Ξεκινώντας πριν λίγα χρόνια μια ιστορική έρευνα σίγουρα δεν θα μπορούσα να φανταστώ ούτε στο ελάχιστο την εξέλιξη που θα είχε στα στενά όρια της ελληνικής πραγματικότητας αυτή η προσπάθεια. Πίστευα -αφελέστατα όπως αποδείχθηκε- πως η διάσωση της ιστορικής μνήμης με οποιαδήποτε μορφή της, αποτελούσε προτεραιότητα. Ιδίως κατά τους χαλεπούς καιρούς που διανύουμε όπου η ιστορία μας παραχαράσσεται και αποτελεί βορά των επιτήδειων πίσω από κεκλεισμένες θύρες αλλά και ορθάνοιχτες συναλλαγές.
Γειτνιάζοντας χωροταξικά και με μιαν ευαισθησία που πολλές φορές φτάνει στα όρια της υπερβολής, αποφάσισα να ερευνήσω και να προβάλω την ιστορία ενός από τα σημαντικότερα μνημεία του κόλπου της Σούδας, του φρουρίου Ιτζεδίν γνωστό και ως “Εγκληματικές Φυλακές Καλαμίου”. Ενός μνημείου που η πολυτάραχη ζωή του πλησιάζει τoν ενάμισι αιώνα, ξεκινώντας να διαγράφει πορεία τα μαύρα χρόνια της τούρκικης σκλαβιάς, αφήνοντας συνάμα ανεξίτηλα ίχνη στη νεότερη και τη σύγχρονη ιστορία. Κατά τη διάρκεια της έρευνας βρήκα συμμάχους και αρωγούς πολλούς συμπολίτες αλλά και τον ίδιο τον Δήμο Χανίων με τον τοπικό σύμβουλο της Απτέρας κ. Γιάννη Μιχελιουδάκη ο οποίος ενδιαφέρεται επίσης για την αποκατάσταση και την ανάδειξή του. Το τελευταίο διάστημα προστέθηκαν και δύο φοιτήτριες του Πολυτεχνείου Κρήτης, οι οποίες εκπονώντας την μεταπτυχιακή τους εργασία, στοχεύουν και εκείνες να προχωρήσουν ένα βήμα παραπέρα τις όλες προσπάθειες.
Κατά τη διάρκεια των ερευνών και της αναζήτησης ιστορικών στοιχείων υπήρξε η ανάγκη ανεπίσημης αναζήτησης και γιατί όχι εξεύρεσης του αρχείου των φυλακών. Εκείνων δηλαδή των στοιχείων που θα έδιναν πολύ σημαντικές πληροφορίες για την δεύτερη χρήση τού μνημείου από την εποχή του Ελευθερίου Βενιζέλου και εντεύθεν. Ενός αρχείου που εξ’ αρχής εντασσόταν στα ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα αφού μεταξύ των ποινικών κρατουμένων και των στοιχείων που τους αφορούσαν, συγκαταλεγόταν και το αρχείο των πολιτικών κρατουμένων που διάβηκαν τη βαριά σιδερένια πόρτα της φυλακής τις “δύσκολες” -ιστορικά- περιόδους της Ελλάδας (δικτατορία του Παγκάλου, Εμφύλιος, δικτατορία του Παπαδόπουλου). Και βέβαια όλων εκείνων των υπάρξεων που εκτελέστηκαν δικαίως ή αδίκως στον χώρο του σημερινού νεκροταφείου του Καλαμίου. Ως εκ τούτου η οποιαδήποτε προσπάθεια φάνταζε δύσκολη και τολμώ να πω και απαγορευτική. Δεν ξέρω αν η κίνησή μου ήταν σωστή ή λανθασμένη, εκείνο όμως που σίγουρα μου άφησε ήταν μια απογοήτευση για τον τρόπο που η σύγχρονη Ελλάδα, μέσα από τους επίσημους αλλά και τους ανεπίσημους φορείς της, αντιμετωπίζει την ιστορία της και κατ’ επέκταση το ίδιο της το μέλλον.
Η διαδρομή αναζήτησης ξεκίνησε πριν ενάμισι χρόνο από το Ιστορικό Αρχείο Κρήτης και τον τότε προϊστάμενό του κ. Φουρναράκη που οφείλω να ομολογήσω πως αγκάλιασε την προσπάθεια χωρίς όμως δυστυχώς το αρχείο των φυλακών να βρίσκεται στην υπηρεσία του όπως όλοι πιθανολογούσαμε.
Ακολούθησε μια αλυσιδωτή αναζήτηση σε δημόσιες υπηρεσίες ξεκινώντας από τις όμορες φυλακές. Φυλακές Αλικαρνασσού στο Ηράκλειο, φυλακές Αγυιάς στα Χανιά, πρώην δικαστικές φυλακές Χανίων και πάλι πίσω φυλακές Αγυιάς. Οι απαντήσεις άλλοτε αρνητικές και άλλοτε ουδέτερες. Η απογοήτευση δεν άργησε να δώσει τα πρώτα σημάδια αλλά ταυτόχρονα φούντωσε το πείσμα. Εν τω μεταξύ η έρευνα σε άλλο επίπεδο συνεχιζόταν και η επικοινωνία ξεπέρασε πια τα όρια της Κρήτης.
Επόμενος σταθμός τα Γενικά Αρχεία του Κράτους στην Αθήνα. Λυπηρή η απάντησή τους αφού με παρέπεμπαν στο Ιστορικό Αρχείο στο Ηράκλειο μη γνωρίζοντας σαν προϊσταμένη αρχή πως η έδρα αλλά και η υπηρεσία βρίσκονται στα Χανιά. Επεισοδιακή εκείνη η επικοινωνία δίχως κανένα αποτέλεσμα.
Ακολουθεί επαφή με το Υπουργείο Δικαιοσύνης. Συνομιλία με τουλάχιστον τέσσερεις διαφορετικούς υπαλλήλους ξεκινώντας από τον θυρωρό καθώς εκεί με παρέπεμψαν για αρχή. Σκέφτηκα πως θα έπρεπε να αναθεωρήσω το επίπεδο της νοημοσύνης μου αλλά ήρθε κάτι πιο δυνατό να ανατρέψει την αμφισβήτησή μου. Αφού τελικά έφτασα στον αρμόδιο υπάλληλο, εκείνος με άφησε άφωνη λέγοντάς μου με αφοπλιστική ειλικρίνεια… «μας τηλεφωνήσατε και νομίζετε τώρα εσείς πως εμείς ξέρουμε;» Με παραπέμπει ευγενέστατα στις φυλακές Κορυδαλλού και με αποχαιρετά.
Στιγμιαία αμφισβήτησα την ελευθερία μου ευρισκόμενη σε σύγχυση αλλά την επόμενη μέρα συνέχισα ακάθεκτη.
Νέο τηλεφώνημα στις φυλακές Κορυδαλλού. Η υπάλληλος καθόλου συνεργάσιμη. Απαιτεί γραπτό αίτημα και αν τελικά το αποδεχτούν. Οπως μου εξήγησε, ήταν ιδιαίτερα δύσκολο να κατέβουν να ψάχνουν στα αρχεία τους και στις αποθήκες τους για κάτι που δεν γνώριζαν αν τελικά είχαν. Ο απόλυτος παραλογισμός.
Σε αυτό το σημείο οι επιλογές μου εξαντλήθηκαν όπως και οι πιθανότητες να βρω το αρχείο. Σε μια απέλπιδα προσπάθεια, αρνούμενη να παραιτηθώ οριστικά, επικοινωνώ με τα τοπικά γραφεία του ΚΚΕ, σε Ρέθυμνο και Χανιά, αναζητώντας… τι άραγε. Συναντώ πρόθυμους ανθρώπους χωρίς όμως και πάλι κάποιο ουσιαστικό αποτέλεσμα.
Σε όλη αυτή τη διαδρομή υπήρξε επαφή με τους πάντα συνεργάσιμους ανθρώπους του Ιδρύματος Ερευνών και Μελετών “Ελευθέριος Κ. Βενιζέλος” και τον γενικό διευθυντή του κ. Παπαδάκη, λόγω της φυλάκισης του Βενιζέλου στο Ιτζεδίν, οι οποίοι όμως δεν γνώριζαν κάτι για το αρχείο.
Αξίζει να σημειωθεί πως σε κάθε τηλεφωνική ή φυσική επικοινωνία -έγγραφη ή προφορική- με αρμόδιους και αναρμόδιους, προηγούνταν διαπιστευτήρια και πλήρη “εξομολόγηση” για το ποιος, το πού, το τι και το γιατί. Μια ψυχοφθόρα διαδικασία ικανή να αποτρέψει κάθε συνέχεια.
Με τούτα και με τα άλλα, το αρχείο των φυλακών του Ιτζεδίν “εξαφανισμένο” από το φως του ήλιου συνεχίζει να αποτελεί μεγάλο αίνιγμα και να κρατάει στους φθαρμένους φακέλους του πολύτιμα ψήγματα ιστορίας, όχι μόνο του τόπου αλλά και μιας ολόκληρης Ελλάδας. Αποκαλύπτοντάς μας για άλλη μια φορά τον τρόπο που λειτουργεί αυτή η χώρα και οι θεσμοί της. Γιατί είναι πιο επικίνδυνο και οδυνηρό να παλεύεις με τους ίδιους σου τους δαίμονες παρά με τους εχθρούς σου.
Φαίνεται πολύ σοβαρή και αξιόλογη εργασία. Αν έχει περαιωθεί θα με ενδιέφερε να προμηθευτώ ένα αντίγραφο.