν έχει ανάγκη να αποδείξει πράγματα, που δεν νιώθει πως περνάει κάποιου είδους εξέταση, πως απλώς κάνει εκείνο που αγαπά. Ένα μυαλό που μοιάζει να γεννάει ιστορίες διαρκώς. Τα διηγήματα της συλλογής δεν είναι άνισα, δεν πάσχουν από ένα σύνηθες σύνδρομο των συλλογών να περιλαμβάνουν ένα δυο καλά, ένα δυο μέτρια και τα υπόλοιπα απλώς για τη γέμιση, όχι, εδώ δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο, το ανάσκελα είναι μια δυνατή συλλογή διηγημάτων, με ένα ευδιάκριτο νήμα να τα ενώνει, γραμμένα με σκοπό να συνυπάρξουν ως ένα ενιαίο σώμα, ενώ ακόμα και η επιλογή της σειράς δεν μοιάζει να αφέθηκε στην τύχη. Η γραφή της Μπουλγουίνκελ είναι ξεκάθαρα πολιτική και φεμινιστική, ο κόσμος γύρω της, παρά τις άπειρες αφορμές που τις προσφέρει για συγγραφή, είναι ένας κόσμος γεμάτος αδικία, ένας κόσμος που δεν της αρέσει, ένας κόσμος που θα έπρεπε να αλλάξει, και τα διηγήματά της, αν και απέχουν πολύ από το να θεωρηθούν στρατευμένα, είναι ένας τρόπος ανάδειξης των προβλημάτων, και όταν τα προβλήματα έρχονται στην επιφάνεια και γίνονται ορατά η ελπίδα για αλλαγή παραμένει ζωντανή.
Το ανάσκελα είναι ένα βιβλίο που αξίζει να διαβάσει κανείς, μου έφερε στο νου μια ακόμα Αμερικανίδα συγγραφέα -αλλά και σκηνοθέτη- τη Μιράντα Τζουλάι και το βιβλίο της Ο πρώτος κακός που κυκλοφόρησε πριν λίγα χρόνια και στα ελληνικά, χωρίς δυστυχώς να γνωρίσει την ανάλογη υποδοχή. Το ανάσκελα είναι μια συλλογή διηγημάτων στα χνάρια των σπουδαίων διηγηματογράφων από την απέναντι πλευρά του Ατλαντικού. Σίγουρα ένα από τα καλύτερα βιβλία που διάβασα φέτος.