«Η επιστροφή φέρει πάντα μια επίγευση νοσταλγίας. Επιστροφή στο γενέθλιο τόπο, στα χρόνια της αθωότητας, στην κανονικότητα, στα ασφαλή μονοπάτια της ρουτίνας, του κεκτημένου, του αυτονόητου». Και όλοι στο Ρέθυμνο μιλάνε για την επιστροφή σε μία κανονικότητα στη μετά κόβιντ εποχή, για την οποία κάνει λόγο ο δήμαρχος Γιώργης Μαρινάκης τονίζοντας σε μήνυμα του για την επιστροφή του Καρναβαλιού, ότι είναι μία: «…επιστροφή σε ό,τι θεωρούσαμε δεδομένο και εκτιμήσαμε διπλά όταν το χάσαμε, έστω και προσωρινά. Δεν ήταν η διάρκεια της απώλειας που μας ένοιαξε. Ήταν η επιβολή της, πέρα από τη θέληση μας, την επιθυμία μας. Επιστρέφουμε λοιπόν. Στην οικειότητα όσων αγαπάμε. Ξανασμίγουμε στη μεγάλη γιορτή. Για να βιώσουμε αυτή τη μοναδική αίσθηση ελευθερίας, το δικαίωμα να αντιστρέψουμε το ζοφερό κλίμα σε αυθεντική χαρά, τη δυνατότητα να δημιουργήσουμε ξανά, μαζί, τον κόσμο όπως τον θέλουμε. Ακόμη κι αν χρειαστεί να αναποδογυρίσουμε κάθε γκρίζα εκδοχή του. Αυτό είναι το Ρεθεμνιώτικο Καρναβάλι. Μια πολύτροπη, πολύχρωμη, πληθωρική , δυναμική, ανατρεπτική πρόταση βίωσης της αισιόδοξης πλευράς της ζωής. Επιστρέφουμε. Στο Ρέθυμνο, τον τόπο που ξέρει να ζει, με τους ανθρώπους που ξέρουν να προσφέρουν και να μοιράζονται. Καλώς να ορίσετε λοιπόν. Σας περιμένουμε».
Αυτή η πρόσκληση, αυτή η αναμονή που αφορά όλους τους Ρεθεμνιώτες, έρχεται με το ξεκίνημα του Τριώδιου εν αναμονή της Άνοιξης μέσα από την θρησκευτική αλλά και τελετουργική πραγματικότητα που ορίζεται ως δρόμος προς το Πάσχα και την Ανάσταση. Φέτος, όλα δείχνουν διαφορετικά στο νομό, με τη διάθεση να έχει γιγαντωθεί, τις πληρότητες σε ξενοδοχεία και δωμάτια φιλοξενίας να βρίσκονται στα ύψη και να ενισχύει αυτή η εικόνα, την περίοδο της χαρούμενης διάθεσης, των εθίμων, του γέλιου πειράγματος, αμφισβήτησης αλλά και μίας έννομης ελευθεριότητας, η οποία αφορά τόσο στην έκφραση λόγου όσο και στην ενδυματολογία. Ρέθυμνο, Τριώδιο, Απόκριες, νηστεία, δημιουργία, τέχνες, παρέες, χρώμα, ελπίδα. Αυτό είναι το σύμπλεγμα των ημερών που περικλείεται ημερολογιακά από το «Τριώδιο» που αρχίζει την Κυριακή του «Τελώνη και Φαρισαίου», διανύει την Κυριακή του «Ασώτου Υιού», την Κυριακή της «Απόκρεω» και φτάνει στην ολοκλήρωση του την Κυριακή της «Τυρινής» ή «Τυροφάγου».
Ο ντελάλις γυρίζει σε όλο το Ρέθυμνο, απευθύνει προσκλήσεις σε όλους του νομούς της Κρήτης, ώστε να μετέχουν όλοι στον μήνα των καρναβαλικών και όχι μόνο εκδηλώσεων που πάνω από έναν αιώνα πλουτίζουν την πνευματική, καλλιτεχνική, πολιτιστική ζωή του Ρεθύμνου. Ήδη στο Ρέθυμνο, ξεκίνησαν οι καντάδες, κυριαρχεί το κλίμα που θυμίζει τις παλιές ρομαντικές εποχές, οι επίσημες εκδηλώσεις δένουν αρμονικά με όλες τις ιδιωτικές πρωτοβουλίες και οι παρέες έχουν πάρει τα ηνία όχι μόνο της διασκέδασης, αλλά και της αναβίωσης των εθίμων από χωριό σε χωριό από το μεγαλύτερο έως και το μικρότερο. Κανταδόροι και μασκαράδες, από τη Ρεθεμνιώτικη Πόρτα στην Αρχή της πόλης, την Πλατεία Αγνώστου Στρατιώτη, μέχρι τον ορεινό Ψηλορείτη, από το Πάνορμο και το Μελιδόνι μέχρι το νότιο Ρέθυμνο τον Πλακιά και στο Σπίλι, στο Ρουσσοσπίτι, στον Μέρωνα, ανταμώνουν για γλέντι, χορό και συναπαντήματα κεφιού και ελπίδας. Τιμή σε κάθε κέρασμα και κάθε παρέα. Το ζυμάρι σε όλες του τις εκδοχές, η τσικουδιά, το καλό κρασί, οι παραδοσιακοί μεζέδες, η λύρα και οι χοροί δείχνουν το δρόμο για μία διαφορετική πιο αισιόδοξη αντιμετώπιση της καθημερινότητας, από την οποία δε λείπει και ο σεβασμός και η απόδοση τιμών στις ψυχές που έχουν φύγει μέσα από τα τελετουργικά του Ψυχοσάββατου. Έθιμα όπως το παιχνίδι του θησαυρού, το κλέψιμο της νύφης, το μουντζούρωμα, ο Καντής, η καμήλα, οι Λεράδες, ο Τσαγκάρης, ο Αρκουδιάρης, η καμπουρόγρια, το λαϊκό δικαστήριο, ο αγιασμός του γέλιου, το λαδικό καταβραχτήρι στο Ρέθυμνο συμπληρώνουν την εικόνα και την διάθεση διάσωσης των εθίμων. Στο Ρέθυμνο, το έθιμο του Καδή έχει τις ρίζες του στο Αμάρι, στον Αγ. Βασίλειο, στον Μυλοπόταμο, σε περιοχές της Μεσαράς και σε άλλα μέρη. Ο Καδής ήταν ο άρχοντας. Είχε το γενικό πρόσταγμα για ό,τι συνέβαινε εκείνη την ημέρα στο χωριό. Σχηματίζονταν πομπές με επικεφαλής τον Καδή και πήγαιναν σ’ όλα τα σπίτια. Στα Σαχτούρια του Αγ. Βασιλείου, το έθιμο κράτησε περισσότερα χρόνια έως το 1970. Είναι αυτός που δίνει το γενικό πρόσταγμα για τα όσα μπορεί να διαδραματιστούν. Καλαμπούρια, φάρσες, αστεία που μπορεί να συμβούν στον κάθε έναν που θα βρεθεί μπροστά στη παρέα. Η καμήλα, το έθιμο με την αυτοσχέδια καμήλα που γυρνάει στις γειτονιές και με σκέρτσα διασκεδάζει τον κόσμο κινούμενη από δύο άνδρες που είναι κρυμμένοι κάτω από το «δέρμα της» που είναι φτιαγμένο από κουβέρτες. Ενώ, στα μουτζουρώματα το έθιμο διατηρείται αφού ένας ευγενής στόχος υπάρχει. Αυτός, για να ξορκιστεί το κακό και το ανεπιθύμητο, με τη διασκέδαση που είναι μεγάλη και η φασαρία από τις φωνές μεγαλύτερη. Μουτζούρωμα όχι βρωμιά, μέσα και κάτω από το οποίο πάντα κρύβεται η ανθρώπινη πλευρά, το φως, η καθαρότητα. Όπως και στο έθιμο του Εξομολόγου όπου ένας μεταμφιεσμένος σαν ιερέας, εξομολογεί και απαλύνει με χαριτωμένο τρόπο τις «αμαρτίες» και την κακοκεφιά του εξομολογούμενου, συγχωριανού του, δημοσίως. Στους Λεράδες, συναντάμε τον έντονο ήχο από τις κουδούνες τα λέρια που βρίσκονται κρεμασμένες στη μέση των μεταμφιεσμένων ανδρών. Το ίδιο και στο έθιμο με τους κουδουνάδες. Έθιμα κυρίως των ορεινών χωριών.
Σε αυτό το «παιχνίδι» των εθίμων όλες τις ημέρες του Τριωδίου και των Αποκριών δίνεται η ευκαιρία σε όλους, όχι μόνο που κατοικούν στο νησί αλλά και στους χιλιάδες επισκέπτες να επισφραγίσουν δύο βασικούς πυλώνες που κυριαρχούν στις μικρές τοπικές κοινωνίες. Αφενός ότι ο εκμοντερνισμός δεν τους αλλοτριώνει, αφετέρου ότι οι δεσμοί εντός της τοπικής τους κοινωνίας παραμένουν ισχυροί. Και όλα αυτά συμπορεύονται μέχρι την Κυριακή της μεγάλης καρναβαλικής παρέλασης, μέρα που χιλιάδες επισκέπτες από όλη την Κρήτη, την Ελλάδα αλλά και το εξωτερικό, φτάνουν στο νομό.
Διασκέδαση, σάτιρα, πάρτι, χοροί, γλέντια, παρέες. Με την τιμητική τους να έχουν τα εδέσματα της κρητικής κουζίνας, που έχει να προσφέρει τα πάντα σε κρέας, τα πάντα σε τυριά, σε μέλι και γλυκά με προϊόντα που παρήχθησαν όχι μόνο με κόπο αλλά και τη σιγουριά των Ρεθεμνιωτών πως η παράδοση θα κρατάει όσο κρατεί το μόνιασμα στις κοινωνίες. Γίνονται όλοι μία παρέα περιπατητές αυτού του τόπου και ξημεροβραδιάζονται όχι για την κρεπάλη όπως ανέφερε στο ΑΠΕ – ΜΠΕ ένας κάτοικος από τα Μουρτζανά Μυλοποτάμου. «Αλλά για το ότι μαζί πρέπει να ξημερωθούμε και μαζί να συνεχίσουμε». Έτσι φτάνει ο «περπατητής» της ιστορίας του Ρεθύμνου αλλά και ο μυημένος στα ήθη και στα έθιμα στην Καθαρά Δευτέρα, που ξημερώνει μετά τη μεγάλη καρναβαλική παρέλαση και το γλέντι της Κυριακής το βράδυ στην παραλία του Ρεθύμνου. Καθαρά Δευτέρα η πρώτη μέρα της Μεγάλης Σαρακοστής οπόταν και παίρνει θέση η προετοιμασία όλων των σπιτικών, όλων των ανθρώπων της υπαίθρου και της αφοσίωσης στην παράδοση, για την κατάνυξη την περισυλλογή και τη συγνώμη μέχρι τη λυτρωτική για κάθε άνθρωπο του τόπου αυτού, μέρα της Ανάστασης. Καθαρά Δευτέρα, μέρα, οπότε το πιο κοινό στοιχείο όλων που κατοικοεδρεύουν στη Μεγαλόνησο είναι η παρουσία τους στην ύπαιθρο με διττή διάθεση. Αυτή της διασκέδασης αλλά και της προετοιμασίας για την ηρεμία που προσφέρουν οι μέρες της Σαρακοστής.