Ενεργή ειναι πλέον η πλατφόρμα για την αναβίωση παλαιότερων οφειλών στην ΑΑΔΕ και οι αιτήσεις για επανένταξη στις ρυθμίσεις των 120 και 36/72 δόσεων (ν.4611/2019 και ν.4821/2021), υποβάλλεται από σήμερα έως και στις 31/07/2023.
Η αίτηση για υπαγωγή στο πρόγραμμα ρύθμισης τμηματικής καταβολής των νέων διατάξεων (άρθρα 4 έως και 13 του ν. 5036/2023) υποβάλλεται ηλεκτρονικά στη Φορολογική Διοίκηση μέχρι και την 31η Ιουλίου 2023 μέσω διαδικτυακής εφαρμογής για όλες τις περιπτώσεις που αυτό υποστηρίζεται τεχνικά.
Εξαιρετικά και σε περίπτωση που υφίσταται τεχνική αδυναμία διαδικτυακής υποστήριξης, η αίτηση υποβάλλεται στην υπηρεσία (Δ.Ο.Υ./Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ./Κ.Ε.ΦΟ.ΜΕ.Π./ΚΕ.Β.ΕΙΣ./Επιχειρησιακή Μονάδα Είσπραξης), ο Προϊστάμενος της οποίας είναι αρμόδιος για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής. Η αίτηση για ρύθμιση επέχει θέση υπεύθυνης δήλωσης του άρθρου 8 του ν. 1599/1986. Σε περίπτωση που η αίτηση υποβάλλεται από πρόσωπο διαφορετικό από εκείνο στον Α.Φ.Μ. του οποίου είναι βεβαιωμένες οι οφειλές που υπάγονται στη ρύθμιση, για τις οποίες ο αιτών έχει ευθύνη καταβολής, η υποβολή αυτής διενεργείται μόνο στην αρμόδια για την επιδίωξη της είσπραξης των οφειλών Υπηρεσία.
Η υπαγωγή του οφειλέτη στη ρύθμιση συντελείται με την καταβολή της πρώτης δόσης εντός τριών (3) εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση. Οι επόμενες δόσεις καταβάλλονται έως την τελευταία εργάσιμη ημέρα των επομένων μηνών από την ημερομηνία της αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση.
Οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή στην ρύθμιση
Για την υπαγωγή στη ρύθμιση απαιτείται κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης υπαγωγής να συντρέχουν σωρευτικά οι κάτωθι προϋποθέσεις στο πρόσωπο του αιτούντος:
α) Κατά την 1η.11.2021 να μην είχε ληξιπρόθεσμες οφειλές ή οι ληξιπρόθεσμες οφειλές του, στο σύνολό τους, να ήταν τακτοποιημένες κατά νόμιμο τρόπο με αναστολή πληρωμής ή ρύθμιση τμηματικής καταβολής οφειλών βάσει νόμου ή δικαστικής απόφασης ή προσωρινής διαταγής,
β) να έχει υποβάλει όλες τις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος των τελευταίων πέντε (5) ετών, για τις οποίες η προθεσμία υποβολής έχει λήξει μέχρι την 31η.12.2022,
γ) να μην έχει καταδικαστεί αμετάκλητα για φοροδιαφυγή ή λαθρεμπορία και
δ) αν ο αιτών έχει υπαχθεί σε ρύθμιση οφειλών κατά το άρθρο 289 του ν. 4738/2020 (Α’ 207) ή τα άρθρα 98 έως 109 του ν. 4611/2019 (Α’ 73), η ρύθμιση αυτή να βρίσκεται σε ισχύ.
Οφειλές που υπάγονται στη ρύθμιση
Στη ρύθμιση υπάγεται:
Ι. Υποχρεωτικά: το σύνολο των οφειλών που έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμες μετά την 1η.11.2021 και έως και την 1η.2.2023 οι οποίες μέχρι την ημερομηνία της αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση έχουν καταχωρισθεί στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων των Δ.Ο.Υ./Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ./ Κ.Ε.ΦΟ.ΜΕ.Π./ΚΕ.Β.ΕΙΣ. σύμφωνα με τον Κ.Φ.Δ. και τον Κ.Ε.Δ.Ε. και δεν έχουν τακτοποιηθεί κατά νόμιμο τρόπο με αναστολή πληρωμής ή ρύθμιση τμηματικής καταβολής οφειλών βάσει νόμου ή δικαστικής απόφασης ή προσωρινής διαταγής.
ΙΙ. Προαιρετικά: μετά από επιλογή του οφειλέτη, οφειλές που έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμες μετά την 1η.11.2021 και έως και την 1η.2.2023, έχουν καταχωρισθεί, μέχρι την ημερομηνία της αίτησης υπαγωγής στην ρύθμιση, στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων των Δ.Ο.Υ./Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ./Κ.Ε.ΦΟ.ΜΕ.Π./ΚΕ.Β.ΕΙΣ. σύμφωνα με τον Κ.Φ.Δ. και τον Κ.Ε.Δ.Ε. και:
α) τελούν κατά την ημερομηνία της αίτησης υπαγωγής σε αναστολή πληρωμής ή
β) κατά την ημερομηνία της αίτησης υπαγωγής έχουν υπαχθεί σε ρύθμιση σύμφωνα με την υποπαρ. Α2 της παρ. Α του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013, της οποίας οι όροι τηρούνται, υπό την προϋπόθεση ότι οι ανεξόφλητες δόσεις αυτής προέρχονται αποκλειστικά και μόνο από οφειλές που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρ. 1 του άρθρου 4 του ν. 5036/2023. Στην περίπτωση αυτή επέρχεται απώλεια της ρύθμισης του ν. 4152/2013.
Πότε έχουμε απώλεια ρύθμισης
Η ρύθμιση απόλλυται με συνέπεια την υποχρεωτική άμεση καταβολή του υπολοίπου των οφειλών σύμφωνα με τα στοιχεία της βεβαίωσης, εάν ο οφειλέτης:
α. Δεν καταβάλλει δύο (2) συνεχόμενες μηνιαίες δόσεις της ρύθμισης ή καθυστερήσει την καταβολή των δύο (2) τελευταίων δόσεων της ρύθμισης για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των δύο (2) μηνών,
β. μετά την παρέλευση ενός (1) μηνός από την υπαγωγή σε αυτή, δεν έχει εξοφλήσει ή δεν έχει υπαγάγει σε πάγια ρύθμιση σύμφωνα με την υποπαρ. Α2 της παρ. Α του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 ή δεν έχει τακτοποιήσει με άλλο νόμιμο τρόπο το σύνολο των λοιπών ληξιπρόθεσμων οφειλών του που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των άρθρων 4 έως 13 του ν. 5036/2023 και δεν τελούν σε καθεστώς αναστολής πληρωμής.
Ειδικά αν οι οφειλές της ως άνω περ. β , ήταν κατά την 1η.11.2021 ενταγμένες σε ρύθμιση τμηματικής καταβολής, η οποία απωλέσθη σε μεταγενέστερο χρόνο, ο οφειλέτης δύναται κατ’ εξαίρεση, ακόμα και αν έχει ήδη υπαγάγει τις οφειλές αυτές για δεύτερη φορά σε ρύθμιση της υποπαρ. Α2 της παρ. Α του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013, κατά την υποπερ. γ’ της περ. 1 της ίδιας υποπαραγράφου, να τις υπαγάγει εκ νέου σε ρύθμιση, σύμφωνα με την υποπερ. γ’ της περ. 1 της υποπαρ. Α2 της παρ. Α του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013.
Το πλήθος των δόσεων και το ελάχιστο ποσό μηνιαίας δόσης
Οι οφειλές που υπάγονται στη ρύθμιση δύνανται να ρυθμίζονται, κατόπιν αίτησης του οφειλέτη, σε έως και εβδομήντα δύο (72) μηνιαίες δόσεις με την επιφύλαξη του ελάχιστου ποσού μηνιαίας δόσης το οποίο ορίζεται σε τριάντα (30) ευρώ.
Τόκος κατά τη διάρκεια της ρύθμισης – Επιβάρυνση στην καθυστέρηση καταβολής δόσης – Πρόωρη εξόφληση ρύθμισης
Η υπαχθείσα στη ρύθμιση βασική οφειλή επιβαρύνεται από την ημερομηνία υπαγωγής, αντί των κατά Κ.Ε.Δ.Ε. και κατά Κ.Φ.Δ. τόκων εκπρόθεσμης καταβολής, με τόκο ως εξής:
α) Για οφειλές που ρυθμίζονται σε έως τριάντα έξι (36) μηνιαίες δόσεις, ο τόκος υπολογίζεται με βάση το τελευταίο δημοσιευμένο μέσο ετήσιο επιτόκιο δανείων σε ευρώ χωρίς καθορισμένη διάρκεια αλληλόχρεων λογαριασμών που χορηγούνται από όλα τα πιστωτικά ιδρύματα στην Ελλάδα σε μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις, όπως αυτό δημοσιεύεται από την Τράπεζα της Ελλάδος, πλέον είκοσι πέντε εκατοστών της εκατοστιαίας μονάδας (0,25%), ετησίως υπολογιζόμενο. Το επιτόκιο παραμένει σταθερό καθ’ όλη τη διάρκεια της ρύθμισης.
β) Για οφειλές που ρυθμίζονται σε περισσότερες από τριάντα έξι (36) και έως εβδομήντα δύο (72) μηνιαίες δόσεις, το επιτόκιο της περ. α’, με βάση το οποίο υπολογίζεται ο τόκος, προσαυξάνεται κατά μιάμιση εκατοστιαία μονάδα (1,5%). Ο τόκος του πρώτου εδαφίου υπολογίζεται ετησίως και παραμένει σταθερός καθ’ όλη τη διάρκεια της ρύθμισης.
Καθυστέρηση καταβολής δόσης
Η καθυστέρηση καταβολής δόσης συνεπάγεται την επιβάρυνση αυτής με μηνιαία προσαύξηση που ανέρχεται σε δεκαπέντε τοις εκατό (15 %).
Πρόωρη εξόφληση
Σε περίπτωση πρόωρης εξόφλησης του συνόλου του υπολοίπου ρυθμισμένης οφειλής με οποιονδήποτε τρόπο, ήτοι με εφάπαξ καταβολή από τον οφειλέτη ή μέσω διοικητικών ή αναγκαστικών μέτρων είσπραξης, όπως το αποδεικτικό ενημερότητας και η κατάσχεση, ή διενέργειας συμψηφισμού κατά τις διατάξεις του άρθρου 75 του Κ.Ε.Δ.Ε., ο οφειλέτης επιβαρύνεται με τον τόκο που αναλογεί στον πραγματικό αριθμό δόσεων που τελικά διαμορφώνεται κατά την ημερομηνία εξόφλησης της ρύθμισης. Σε περίπτωση που η ρύθμιση εξοφλείται πρόωρα εκουσίως από τον οφειλέτη με εφάπαξ καταβολή και για να μην υπολογιστεί πλεονάζων του αριθμού των δόσεων τόκος με βάση τον αρχικό αριθμό δόσεων της ρύθμισης, ο φορολογούμενος υποβάλλει αίτηση για πρόωρη εξόφληση της ρύθμισης στην υπηρεσία που είναι αρμόδια για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής, χωρίς να απαιτείται ιδιαίτερο αίτημα για τον επαναϋπολογισμό του τόκου της ρύθμισης.
Σε περίπτωση που έχει καταβληθεί τόκος πλέον του αριθμού δόσεων που τελικά διαμορφώνεται κατά την ημερομηνία εξόφλησης της ρύθμισης, αυτός επιστρέφεται στον οφειλέτη κατόπιν αίτησής του στην αρμόδια για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής υπηρεσία, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην κείμενη νομοθεσία.
Ευεργετήματα από την υπαγωγή στη ρύθμιση
Σύμφωνα με την ΕΡΤ, η υπαγωγή και συμμόρφωση στη ρύθμιση παρέχει στον οφειλέτη τα ακόλουθα ευεργετήματα:
α) Χορηγείται αποδεικτικό ενημερότητας, σύμφωνα με το άρθρο 12 του Κ.Φ.Δ.,
β) αναβάλλεται η εκτέλεση της ποινής που επιβλήθηκε κατά το άρθρο 25 του ν. 1882/1990 ή, εφόσον άρχισε η εκτέλεσή της, διακόπτεται. Κατά το χρονικό διάστημα ισχύος της ρύθμισης αναστέλλεται η παραγραφή του ποινικού αδικήματος, κατά παρέκκλιση των χρονικών περιορισμών του άρθρου 113 του Ποινικού Κώδικα και
γ) αναστέλλονται η λήψη αναγκαστικών μέτρων και η συνέχιση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης επί απαιτήσεων, κινητών και ακινήτων. Κατά το χρονικό διάστημα ισχύος της ρύθμισης, οι κατασχέσεις που έχουν επιβληθεί εις χείρας τρίτων σε βάρος του οφειλέτη δεν καταλαμβάνουν μελλοντικές απαιτήσεις του οφειλέτη έναντι του τρίτου, υπό την προϋπόθεση ότι η κατάσχεση αφορά αποκλειστικά σε χρέη που έχουν ρυθμιστεί κατά τις διατάξεις των άρθρων 4 έως 13 του ν. 5036/2023 και γνωστοποιείται στον τρίτο. Ποσά απαιτήσεων που γεν-νώνται μετά την ως άνω γνωστοποίηση, αποδεσμεύονται και αποδίδονται κατά νόμο, ενώ ποσά απαιτήσεων που γεννήθηκαν πριν από αυτή αποδίδονται στο Δημόσιο. Για την αποδέσμευση κατασχεμένων μελλοντικών απαιτήσεων, σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο, εφαρμόζεται η διαδικασία του άρθρου 9. Σε περίπτωση απώλειας της ρύθμισης, οι ανωτέρω κατασχέσεις αναπτύσσουν πλήρως τις έννομες συνέπειές τους αναφορικά με τις μελλοντικές απαιτήσεις, από τη γνωστοποίηση της ανατροπής στον τρίτο. Τυχόν αποκτηθέντα δικαιώματα ή αξιώσεις τρίτων δεν αντιτάσσονται έναντι του κατασχόντος Δημοσίου. Στις περιπτώσεις των ανωτέρω εδαφίων, ποσά που έχουν αποδοθεί στο Δημόσιο δεν επιστρέφονται.
Αποδέσμευση κατασχεμένων στα χέρια τρίτου μελλοντικών απαιτήσεων του οφειλέτη
Για την αποδέσμευση των κατασχεμένων στα χέρια τρίτου μελλοντικών απαιτήσεων του οφειλέτη σύμφωνα με την περ. γ’ του άρθρου 8 του ν. 5036/2023, αυτός εισέρχεται με τη χρήση των προσωπικών του κωδικών taxisnet, σε ειδική εφαρμογή στο δικτυακό τόπο www.aade.gr και εκτυπώνει βεβαίωση αποδέσμευσης την οποία γνωστοποιεί στον τρίτο εντός μηνός από την έκδοση της, με κάθε πρόσφορο μέσο.
Η βεβαίωση αποδέσμευσης αναφέρει τη συγκεκριμένη αναγκαστική κατάσχεση («Ταυτότητα Οφειλής Κατασχετηρίου (Τ.Ο.Κ.)») προς αποδέσμευση των μελλοντικών απαιτήσεων του οφειλέτη έναντι του τρίτου. Δεν αποδεσμεύονται κατασχέσεις οι οποίες δεν έχουν επιβληθεί αποκλειστικά για χρέη που έχουν ρυθμιστεί με τις διατάξεις των άρθρων 4 έως 13 του ν. 5036/2023 και περιλαμβάνουν και άλλα χρέη που δεν ρυθμίζονται με τις διατάξεις αυτές. Σε περίπτωση απώλειας της ρύθμισης και εφόσον υφίσταται παράλληλη αρμοδιότητα κατά το άρθρο 3 της παρούσας, το αρμόδιο για την παρακολούθηση τήρησης αυτής όργανο του ιδίου άρθρου ενημερώνει άμεσα με κάθε πρόσφορο μέσο τα αρμόδια όργανα για την επιδίωξη είσπραξης της οφειλής και για την ανατροπή της αποδέσμευσης, προκειμένου να συνεχιστεί η διαδικασία της διοικητικής εκτέλεσης. Η ανατροπή της αποδέσμευσης κοινοποιείται άμεσα στον τρίτο από τον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. ή άλλης Υπηρεσίας (Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ./Κ.Ε.ΦΟ.ΜΕ.Π./ΚΕ.Β.ΕΙΣ./Επιχειρησιακή Μονάδα Είσπραξης), ο οποίος είναι αρμόδιος για την επιδίωξη είσπραξης της οφειλής και σε περίπτωση παράλληλης αρμοδιότητας, από τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας που επέβαλε την κατάσχεση. Αν ανασταλεί ή παύσει η λειτουργία του Τμήματος Δικαστικού και Νομικής Υποστήριξης της Δ.Ο.Υ. ή άλλης εκ των ανωτέρω Υπηρεσίας, η κοινοποίηση του προηγουμένου εδαφίου γίνεται από τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας στην οποία περιήλθε η αρμοδιότητα του Δικαστικού της Δ.Ο.Υ. ή άλλης εκ των ανωτέρω Υπηρεσίας, των οποίων ανεστάλη ή έπαυσε η λειτουργία, σύμφωνα με τις οικείες αποφάσεις.
Σε περίπτωση που η ανωτέρω διαδικασία δεν υποστηρίζεται ηλεκτρονικά για τεχνικούς λόγους ή λόγους ανωτέρας βίας, η βεβαίωση αποδέσμευσης δύναται να χορηγείται από τον αρμόδιο για την επιδίωξη είσπραξης της οφειλής Προϊστάμενο Υπηρεσίας και, σε περίπτωση παράλληλης αρμοδιότητας, από τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας που επέβαλε την κατάσχεση, μετά την υποβολή σχετικής αίτησης του οφειλέτη.
Δικαιώματα Δημοσίου
Το Δημόσιο διατηρεί το δικαίωμα και μετά τη συμμόρφωση του οφειλέτη στη ρύθμιση τμηματικής καταβολής που του χορηγήθηκε:
α) Να εγγράφει υποθήκες σε περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη, των συνυπόχρεων προσώπων ή των εγγυητών, εφόσον η οφειλή δεν είναι ασφαλισμένη,
β) να μην χορηγεί στον οφειλέτη αποδεικτικό ενημερότητας για μεταβίβαση ακινήτου ή σύσταση εμπραγμάτου δικαιώματος επ’ αυτού, ακόμη και αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις χορήγησής του, εφόσον η οφειλή δεν είναι διασφαλισμένη, σύμφωνα με το άρθρο 12 του Κ.Φ.Δ.,
γ) να προβαίνει σε συμψηφισμό των χρηματικών απαιτήσεων του οφειλέτη κατά του Δημοσίου και μέχρι του ύψους των οφειλών του κατά το άρθρο 75 του Κ.Ε.Δ.Ε.
Παραγραφή των οφειλών
Η παραγραφή των οφειλών για τις οποίες υποβάλλεται αίτηση υπαγωγής στη ρύθμιση αναστέλλεται καθ’ όλη τη διάρκεια ισχύος της ρύθμισης και δεν συμπληρώνεται πριν παρέλθει ένα (1) έτος από τη λήξη αυτής.