Πέμπτη, 21 Νοεμβρίου, 2024

Ανεζηνιώ – ∆οξανιώ – Μανωλιό – Μιχελιό – Νικολιό (Μέρος Α’)

Σελίδες κρητικής ηθογραφίας του 20ου αιώνα

 

Αν τύχει να παρακολουθήσουµε τον ηθοποιό Γιώργο Παπαζήση να υποδύεται τον χαρακτήρα του «Μανωλιού» σε παλιές ταινίες του ελληνικού κινηµατογράφου των δεκαετιών του 1960 και του 1970, µιλώντας µε κρητικές ιδιωµατικές λέξεις και προσπαθώντας να αναπαραγάγει πειστικά τη χαρακτηριστική κρητική προφορά, είναι δύσκολο να µη γελάσουµε µε το κωµικό αποτέλεσµα. Όσοι έχουν διαβάσει και το  ηθογραφικό µυθιστόρηµα «Ο Πατούχας», του Ιωάννη Κονδυλάκη (Βιάννος 1862 – Ηράκλειο 1920), που ο ήρωάς του ονοµαζόταν και αυτός «Μανώλης», ίσως διακρίνουν και επιρροές του βιβλίου αυτού στο πλάσιµο του χαρακτήρα του κινηµατογραφικού Μανωλιού.    

 

Ο Κονδυλάκης δηµοσίευσε τον «Πατούχα», αρχικά σε συνέχειες, στην αθηναϊκή εφηµερίδα «Εφηµερίς», το 1892, ενώ σε βιβλίο εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1916, από τις εκδόσεις «Γεωργίου Φέξη». Το κείµενο χαρακτηρίστηκε από τη Μάρθα Αποσκίτη – Αλεξίου ως «το µεγάλο µνηµείο της κρητικής ηθογραφίας». Πέρα από το πλήθος των λαογραφικών στοιχείων που αφορούν στη ζωή του κρητικού χωριού στην τουρκοκρατούµενη Κρήτη και το σε βάθος ψυχογράφηµα των ηρώων του, ο Κονδυλάκης εφευρίσκει πάµπολλα ευτράπελα περιστατικά, µε αποκορύφωµα το περιστατικό όπου ο Πατούχας, νεαρός βοσκός που έχει επιστρέψει στο χωριό του από το βουνό, µια νύχτα, όντας µεθυσµένος, απάγει («κλέβει» όπως λέγεται) από το σπίτι της, κοιµισµένη, µια -όπως πιστεύει- νεαρή κοπελιά, το «Μαρούλι», που την έχει ερωτευτεί µετά από την αρνητική κατάληξη της προηγούµενης αισθηµατικής του σχέσης. Γυρνώντας στο δικό του σπίτι ανακαλύπτει ότι δεν απήγαγε την κόρη αλλά τη χήρα µητέρα της, που παρά τη διαφορά ηλικίας τρέφει ερωτικά αισθήµατα γι’ αυτόν. Το κείµενο είναι γραµµένο από τον Κονδυλάκη στην καθαρεύουσα, εκτός από τους διαλόγους, όπου χρησιµοποιεί κρητικούς γλωσσικούς ιδιωµατισµούς. Το 1938 εκδόθηκε από τις εκδόσεις «Γκοβόστη» διασκευή του «Πατούχα» για το θέατρο, σε 4 πράξεις. Τη διασκευή του κειµένου επιµελήθηκε ο Άρης Χατζιδάκης.

Μετά τον «Πατούχα» ακολούθησαν διηγήµατα και µυθιστορήµατα σε ανάλογο ύφος, από άλλους Κρητικούς συγγραφείς. Σελίδες της κρητικής ηθογραφίας, αρκετά ενδιαφέρουσες, καταλαµβάνουν και τα ηθογραφικά – λαογραφικά βιβλία που εκδόθηκαν τον 20ο αιώνα και στον τίτλο τους περιλαµβάνεται το υποκοριστικό ανδρικού ή γυναικείου ονόµατος. Χρονικά, το πρώτο από αυτά ήταν το «Μιχελιό» του Γ. Ι. Καφφετζάκη, γνωστού και ως «Μαράντη», το οποίο εκδόθηκε το 1921. Τη µεγάλη επιρροή του Κονδυλάκη ως ηθογράφου την οµολογεί και ο ίδιος ο Καφφετζάκης, στον πρόλογό του για την Α’ έκδοση του ηθογραφήµατος «Το Νικολιό» του Αλέξανδρου Κ. ∆ρουδάκη, όπου γράφει: «…Μια τέτοια παρόρµηση του µακαρίτη Ι. Κονδυλάκη ώθησε στον υποφαινόµενο, να καταπιαστεί µε την Κρητική ηθογραφία…». Μετά το «Μιχελιό» του Καφφετζάκη ακολούθησαν και άλλοι κρητικοί ηθογράφοι που εδώ θα γίνει αναφορά στα σχετικά κείµενά τους, χωρίς να γίνει ανάλυσή τους. Για καθένα από τα κείµενα αυτά γίνεται µια σύντοµη αναφορά στην υπόθεση που ο συγγραφέας αναπτύσσει.   

Όπως είναι γνωστό, βασικό συστατικό της ηθογραφίας -και δη της Κρητικής- είναι και η ντοπιολαλιά. Παρακάτω, αναφέρω τα ηθογραφικά βιβλία µε ιστορίες της Κρήτης, που κατάφερα να εντοπίσω, και πληρούν τις εξής προϋποθέσεις: α) έχουν εκδοθεί -σε 1η έκδοση- τον 20ο αιώνα (1900-1999), β) στον τίτλο τους αναφέρεται υποκοριστικό κυρίου ανδρικού ή γυναικείου ονόµατος, και γ) Οι διάλογοι των προσώπων είναι στην κρητική ντοπιολαλιά, και αν όχι όλοι, τουλάχιστον η πλειοψηφία τους. Επισηµαίνω ότι ενδεχοµένως υπάρχουν και άλλα ηθογραφικά βιβλία που πληρούν αυτές τις προϋποθέσεις και δεν µου είναι γνωστά. Πάντως, οι προϋποθέσεις που έθεσα, ουσιαστικά περιορίζουν τον αριθµό των βιβλίων που µπορούν να αναφερθούν, µιας και αριθµός όλων των βιβλίων της κρητικής ηθογραφίας είναι µεγάλος και απαγορευτικός για την αναφορά τους εδώ ένα προς ένα.

Τα κείµενα της κρητικής ηθογραφίας -και όχι µόνο όσα αναφέρονται εδώ- µπορούν να φανούν χρήσιµα και στην εποχή µας, συντελώντας, µέσω της διάδοσής τους, στη συνέχιση της χρήσης της κρητικής ντοπιολαλιάς και σε βάθος χρόνου, στην καλύτερη κατανόηση της απ’ όσους την ακούν και την διαβάζουν, αλλά και στον εµπλουτισµό της κοινής νεοελληνικής γλώσσας. Η φράση «κρητική ντοπιολαλιά», στο παρόν κείµενο χρησιµοποιείται ως ισότιµη του συνηθέστερα χρησιµοποιούµενου όρου «κρητική διάλεκτος». Όπου υπάρχει ανάγκη περαιτέρω περιορισµού της χρήσης του όρου αυτού για την ανατολική ή δυτική Κρήτη, συγκεκριµένο γεωγραφικό διαµέρισµα ή και µέρος ακόµη γεωγραφικού διαµερίσµατος, χρησιµοποιείται ο όρος «τοπικό κρητικό γλωσσικό ιδίωµα», για να τονιστεί ότι περιλαµβάνονται και λέξεις που δεν χρησιµοποιούνται σε όλη την Κρήτη.

Παρακάτω, µόνο όσον αφορά στα βιβλία που δηµοσιεύτηκαν σε πρώτη έκδοση στο α’ µισό του 20ου αιώνα, παρατίθεται για το καθένα και χαρακτηριστικό απόσπασµα διαλόγου στο τοπικό κρητικό γλωσσικό ιδίωµα που γνωρίζει καλά ο εκάστοτε συγγραφέας. Τα αποσπάσµατα των διαλόγων επιδιώκεται να είναι κατά το δυνατόν σύντοµα, και φυσικά η επιλογή τους έγινε σύµφωνα µε τη δική µου αισθητική· δεν σηµαίνει δηλαδή ότι είναι και τα αξιολογότερα κάθε δηµοσίευσης. Τα κείµενα παρουσιάζονται εδώ µε το µονοτονικό σύστηµα και η ορθογραφία παραµένει όπως είναι στο πρωτότυπο.

«Πηγές» για τη σύνταξη του κειµένου είναι τα συγκεκριµένα βιβλία που αναφέρονται εδώ· στην έντυπη µορφή τους, αλλά σε δυο περιπτώσεις στην ηλεκτρονική, στα βιβλία του Γ. Μαράντη (Καφφετζάκη): «Εµάθετέ τα;» και «Το όνειρο του Σταυρούλη», τα οποία µπορεί κάθε ενδιαφερόµενος να διαβάσει στο ψηφιακό Αποθετήριο της ∆ηµοτικής Βιβλιοθήκης Χανίων (https://repository.librarychania.gr/ ).

Ακολουθεί ο κατάλογος των βιβλίων, σε δύο διακριτά τµήµατα (α’ και β’ µισό του 20ου αιώνα) και µε χρονολογική σειρά, βάσει του έτους της πρώτης έκδοσής τους:

Βιβλία κρητικής ηθογραφίας που πληρούν τις προαναφερόµενες προϋποθέσεις για την επιλογή συµπερίληψής τους στον κατάλογο και εκδόθηκαν για πρώτη φορά µεταξύ 1900 και 1949:

1. Γ. Ι. Μαράντης (Καφφετζάκης), «Το Μιχελιό». Εκδόσεις: «Παρνασσίδα», Αθήνα 1921 & 1927 – «Νικ. Αλικιώτη», Αθήνα 1943 – «Μιχ. Ι. Πολυχρονάκη», Νεάπολη Κρήτης, 1973.

Το «Μιχελιό» γράφτηκε το 1920 και διαβάστηκε πρώτη φορά σε φιλολογική εσπερίδα που διοργάνωσε ο Ιωάννης Κονδυλάκης στα Χανιά, εκείνη τη χρονιά, για να διαβάσει και ο ίδιος τη δική του ηθογραφία «Πρώτη αγάπη». Ο Κονδυλάκης, µε επιστολή του προς τον Καφφετζάκη διατύπωσε θετική κρίση για τη λογοτεχνική αξία του ηθογραφήµατός του «Το Μιχελιό», το οποίο, όπως αναφέρει, «σε πολλά σηµεία το βρίσκει ανώτερο του ‘Πατούχα’». Στο «Μιχελιό», ο συγγραφέας, ο οποίος γεννήθηκε στη Νεάπολη – Π.Ε. Λασιθίου, το 1886, παρουσιάζει τα ήθη και το τοπικό κρητικό γλωσσικό ιδίωµα της ανατολικής Κρήτης, µέσα από τη ζωή της οικογένειας του Βαρελοµανώλη, της γυναίκας του ∆οξανιάς και των δυο παιδιών τους, που αναφέρονται µε τα υποκοριστικά των ονοµάτων τους, Μιχελιό και Αθηνιώ. Λόγω της διαφοράς στις πεποιθήσεις, αλλά και στην ικανότητα αντίληψης των µελών της οικογένειας, δηµιουργούνται διάφορα ευτράπελα γεγονότα, ενώ θίγεται και το θέµα της πέραν του δέοντος εµπλοκής των γονιών της κρητικής κοινωνίας εκείνης της εποχής στην επιλογή της/του συζύγου των παιδιών τους.

Απόσπασµα διαλόγου (µεταξύ Αθηνιώς και ∆οξανιάς – σελ.10-11 στην 3η έκδοση):

– Σώπα δα καλότυχη κι’ ότι κι’ εµπήκανε [οι αίγες] και πράµµα δεν εφάγανε!

– Ίντα πράµµα µωρή; Ντα δε θωρώ γω; πως εκουτσοκορφίσανε τη καλύτερη ξυλαγγουριά και φάγανε και δυο ξενικές ντοµάτες; απού να σου δώσει άδικο, εσένα και του διαβαστικού σου, µα ’γω δα δεις ίντα δα σου κάµω αναγκεµένη! Α δε βάλω µωρή αργά τον κύρη σου να σε δείρη να µη µε λένε ∆οξανιά.

2. Ευάγγελος Φωτάκης, «Κρητικές κουβέντες του Ανεζηνιού». Εκδόσεις (ιδιωτικές): Ρέθυµνο 1933 & 1948 – Αθήνα 1987.

Οι «Κρητικές κουβέντες του Ανεζηνιού», βιβλίο που -εκτός των προλογικών σηµειωµάτων  και του «αντί προλόγου» σηµειώµατος του συγγραφέα- αποτελείται αποκλειστικά από διαλόγους, γραµµένους στην «ιδιόρρυθµη και πλουσία και ρέουσα και γλυκειά κρητική διάλεκτο». Οι διάλογοι αναφέρονται στις αναµνήσεις από τη ζωή στο χωριό, του κεντρικού χαρακτήρα του βιβλίου που εµπνεύσθηκε ο Φωτάκης, της  Ανεζηνιώς (υποκοριστικό του ονόµατος Ανεζήνα – το Ανεζηνιό κατά τον συγγραφέα), νεόκοπης δηµοσιογράφου της ρεθεµνιώτικης εφηµερίδας «Τύπος». Η εφηµερίδα «Ο ΤΥΠΟΣ» ήταν υπαρκτή και την εξέδιδε ο Μάνος Β. Τσάκωνας, ο οποίος ενδεχοµένως βοήθησε στην έκδοση του βιβλίου. Στο βιβλίο αναφέρονται και επαγγέλµατα και ονοµασίες των σχετικών εργαλείων εκείνης της εποχής (στο Β’ µέρος), καθώς και διάφορες γητειές  (στο Γ’ µέρος). Ο συγγραφέας (1871 – 1951) ήταν συνταξιούχος δάσκαλος, από το χωριό Ακτούντα Αγ. Βασιλείου – Π.Ε. Ρεθύµνου. Τουλάχιστον στην έκδοση του 1987 έχουν παραληφθεί οι τελευταίες πέντε σελίδες του, σε σχέση µε την πρώτη έκδοση του 1933. Στον ιστότοπο «Πολιτιστικό Ρέθυµνο» (https://politistiko-rethymno.org ), στη θεµατική ενότητα «Λαογραφία», έχουν αναρτηθεί και διηγήµατα µε «ανταποκρίσεις» του Ανεζηνιού από τ’ Ακτούντα, τα περισσότερα από τα οποία (11 από τα 14) δεν περιλαµβάνονται στο βιβλίο αλλά είχαν δηµοσιευτεί στην εφηµερίδα «Ο ΤΥΠΟΣ», το 1933 και το 1934.

Απόσπασµα διαλόγου (µεταξύ Κατεργιάς και της µητέρας της – σελ.22-23, στην 1η έκδοση):

  Ίντα τη θες µάννα, τη φωθιά τέθοια ώρα; Μα το σταυρό µου, χούι τώχεις και ότι να κάτσω στο τελάρο, α δε µε σηκώσης θα σκαλαµπαντάρης! Εσηκώθηκα, απού την κοιµητέ ταχυνή-ταχυνή, για να παίξω µιαν πεταλέ, κι’ όντιµως, δεν είναι ρεµέδιο να µ’ αφήσης! ∆εν ήπιες µαθώς ακόµη τον καβέ σου; Ίντα τη θέλεις τέθοια ώρα τη φωθιά απού δεν είναι ώρα του τσικαλιού; Γη, σα σου χρειάζεται, γιάντα δεν την άφτεις απατή σου, να µ’ αφήσης και µένα να περάσω µιαν περαµατέ;   

– Μη γλωσσίζεις µωρή µη σε γενολοήσω!! ∆ε µε θωρείς πως παρασαίρνω τα ζούµπερα, απού ’ναι η γιαυλή γεµάτη βερβελιές.

3.  Ελένη Ν. Σηφάκη (Ναϊς), «Η τύχη του Μανωληού», Κρητικά Φύλλα, Αθήνα 1938.

Η «Τύχη του Μανωληού», θεατρικό δράµα ιστορικού περιεχοµένου, που έχει όµως και ηθογραφικό περιεχόµενο, εκδόθηκε ως τεύχος του περιοδικού «ΚΡΗΤΙΚΑ ΦΥΛΛΑ», στο πλαίσιο των δηµοσιεύσεων ανέκδοτων επεισοδίων από τις κρητικές επαναστάσεις 1889 -1896-1897. Το έργο, επηρεασµένο από την ελληνοτουρκική προσέγγιση που είχε προηγηθεί το 1930, µε την υπογραφή από τον Βενιζέλο και τον Ατατούρκ του συµφώνου φιλίας µεταξύ Ελλάδας – Τουρκίας, έχει ως κεντρικό του άξονα την αληθινή φιλία που αναπτύσσεται µεταξύ του Μανωλιού και του Κρητικού µουσουλµάνου αξιωµατικού  Χουσεΐν, όταν ο πρώτος, τον καιρό της κρητικής επανάστασης του 1896, βρίσκει τραυµατισµένο τον δεύτερο και τον περιθάλπει, σώζοντάς τη ζωή του. Οι σκηνές του έργου εκτυλίσσονται  κατά τα έτη 1896, 1922 και 1938. Ανάµεσα στους χαρακτήρες του έργου είναι και οι: Μανούσος Ρ. Κούνδουρος (ηγέτης της επανάστασης του 1896), Γιάννης Καλογερής (οπλαρχηγός Κάµπων Κυδωνίας) και Κωνσταντίνος Θ. Μάνος (ποιητής, εθελοντής στην κρητική επανάσταση του 1896, µετέπειτα µακεδονοµάχος και ∆ήµαρχος Χανίων (1900-1902). ∆εν κατάφερα να βρω βιογραφικά στοιχεία της συγγραφέως.

Απόσπασµα διαλόγου (µεταξύ Χουσεΐν και Μανωληού – σελ.22):

– Μα φυσέκια που θα βρίσκετε; Θα µπορή να σας στείλη η Ελλάδα;

– Η Ελλάδα είναι ακόµη φτωχή και δεν µπορεί. Μα µεις θα πέρνωµε και τουφέκια και φυσέκια από τση δικούς σας στρατιώτες. Να δα που πήρα κι’ εγώ σήµερο! Κι’ από ψωµί; ∆εν µας νοιάζει γιατί όντες δεν έχοµε τρώµε κι’ αγριόχορτα. Πιε δα ακόµα µια σταλιά κρασί και να πηαίνωµε.

4. Γεώργιος Κουτρουµπάκης, «∆οξανιώ η καπετανοπούλα», Εκδόσεις «Κασδόνη», Αθήνα 1939.

Η «∆οξανιώ» έχει ως θέµα την αίσια κατάληξη της επιδιωκόµενης σχέσης µεταξύ του Νικολή και της ∆οξανιώς, κόρης παλιού κρητικού οπλαρχηγού, αφού πρώτα όµως κατ’ απαίτηση του γέρο καπετάνιου και της κόρης του -που δεν είναι αποδεκτό να παντρευτεί άνδρα που δεν έχει πολεµήσει- γίνεται µακεδονοµάχος και διαπρέπει στο πεδίο της µάχης, όπου και τραυµατίζεται. Ούτε για τον συγγραφέα του βιβλίου αυτού µπόρεσα να βρω βιογραφικά στοιχεία.

Απόσπασµα διαλόγου (µεταξύ Μαρκουλή και Εκπαιδευτικού – σελ.48):

– Κάποτε πίνω κι’ απ’ αυτό! Μα όµως να γνωρίζης ότι ποσώς δεν ωφελεί κατάχρησις του οίνου!

– Εδά θα τα χαλάσωµε, αλήθεια, δάσκαλέ µου! Αν είσαι φίλος µη µου λες για το κρασάκι πράµα! Εµείς επά οι χωριανοί, κατέχεις ίντα λέµε; «Χίλια καληνωρίσµατα στην αµπελοκουτσούρα οπού τσοι κάνει τσοι φτωχούς και τα ξεχνούναι ούλα».

5. Γ. Ι. Μαράντης (Καφφετζάκης), «Το όνειρο του Σταυρούλη». Εκδόσεις «Νικ. Αλικιώτη», Αθήνα 1943.

Βασικοί χαρακτήρες του ηθογραφήµατος είναι δυο ανταγωνιστές ιδιοκτήτες πανδοχείων (χανιτζήδες) της Νεάπολης Λασιθίου, ο Σταυρούλης και ο Αριστειδάκης και ο καντηλανάφτης και βοηθός αρχικά του πρώτου και στη συνέχεια του δεύτερου Μανωλάκης, ο επονοµαζόµενος Πατερηµός. Η βασική ιστορία διαδραµατίζεται γύρω από ένα όνειρο που βλέπει στον ύπνο του ο Σταυρούλης, στο οποίο παρουσιάζεται η Παναγία µε τη µορφή µαυροφόρας γυναίκας και τον προτρέπει να ζητήσει από τον Πατερηµό -και να τον βοηθήσει αν χρειαστεί- να βρει και να «ελευθερώσει» την εικόνα της που είναι θαµµένη σε άγνωστο σηµείο του χωριού. Ο Πατερηµός δεν αγνοεί το όνειρο και προσπαθεί να βρει την εικόνα, σκάβοντας σε µια περιοχή όπου παλαιότερα υπήρχε εκκλησία της Παναγίας, την οποία κατέστρεψαν οι Τούρκοι. Φεύγει όµως από τη δούλεψη του Σταυρούλη, δυσαρεστηµένος απ’ αυτόν, επειδή πιστεύει ότι δεν τον βοηθάει αρκετά στην ανεύρεση της εικόνας. ∆ευτερεύουσες ιστορίες εκτυλίσσονται γύρω από τη βασική αυτή ιστορία, µε πρωταγωνιστές χαρακτήρες µε πρωτότυπα ονόµατα, όπως ο Κανελοµάσουρος,  το Πιπινιό και ο Κινίνος.

Απόσπασµα διαλόγου (µεταξύ Μεθυµού και Σταυρούλη – σελ. 62-63):

– Έχε το νου σου Σταυρούλη γιατί όπου – όπου έρχονται τρεις κυρατζήδες απού µούχουνε φορτωµένα αµυγδαλόψυχα για τη χώρα και ποµείνανε οπίσω γιατί το µουλάρι µου πάει πλια ογλήγορα και να τωσε δίδης ένα καλό τόπο να κουµπίσουνε τα σακκιά να µη πάνε ποντικοί τη νύχτα.

– Είναι δα λόγια να µου τα λες τουτανά; Ντα έχει µπρε εµένα το χάνι µου ποντικούς, απού ταΐζω τρεις κάτες και δεν αφήνουνε όι ποντικό, µούδε µυίγια…    

Τέλος του Α’ Μέρους


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα