Η υπόθεση ομηρείας τριών υπαλλήλων του ΟΚΑΝΑ στα Χανιά τον Μάιο του 2017 αναβιώνει στο Μικτό Ορκωτό Εφετείο Χανίων.
Κατηγορούμενος ένας 48χρονος Χανιώτης που πρωτόδικα είχε καταδικάστει σε 11 χρόνια φυλάκιση για την ομηρεία , οπλοχρησία και άλλες αξιόποινες πράξεις. Ο κατηγορούμενος όντας τοξικομανης με βάση το κατηγορητήριο είχε προχωρήσει στην ομηρεία προκειμένου να δημοσιοποιηθεί η υπόθεση απομάκρυνσης του περιπτέρου του που λειτουργούσε στην παλιά πόλη των Χανίων.
Η πρώτη μάρτυρας, η Ψυχολόγος της Μονάδας, ανέφερε πως ο κρατούμενος ήλθε στο ψυχιατρείο και τους είπε ότι είναι κρατούμενες και το κτήριο υπό κατάληψη. «Με ύφος έντονο μου είπε να πάρω τηλέφωνο ένα τηλεοπτικό κανάλι στα Χανιά, το δήμαρχο και το συνήγορο του Πολίτη. Προσπάθησα να επικοινωνήσω μαζί τους και αντιλήφθηκα ότι είχε δώσει την εντολή στη νοσηλεύτρια με την απειλή όπλου να δίνει υποκατάστατα στους άλλους ασθενείς. Βλέπω δύο αστυνομικούς να έρχονται τους είδε και αυτός και μου λέει να τους ζητήσω να φύγουν. Τους λέω φύγετε γιατί τον εξαγριώνεται. Οι αστυνομικοί προχώρησαν 20 μέτρα, αυτός έρχεται μου βάζει το όπλο στο κεφάλι ζητώντας τους να φύγουν. Οι αστυνομικοί κάνουν πίσω και εγώ βρίσκω την ευκαιρία ξεφεύγω και μπαίνω μέσα στο γραφείο και κλείνω την πόρτα. Αυτός πυροβολεί το παράθυρο για να ανοίξει από εκεί την πόρτα και εμείς χωθήκαμε σε ένα μικρό χώρο (αποθηκευτικό) όπου και μείναμε όρθιες 7 ώρες, χωρίς νερό. Ο κατηγορούμενος μπήκε μέσα στο κτήριο και έβριζε τους αστυνομικούς και εμάς. Με την ώρα είχε γίνει πιο επιθετικός και υποθέταμε ότι κάτι είχε πάρει και πυροβολούσε. Μετά από 7 ώρες μπήκε η αστυνομία και δεν το πιστεύαμε».
Νοσηλεύτρια, θύμα της ομηρείας τόνισε πως βρέθηκε στο χώρο για να πάρει κάποια έγγραφα και είδε τον κατηγορούμενο να απειλεί με όπλο. Σημείωσε πως ο 48χρονος ανάγκασε τους νοσηλευτές να δώσουν στους ασθενείς υποκατάστατα αδιακρίτως και ανέφερε πως μετά που κατάφεραν να κρυφτούν στην αποθήκη τις απειλούσε και τις έβριζε.
Για πλήρη διαύγεια του κατηγορούμενου μίλησαν τα θύματα της ομηρείας , ενώ η υπεράσπιση εστίασε τις ερωτήσεις της στην ψυχολογική κατάσταση του κρατούμενου
και στα ψυχωτικά νοσήματα που όπως είπε αντιμετωπίζει.
Ακολούθησε η κατάθεση αστυνομικού που περιέγραψε τις συνθήκες της ομηρείας, τους πυροβολισμούς σε βάρος των αστυνομικών από τον κατηγορούμενο και τους εκφοβιστικούς πυροβολισμούς από έναν αστυνομικό.
Στην κατάθεση του ο πατέρας του κατηγορουμένου ανέφερε πως δεν υπήρχε περίπτωση να κάνει το οποιαδήποτε κακό σε κανένα. Μίλησε επίσης για χρόνια ασθένεια του γιου του και για σοβαρά προβλήματα υγείας που αντιμετώπιζε λόγο των εξαρτήσεων του.
Στην απολογία του ο κατηγορούμενος υποστήριξε πως είχε αγοράσει ένα περίπτερο στην παλιά πόλη και ότι είχε λήξει η άδεια του και ο Δήμος παρά τις προσπάθειες τους δεν του την είχε ανανεώσει. Ανέφερε πως πήγε και πήρε το όπλο από το χωριό του και πήγε να κάνει κατάληψη στο κτήριο του ΟΚΑΝΑ για να διαμαρτυρηθεί «για την αδικία σε βάρος μου» και ότι σκοπός του ήταν να βγει στην τηλεόραση και να μιλήσει για τα προβλήματα που αντιμετώπιζε.
Ζήτησε συγνώμη από τις γυναίκες για την αναστάτωση που υπέστησαν ενώ ανέφερε ότι δεν είχε κανένα πρόβλημα μαζί τους και ότι ποτέ δεν έβαλε το όπλο στον κρόταφο.