Tο σημερινό μας δημοσίευμα που είναι αφιερωμένο στην ανατολική και λιγότερο γνωστή περιοχή του λιμανιού, έρχεται να συμπληρώσει κάποια παλιότερα. Αφορμή μας δίνουν οι φωτογραφίες από το Γερμανικό Deutsches Historicshes Museum που εμφανίστηκαν τελευταία στο διαδίκτυο κι έχουν τραβηχτεί λίγες μόνο μέρες μετά την κατάληψη των Χανίων από τα στρατεύματα Κατοχής το 1941. Κοντά σ’ αυτές και κάποιες πληροφορίες από γείτονες που θυμούνται πρόσωπα και πράγματα, αλλά και κάποια δικά μου συμπεράσματα από εργασίες που εκτελώ σε ιδιοκτησία μου στην περιοχή.
Oπως διαπίστωσα λοιπόν, η παραλιακή περιοχή και σε αρκετό βάθος νότια από το σημερινό κρηπίδωμα του λιμανιού, στερείται οποιασδήποτε ένδειξης χρήσης ή κατοίκησης στην αρχαιότητα. Aμμος και φυσικός βράχος, από τον οποίο χρησιμοποιήθηκε υλικό σε μεταγενέστερες (μετά το 15ο αιώνα μ.Χ.) κατασκευές. Φαίνεται πως το σημερινό φυσικό έδαφος ήταν κάποτε κάτω απ’ την επιφάνεια της θάλασσας κι ανυψώθηκε πιθανά μετά τους τρομερούς σεισμούς της ύστερης αρχαιότητας. Η άμμος πάντως συνεχίζει μέχρι το ύψος του σημερινού σταδίου, ίσως να έχει μεταφερθεί μέχρις εκεί από κάποιο τσουνάμι που συνδέεται με τη δράση του ηφαιστείου της Σαντορίνης.
Το περίεργο είναι ότι σε πολύ μικρό βάθος υπάρχει άφθονο γλυκό νερό (2 μέτρα από την επιφάνεια του εδάφους) που παρέχεται από υπόγεια ρεύματα που διαπερνούν το υπέδαφος της περιοχής. Αυτό έγινε αντιληπτό κυρίως την περίοδο της τουρκοκρατίας, οπότε κι ένας μεγάλος αριθμός από πηγάδια σκάφτηκαν στην περιοχή αυτή και γενικότερα στη συνοικία της Σπλάντζιας. Σχεδόν κάθε σπίτι της γειτονιάς αυτής διέθετε παλιότερα ένα ή περισσότερα πηγάδια, μικρών σχετικά διαστάσεων, πολλά από τα οποία σώζονται και σήμερα. Στον χώρο της δικής μου ιδιοκτησίας έχω εντοπίσει περισσότερα από δύο, τα οποία και αποκατέστησα. Πιο παράξενη είναι μία κατασκευή – διαμόρφωση φυσικής κοιλότητας με γλυκό νερό, που είχε κατά τόπους διευρυνθεί, αποτελώντας αυτό που στη δυτική Κρήτη αποκαλούμε “γουργούθια”. Στους τελευταίους αιώνες της βενετοκρατίας η περιοχή συμπεριλήφθηκε στον πολεοδομικό ιστό της πόλης και προστατεύτηκε εντός της νέας οχύρωσης. Πολλά από τα σπίτια που σώζονταν εκεί μέχρι τα μέσα του 20ου αιώνα, ήταν κατασκευασμένα αυτή την περίοδο. Και σήμερα ακόμα σώζονται κάμποσα. Τέσσερις τουλάχιστον ναΐσκοι από την περίοδο της βενετοκρατίας σώζονταν εκεί μέχρι τον 2ο παγκόσμιο πόλεμο, ο ένας είχε μετατραπεί σε τζαμί, ένας σε τεκέ και άλλοι δύο σε τμήματα κατοικιών. Σήμερα σώζεται μόνο το κέλυφος της Παναγίας της Οδηγήτριας που χρησιμοποιείται ως κατοικία και βρίσκεται σε μια εσωτερική αυλή. Αρχικά, φαίνεται πως ο ναός βρισκόταν μέσα σε μικρή πλατεία που στην τουρκοκρατία οικοδομήθηκε, αυτό φανερώνουν οι όψεις και οι γωνίες των παλιότερων από τα γειτονικά σπίτια. Ο ναός που είχε μετατραπεί σε τζαμί, γνωστό ως τζαμί του “Τζετζαέρ Κολού” ή της “Λιμπίχας”, ήταν αρχικά αφιερωμένος στον Αγ. Νικόλαο. Καταστράφηκε σχεδόν ολοκληρωτικά στους γερμανικούς βομβαρδισμούς, ο μιναρές του όμως διατηρούνταν στη θέση του μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ’60 και η κρήνη του μέχρι τη δεκαετία του ’50 στην οδό Επιμενίδου. Και τα 2 προαναφερόμενα μνημεία περιείχαν αρκετούς τάφους, οι περισσότεροι από τους οποίους καταστράφηκαν μεταπολεμικά. Στην οδό Δαιδάλου σωζόταν μέχρι τη δεκαετία του ’60 ο τρίτος ναΐσκος, τμήμα κατοικίας στην τουρκοκρατία, που διέσωζε μέχρι την κατεδάφισή του μέρος του τοιχογραφικού του διακόσμου, όπως θυμούνται κάποιοι περίοικοι… Τέλος ο τέταρτος, ήταν δίκλιτος οικογενειακός ναός καθολικού δόγματος αφιερωμένος στο Σωτήρα (San Salvatore) και ανήκε στους Gradenigo. Πολλά όμως από τα σημαντικότερα κτήρια της περιοχής, κτισμένα στην τουρκοκρατία αλλά και τη βενετοκρατία, έπεσαν θύματα της καταστροφικής ρυμοτόμησης της δεκαετίας του ’50 και του ’60 ενώ είχαν διασωθεί από τους γερμανικούς βομβαρδισμούς. Κάποια απ’ αυτά, που βρίσκονταν στην οδό Καλλεργών, ήταν αρχοντόσπιτα με μεγάλα δωμάτια και θαυμάσια ξυλόγλυπτα ταβάνια. Στην τουρκοκρατία, στο τμήμα αυτό της πόλης εξασκούνταν βιοτεχνική δραστηριότητα, εδώ βρίσκονταν τα περισσότερα “σαπουναριά”, αλλά μέχρι τα μέσα του 19ου αιώνα και κάποια βυρσοδεψεία. Το τελευταίο γνωστό “σαπουναριό”, του Παλαιολόγου, που λειτούργησε μέχρι τον 2ο παγκόσμιο πόλεμο, βρισκόταν στην οδό Ραδαμάνθυος (αναγράφεται Ραδαμάνθους). Βέβαια η ύπαρξη των οίκων ανοχής στην οδό Καλλεργών – Επιμενίδου και κυρίως τη Μίνωος, υποβάθμιζε το όνομα της συνοικίας, που από αμιγώς μουσουλμανική μετατράπηκε σε προσφυγογειτονιά (κατά πλειοψηφία) μετά το 1922. Από την άλλη μεριά, η μεταφορά της Σχολής χωροφυλακής τη δεκαετία του ’20 εκεί που στην τουρκοκρατία βρισκόταν το παλιό στρατιωτικό νοσοκομείο, αντιστάθμιζε την απώλεια καλής φήμης της περιοχής. Θα συνεχίσουμε όμως την άλλη εβδομάδα…
Η πρώτη φωτογραφία αποτελεί μέρος μεγάλης αεροφωτογραφίας του 1937 που αποτυπώνει με λεπτομέρεια όλη την πόλη των Χανίων την εποχή εκείνη. Διακρίνονται τα Νεώρια (1), οι στέγες του συγκροτήματος με τα τούρκικα αρχοντόσπιτα στην οδό Καλλεργών (2), η θέση του τζαμιού του Τζετζαέρ Κολού (3) και της κρήνης του (4), η Παναγία η Οδηγήτρια (5) και το Σαν Σαλβατόρε των Γραδενίγκων, που τότε σώζονταν και τα 2 κλίτη του (6). Τέλος η Σχολή Χωροφυλακής με το παλιό Στρατιωτικό Νοσοκομείο (7) και το νεότερο διπλό κτήριο πάνω στον προμαχώνα Mocenigo (8) πάνω από την Πύλη της Άμμου.
Η δεύτερη δείχνει την κρήνη που βρισκόταν ακόμα και μετά τον πόλεμο στην οδό Επιμενίδου, εκεί ακριβώς που αργότερα διανοίχτηκε η οδός Σαρπηδόνος (Σαρπηδόνα).
Η τρίτη, δείχνει Γερμανούς αλεξιπτωτιστές στην οδό Καλλεργών. Η φωτογραφία είναι τραβηγμένη από το ανατολικό μέρος της οδού, πίσω απ’ τη Σταφιδική, προς τα δυτικά. Από τα δεξιά, μετά το κτήριο της Σταφιδικής με τα σίδερα στα παράθυρα, βρισκόταν το τριώροφο μέγαρο Πάτση, από το οποίο σώζεται σήμερα το ισόγειο με τους συνεχόμενους θόλους. Οι βομβαρδισμοί το είχαν βλάψει, όχι όμως ολοκληρωτικά. Στον πρώτο όροφο, τα παράθυρα του οποίου διακρίνονται στη φωτογραφία, βρισκόταν ένα θαυμάσιο ξυλόγλυπτο ταβάνι σε διάφορες αποχρώσεις, στο κέντρο του οποίου βρισκόταν μια καταπληκτική ανάγλυφη ροζέτα.
Στο εσωτερικό βρισκόταν μια θαυμάσια μαρμάρινη σκάλα με ανάγλυφα παραπέτα.
Το κτήριο αριστερά ρυμοτομήθηκε και σήμερα σώζονται δίπλα στο δρόμο, δύο από τις οξυκόρυφες εσωτερικές του καμάρες. Το νεοκλασικό που διακρίνεται μετά, κατεδαφίστηκε ολοκληρωτικά.
Η τέταρτη, δείχνει την πρόσοψη μεγάλου τούρκικου αρχοντικού στο λιμάνι, δίπλα στη “Σταφιδική” (διακρίνεται αριστερά), που μέρος του σώζεται ακόμα. Με το αρχοντικό του “Πάτση” χωριζόταν με μεγάλη εσωτερική αυλή (είχε και δέντρα).
Η πέμπτη τέλος, που προέρχεται από το Deutsches Historisches Museum, τμήμα της γειτονιάς με τον μιναρέ του Τζετζαέρ Κολού στο βάθος. Νομίζω ότι έχει τραβηχτεί από τα ανατολικά προς τα δυτικά, περίπου από τη θέση της Πύλης της Αμμου. Σήμερα κανένα από τα κτήρια αυτά δε σώζεται, άλλαξαν εντελώς οι ρυμοτομικές γραμμές της περιοχής.