Με βάση τις συνταγματικές επιταγές, οι εκλογές θα ‘πρεπε να γίνουν άπαξ και το ανακοίνωση ο πρωθυπουργός μέχρι τις 30 Ιουνίου. Πήραν όμως μια εβδομάδα καθυστέρηση για τις 7 Ιουλίου, με το σκεπτικό να μην διαταραχθεί η διαδικασία των Πανελλαδικών εξετάσεων. Η δικαιολογία έχει σχέση με την μη διάλυση άμεσα της βουλής, ώστε μέσα στην εβδομάδα να ‘χουν χρόνο επίλυσης εκκρεμουσών υποθέσεων, κυρίως του διορισμού της ηγεσίας του Προέδρου και του Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου. Μια παρέμβαση, που δεσμεύει την επερχόμενη κυβέρνηση.
Στελέχη όμως του ΣΥΡΙΖΑ, που αλλιώς σκέπτονται, άρπαξαν την ευκαιρία να εκδηλωθούν. Ο κ. Κοτζιάς είπε, ότι πρέπει “να πάνε στην άκρη ορισμένοι που είναι δίπλα στον Τσίπρα”. Ο κ. Φίλης, ότι τα αίτια της ήττας ήταν “το ζήτημα του ύφους της εξουσίας”. Αντιδράσεις εκφράστηκαν και από άλλα πρόσωπα του σκληρού πυρήνα του Μ. Μαξίμου, ότι ρόλο έπαιξε το σχήμα “Προοδευτική Συμμαχία”, που άνοιξε παράθυρα, να μπουν φθαρμένα πρόσωπα του ΠΑΣΟΚ, που επέδρασαν αρνητικά.
Το θέμα των εκλογών δεν άπτεται μόνο συνταγματικών επιταγών, είναι και πολιτικό. Συζητήθηκε στη σύσκεψη της Πολιτικής Γραμματείας της Κουμουνδούρου και αποφασίστηκε, ότι μέχρι να γίνουν εκλογές δεν μπορεί η κυβέρνηση, να παγώσει τα πάντα, να παραιτηθεί του δικαιώματος συνέχισης των επιλογών της, επιμένοντας στην τοποθέτηση “οικείων” προσώπων στις θέσεις των ανωτάτων λειτουργών του Α. Πάγου. Η επιλογή της ηγεσίας του Α. Πάγου, είχε αρχίσει με συνεργασία της Ν.Δ. στη Διάσκεψη των Προέδρων, όταν η πρόθεση του πρωθυπουργού ήταν να πάει σε εκλογές τον Οκτώβριο. Εφόσον όμως μπαίνουμε στη διαδικασία εκλογικής αναμέτρησης, είθισται συνταγματικά, νομικά και ηθικά οι πράξεις της κυβέρνησης να παγώνουν.
Το τέχνασμα του ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι ενώ ο πρωθυπουργός έχει προκηρύξει εκλογές, χρειάζεται μια εβδομάδα άσκησης εξουσίας, πριν υπογράψει τα χαρτιά, όπως είναι ηθικά και πολιτικά δεσμευμένος για τους λόγους που αναφέρθηκαν προηγουμένως. Κορυφαίοι συνταγματολόγοι έχουν εκφρασθεί επί τούτου. Ο κ. Μανιτάκης ομιλεί, ότι περιφρονείται προκλητικών το Σύνταγμα, “παραβιάζεται η συνταγματική ορολογία”. Ο κ. Σταθόπουλος λέει ότι “είναι προκλητική η περιφρόνηση του Συντάγματος”. Ο δε κ. Αλιβιζάτος λέει ότι είναι “πολιτικά ανήθικο”. Αλλοι καθηγητές τάσσονται στην ίδια κατεύθυνση. Το θέμα έχει δύο διαστάσεις, η μία που βάζουν οι καθηγητές ως αντιδεοντολογική και η άλλη πολιτική.
Επί της ουσίας ο κ. Τσίπρας δείχνει ανακολουθία, έλλειψη συνέπειας. Τον Μάιο 2014, όταν το κόμμα του είχε κερδίσει τις Ευρωεκλογές με 8,3% και η κυβέρνηση Σαμαρά είχε 12 μήνες μέχρι τη λήξη της 4ετίας, τον προειδοποίησε “να μην διανοηθεί να προχωρήσει στον διορισμό Δ/ντή στην Τράπεζα της Ελλάδος και Επιτρόπου στην Ε.Ε., δίχως τη συμμετοχή του μεγαλύτερου κόμματος, διότι δεν νομιμοποιείται να παίρνει αποφάσεις. Τότε η χώρα δεν βρισκόταν σε προεκλογική περίοδο, όπως σήμερα.
Ετσι παίζεται το πολιτικό παιχνίδι. Η διαπάλη συνίσταται στο ποιός θα διορίζει. Παίζονται σκοπιμότητες πίσω απ’ αυτή την ιστορία. Οπως έγινε με την Τ.τ.Ελλάδος, το ίδιο πάει να γίνει με τη Δικαιοσύνη. Ας συνεννοούντο στην αναθεώρηση του Συντάγματος, ν’ απεσυνδέετο η Δικαιοσύνη απ’ την πολιτική εξουσία. Τι άλλο επείγεται να κάνει η κυβέρνηση; Εχει άγχος ν’ αλλάξει την ηγεσία του Α. Πάγου; Μήπως φοβάται μελλοντικές αποφάσεις που δεν θα την ωφελούν ή θα επηρεάζει τη σύνθεση του Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου;