30 Μαρτίου 1992. Σαν σήμερα φεύγει από τη ζωή ο ένδοξος Αρχαιολόγος, καθηγητής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Ανδρόνικος Μανόλης. Γεννήθηκε τον Οκτώβριο του 1919, στην περιοχή της Προύσας στη Μικρά Ασία και το έτος 1922 εγκαταστάθηκε μόνιμα με την οικογένεια του στην Θεσσαλονίκη. Σπούδασε Φιλολογία στο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης και αργότερα Αρχαιολογία στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης όπου και ειδικεύτηκε. Με το πέρας των σπουδών του, εργάστηκε ως επιμελητής αρχαιοτήτων (1949), αναγορεύτηκε υφηγητής της Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου της Θεσσαλονίκης (1957), εργάστηκε ως έφορος αρχαιοτήτων (1960), ενώ στη συνέχεια εκλέχτηκε καθηγητής στη β’ έδρα της Αρχαιολογίας του ομοίου Πανεπιστημίου, (έκτακτος το 1961 και τακτικός το έτος 1964). Λίγα έτη αργότερα ήτοι το διάστημα 1968 – 1969 διατέλεσε κοσμήτορας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Η επαγγελματική του πορεία, χαράχτηκε με τη συμμετοχή του σε πληθώρα ανασκαφικών ερευνών σε αρχαιολογικούς χώρους κυρίως της Βορείου Ελλάδος, όπως τη Χαλκιδική, το Κιλκίς, τη Βέροια, τη Νάουσα, τη Θεσσαλονίκη κ.α. Η κορυφαία στιγμή όμως της καριέρας του και το μεγαλύτερο ενδιαφέρον στο πρόσωπο του, το απέσπασε με την συμμετοχή του στην ανασκαφική έρευνα στην περιοχή της Βεργίνας, το έτος 1973 με την ταυτόχρονη καθοδήγηση του επίσης Αρχαιολόγου Κ. Ρωμαίου. Οι έρευνες στην περιοχή, επέφεραν καρπούς την 8η Νοεμβρίου 1977, όταν και ήρθε στο φώς ένα από τα σημαντικότερα αρχαιολογικά μνημεία, ο ασύλητος Μακεδονικός τάφος ΙΙ της Μεγάλης Τούμπας.
Πιο συγκεκριμένα, οι ανασκαφές του Ανδρόνικου οδήγησαν στην αποκάλυψη, στο κέντρο περίπου της Τούμπας, μιας λίθινης κατασκευής ενώ η συνέχεια των ανασκαφών οδήγησε στην ανακάλυψη ενός τάφου με τοιχογραφίες του 4ου αιώνα π.Χ. Σε μικρή απόσταση από τον τάφο βρέθηκε ταυτόχρονα και άλλος ένα τάφος, με θάλαμο ύψους 5,30 μέτρων όπου στη μέση του και σε μικρή απόσταση από τον τοίχο, ήταν τοποθετημένη μια μαρμάρινη τετράγωνη σαρκοφάγος διαστάσεων 0,59 Χ 0,615 μέτρων και ύψους 0,70 μέτρων, ενώ αρκετά κοντά βρέθηκαν αρκετά κτερίσματα (ταφικά δώρα), εξαιρετικής τέχνης. Η σαρκοφάγος ανοίχτηκε και στο εσωτερικό της βρέθηκε ένα χρυσό κιβώτιο (λάρνακα), στολισμένο στις τρείς πλευρές του με αξιοσημείωτη κομψότητα, ενώ έφερε τον δεκαεξάκτινο ήλιο –αστέρι, σύμβολο της μακεδονικής δυναστείας. Στο κιβώτιο ήταν τοποθετημένα καμένα ανθρώπινα οστά και πάνω τους υπήρχε ένα βαρύτιμο χρυσό στεφάνι από φύλλα και καρπούς βελανιδιάς.
Στον τάφο και πιο συγκεκριμένα στον προθάλαμο αυτού, βρισκόταν μια ακόμη σαρκοφάγος. Δίπλα της ήταν τοποθετημένα διάφορα αντικείμενα, πολλά από τα οποία χρυσά, όπως ένα στεφάνι από φύλλα και άνθη μυρτιάς. Στη σαρκοφάγο βρέθηκε επίσης μια χρυσή λάρνακα στο εσωτερικό της οποίας βρισκόταν ένα χρυσοπόρφυρο ύφασμα, όπου κάλυπτε καμένα οστά και ένα λεπτής χρυσοχοϊκής τέχνης διάδημα (στέμμα), πιθανόν γυναικείο. Ο Ανδρόνικος υποστήριξε σχεδόν από την πρώτη κιόλας στιγμή, ότι οι δύο τάφοι μέσα στον τύμβο και η τελειότητα της κατασκευής των κτερισμάτων τους, οδηγεί στο ξεκάθαρο συμπέρασμα ότι επρόκειτο για τον τάφο του Φιλλίπου Β’ και της Κλεοπάτρας, (της τελευταίας δηλαδή συζύγου του), χωρίς να αποκλείεται η άποψη, ότι τα οστά που βρέθηκαν στη δεύτερη λάρνακα, ήταν ανδρικά με αρκετούς να θεωρούν ότι ανήκαν στον άνδρα που δολοφόνησε τον ίδιο.
Λίγα λόγια για τον Φίλιππο Β’ τον Μακεδών (382 π.Χ – 336 π.Χ.). Ήταν ο βασιλιάς που κατόρθωσε να κάνει την Μακεδονία ισχυρό βασίλειο, ενώνοντας υπό την ηγεμονία του τα υπόλοιπα Ελληνικά Βασίλεια και ουσιαστικά προετοίμασε την κατάκτηση της Περσίας, ενώ από πολλούς θεωρείται ο μεγαλύτερος βασιλιάς της Μακεδονίας. Ήταν γιος του Αμύντα Γ. και πατέρας του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ενώ κατόρθωσε να ανακηρυχτεί βασιλιάς εκτοπίζοντας διάφορους διεκδικητές του θρόνου. Αναλαμβάνοντας την εξουσία, ασχολήθηκε ενεργά με στόχο να μετατρέψει τη Μακεδονία από μικρό περιφερειακό κράτος σε μεγάλη Ελληνική δύναμη. Αναδιοργάνωσε το στρατό, πολέμησε νικηφόρα εναντίων των Ιλλυρίων, των Θεσσαλών, των Θρακών και των Παιόνων, οχυρώνοντας ταυτόχρονα τα σύνορα της Μακεδονίας. Το 354 π.Χ έλαβε μέρος στο λεγόμενο τρίτο Ιερό πόλεμο ο οποίος έφερε αντιμέτωπες τις Ελληνικές πόλεις ενώ συνέβαλε αποτελεσματικά στον αγώνα κατά των Φωκέων. Το 348 π.Χ εισέβαλε στη χερσόνησο της Χαλκιδικής καταστρέφοντας την Όλυνθο (αρχαία πόλη), και το 346 πέτυχε να ανακηρυχθεί ισόβιος άρχοντας των Θεσσαλών. Η επεκτατική του πολιτική, στράφηκε αργότερα στην Ήπειρο και στη Θράκη και ενώ είχε υπογράψει συνθήκη συμμαχίας με τον Βασιλιά της Περσίας, ξέσπασε νέος πόλεμος στον οποίο συνασπίστηκαν εναντίον του η Αθήνα με την Θήβα. Έπειτα από τρία έτη συγκρούσεων δίχως αποτέλεσμα, ο πόλεμος τελείωσε με την αποφασιστική μάχη της Χαιρωνείας το 338π.Χ. Ήταν τότε, όπου ολόκληρη η Ελλάδα υποτάχτηκε στη εξουσία του. Ενώ όμως κατάστρωνε τα φιλόδοξα σχέδια του για τη δημιουργία μιας πανελλήνιας ομοσπονδίας για την εξαπόλυση ενός αποφασιστικού πολέμου κατά των Περσών, δολοφονήθηκε για λόγους προσωπικής εκδίκησης. Φυσικά δεν έλειψαν οι θεωρίες ότι υποκινητές της δολοφονίας του ήταν η γυναίκα του Ολυμπιάδα και ο γιός του Μ. Αλέξανδρος.
Ο Μανόλης Ανδρόνικος κατά τη διάρκεια της Αρχαιολογικής του πορείας συνέγραψε διάφορες σημαντικές μελέτες της ειδικότητας του μεταξύ των οποίων: Το Ανάκτορο της Βεργίνας (1961), τα Ελληνικά επιτάφια μνημεία (1963), Βεργίνα – Το νεκροταφείο των Τύμβων (1970), οι Βασιλικοί τάφοι της Βεργίνας (1978) κ.α. Πάντως και να σημειώσουμε τούτο κλείνοντας η ταυτοποίηση του τάφου μέχρι και σήμερα αμφισβητείται με αρκετούς αρχαιολόγους να υποστηρίζουν ότι ο Τάφος ΙΙ ανήκει στον Φίλλιπο Γ’ τον Αρριδαίο γιό του Φιλλίπου Β’ (Borza, Eugene M.; Palagia, Olga (2008). «The Chronology of the Macedonian Royal Tombs at Vergina»). Νεότερη επιστημονική έρευνα που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό Proceedings of the National Academy of Sciences υποστήριξε ότι ο τάφος που ο Ανδρόνικος απέδωσε αρχικά στον Φίλιππο Β΄, ανήκει όντως στον Αρριδαίο («The lameness of King Philip II and Royal Tomb I at Vergina, Macedonia», 2011), ενώ τον Απρίλιο του 2019 η ιστορικός – βυζαντινολόγος Ελένη Γλυκατζή Αρβελέρ υποστήριξε ότι στον τάφο βρίσκεται θαμμένος ο Μέγας Αλέξανδρος. Παρόλα αυτά η σημασία του μνημείου είναι αναμφισβήτητη και η ανακάλυψη του Ανδρόνικου παραμένει σε παγκόσμιο επίπεδο, μία από τις μεγαλύτερες αρχαιολογικές ανακαλύψεις του 20ου αιώνα.
Πηγές:
Borza, Eugene M.; Palagia, Olga (2008). «The Chronology of the Macedonian Royal Tombs at Vergina» / «The lameness of King Philip II and Royal Tomb I at Vergina, Macedonia», 2011 / Μ. Ανδρόνικος,: Το Νεκροταφείον των Τύμβων, Αθήνα 1969 / Μ. Ανδρόνικος-Χ. Μακαρόνας-Γ. Μπακαλάκης-Ν.Μουτσόπουλος, Το ανάκτορο της Βεργίνας, Αθήνα 1961.