Τετάρτη, 6 Νοεμβρίου, 2024

Αναζητώντας την Κολυμπήθρα του Σιλωάμ…

Οι ύστερες ανταύγειες του δειλινού, βρήκαν τον παράλυτο γέρο αθλητή να αγναντεύει την απεραντοσύνη της νερένιας ερημιάς της θάλασσας, που απλώνονταν νωχελική κι ατάραχη κάτωθε του σπιτιού του ίσαμε το στρογγύλεμα του ορίζοντα και στράλιαξε το βλέμμα στο μισοβυθισμένο δίσκο του αφέντη ήλιου.
Μισοσβησμένος, άτονα ροδαλός ετούτος, επίτρεπε στην κυρά-Νύχτα ν’απλώνει αργά, νωχελικά, τα σκούρα, τα μαβιά και σκοτεινά της κρέπια εις τα γύρω, μα στέριωναν το μελαγχολικό τους φάλι και στα εσώψυχα του γέρου…
Τούτες τις ώρες, ο λαβωμένος από τη Νόσο του Κινητικού Νευρώνα (ALS) αθλητής, ανιστορούσε τις χρονοστιγμές που τον χαραχτήριζαν στην ζωή:
Τότε που ήταν το καλύτερο 10άρι στην τοπική Ποδοσφαιρική Ομάδα της πόλης, τότε που σαν Δημόσιος Υπάλληλος αψηφούσε τα στοιχειά της Φύσης αρκεί να παράσχει τις δέουσες υπηρεσίες στο κοινό της επαρχιακής κωμόπολης όπου κατέλυσε και έφτιαξε την οικογένειά του.  Τότε που τα προικώα βοσκοτόπια μεταβλήθηκαν σε κερδοφόρες οάσεις, πολύτροπα διαμορφωμένες σε επιχειρήσεις επικερδείς. Επιχειρήσεις-διασφάλιση μελλοντική στην οικογένειά του.. Και είχε προβλέψει σωστά, καθώς, στον (τότε) υγιέστατο οργανισμό δεν φαινόταν κανένα νέφος ανημποριάς. Και όμως, τότε, στο “ζενίθ” της δημιουργικότητάς του, ένοιωσε τις δυνάμεις του να τον εγκαταλείπουν:  Βαριά αρχικά τα ταχύτατα (σ’ άλλους καιρούς) ποδάρια, τον οδήγησαν στην απαραίτητη βακτηρία*.  Προϊόντος του χρόνου,                   η βακτηρία αντικαταστάθηκε με τροχήλατο αμαξίδιο που ο άλλοτε αθλητής έσπρωχνε με κόπο και ακολουθούσε, μα και τούτο στη υστεριά αντικαταστάθηκε με πολυθρόνα αναπηρική, στην οποία άλλοι τον “θρόνιαζαν”, καθώς παρέλυσαν οριστικά χέρια και πόδια…Μα χάθηκε και η κελαριστή, καλοσυνάτη φωνή του. Μικροί άναρθροι ήχοι, πάσχιζαν μάταια να σχηματίσουν ένα φθόγγο, μια συλλαβή, μια λέξη…
Ανιστορούσε τούτες τις στιγμές του δειλινού –του κάθε δειλινού- και τις στιγμές που με τη μικρή βαρκούλα του ανοιγόταν στο πέλαγος, πιότερο για να “ανοίξουν” τα πνευμόνια του από τη θεία θαλάσσια αύρα, μα και για να συνάξει αλιεύματα, προσφορά στην αγαπημένη του πολυμελή οικογένεια.
Και είχε οικογένεια: Σύζυγο, παιδιά!…Καμάρι σε τούτους ο αθλητής κι αποκούμπι σ’ άλλους καιρούς, μα το αποκούμπι τούτο αποδείχθηκε εύθραυστο έως ανύπαρκτο, σαν τα φάλι της επαχθούς ALS στέρησε κάθε ικμάδα από το καλογυμνασμένο κορμί με το δημιουργικό μυαλό. Τέκνα και σύζυγος, “ένιψαν τα χείρας” στην ανημποριά του συζύγου, του πατέρα, του προστάτη, λες και ΔΕΝ του συγχώρεσαν το γεγονός ότι ασθένησε! “Ακούς εκεί, να αρρωστήσει!…”…  “Θα σε πάω σε Ίδρυμα” αναφωνούσε κάποιος οικείος! “Ακούς εκεί…να αρρωστήσει…μα θα μας τρελάνει!”…
Και η ευαίσθητη ιδιοσυγκρασία του αρρώστου να τον οδηγεί σε κλάμα γοερό, συνεχές σχεδόν, σαν βίωνε την πολύπλευρη όσο και καθημερινή απονιά των οικείων…Και κοντά στα άλλα, αδυνατούσε να σηκώσει το πιρούνι, το κουτάλι,   το ποτήρι…
Αρκεί να του έβαζε κάποιος την μπουκιά στο στόμα, ή το ποτήρι με το νερό στα χείλη…Ζωή βασανιστική, ατέρμονη, κι ας εκλιπαρούσε τον ψυχοπομπό δρεπανηφόρο καβαλάρη να τον αδράξει στη σέλα του αλόγου του…Βαρήκοος (;) κι εκείνος….Μέσα στην παντελή ανημποριά του γέρο-αθλητή, η οξύνοιά του παρέμενε αλώβητη, για τούτο και βίωνε στο έπακρο την απάνθρωπη απονιά των οικείων!
…`Ετσι και τούτο το δειλινό στην αγαπημένη θέση στην ακροθαλασσιά    όπου τον μετέφερε και τον απίθωσε κάποιο τέκνο, εγκαταλείποντας τον μόνο στην ανημποριά του και στις σκέψεις του. Κι εκείνος, με το κεφάλι πάντοτε σκυφτό, ένοιωθε το καυτό δάκρυ να κυλά στις παρειές και να του αφήνει γεύση αλμυρή στα σφραγισμένα χείλη…
Αίφνης, λες και κάποια σκέψη ή ιδέα του φώτισε τον ξάστερο νου, ανασκίρτησε, όρθωσε με κόπο το κεφάλι, έστρεψε το βλέμμα στο αχανές του ουρανού, κι ακούστηκε να ψελλίζει με κόπο πολύ:
– «Κύριε, στείλε κάποιον ικετεύω Σε να με οδηγήσει στη θαυματουργή Κολυμπήθρα του Σιλωάμ, να με ρίξει μέσα, να βρω ξανά την υγειά μου, Κύριε…ικετεύω Σε…»…
Αίφνης –και δεν κατάλαβε αν ήταν όνειρο ύπνου στιγμιαίου ή όραμα εν εγρηγόρσει- φάνηκε μπροστά του μια οπτασία καλυμμένη από αύρα γαλαζωπή,   περιβαλλόμενη από ωοειδές νέφος ευρισκόμενο σε αέναη εσωτερική κίνηση.
Του μίλησε:
– «Φίλε μου, σ’ αυτή τη Γη υπάρχουν αναρίθμητοι τυφλοί, χωλοί κι ανήμποροι, μα δεν υπάρχει πια νερό στου Σιλωάμ την Κολυμπήθρα. Τη στέρεψαν, τη γιόμισαν μ’ αδιαφορία οι νεο-ανθρώποι…»…
Χάθηκε η οπτασία…Απόμεινε μόνος ο παράλυτος γέρο αθλητής, με την απογοήτευση ζωγραφισμένη στο πρόσωπο. Έγειρε το κεφάλι, κι ένοιωσε ξανά το καυτό δάκρυ να κυλά στις παρειές και να του αφήνει γεύση αλμυρή στα σφραγισμένα χείλη…

——————–
*βακτηρία = μπαστούνι, πατερίτσα.


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Εντός εκτός και επί τα αυτά

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα