Η φράση ως “λάιτ μοτίβ” της νουβέλας του Κ. Θεοτόκη “Η τιμή και το χρήμα”, αντηχεί με την ίδια ένταση εκατό και πλέον έτη μετά το 1914, όταν εκδόθηκε για πρώτη φορά το έργο που τάραξε τα λιμνάζοντα ύδατα της ελληνικής κοινωνίας που μετεωριζόταν και τότε όπως και σήμερα στην δίνη της ανασφάλειας, του φανατισμού, του άκρατου ωφελιμισμού που ήθελε και θέλει το «εγώ» να συνθλίβει κάθε υποψία ανάδειξης του «εμείς».
Αυτά τα «τάλαρα» είναι για κάποιους το μοναδικό διακύβευμα της κατά τ’ άλλα μάταιης ζωής τους. Προδομένοι από το πάθος τους να απεμπολήσουν κάθε αρχή ηθικής, κάθε αξιακό κώδικα να τον πετάξουν στον σκουπιδοτενεκέ της ανυποληψία τους, απλά ζουν για να ικανοποιούν ένα πάθος που μόνο τους εκθέτει. Και; Θα ρωτήσει κάποιος. Όλα δεν «μετριούνται» με τα «τάλαρα» στην εποχή μας; Ασφαλώς και όχι.
Φήμη, εξουσία, ψευδεπίγραφος καθωσπρεπισμός, κολάρα λευκά ή σκουρόχρωμα, σιρίτια ασημένια ή χρυσαφιά, καπέλα ημίψηλα ή ψαθάκια με κορδέλα, όλα όσα μοστράρουν οι αξιολύπητοι φραγκοφονιάδες, δεν κάνουν τίποτα άλλο παρά προετοιμάζουν την πέτρα που έδεσε στο λαιμό του ο Ιαβέρης, μη αντέχοντας να αναμετριέται με την ανθρωπιά του Γιάννη Αγιάννη.
Καθημερινά πολλοί βουτούν στην «πηγάδα» της δυστυχίας τους αξιολύπητοι και δυστυχισμένοι, εξαϋλωμένοι από την ακόρεστη απληστία τους, βιώνοντας την συντριβή τους με μεταφέροντας στα «τέκνα» τις αμαρτίες τους. Νομίζουν ότι χτίζουν «καριέρα» με τις απάτες και τη μικρότητά τους, αλλά απλά δεν έχουν διαβάσει την νουβέλα του Ηροδότου με τον Κροίσο και τον Σόλωνα.
Η φράση από την «τιμή και το χρήμα» είναι πάντα επίκαιρη, γιατί γύρω μας υπάρχει αρκετός «καθώς πρέπει» υπόκοσμος που νοιάζεται μόνο για «τα τάλαρα» και καθόλου για να συμβάλει έξω από το «εγώ» του στην αποτελμάτωση μιας κοινωνίας, που μπορεί να μην ομοιάζει με την Κερκυραϊκή κοινωνία των έργων του Θεοτόκη, αλλά έχει αρκετό βούρκο που πρέπει να αποστραγγιστεί επιτέλους…