Πέμπτη, 21 Νοεμβρίου, 2024

Η ανταγωνιστικότητα και η ευημερία των χωρών

Η προσπάθεια αξιολόγησης διαφόρων χωρών σχετικά με τις οικονομικές, κοινωνικές και άλλες επιδόσεις τους έχει ωθήσει τις τελευταίες δεκαετίες τους διεθνείς οργανισμούς να προσπαθήσουν να επινοήσουν ορισμένους σύνθετους δείκτες οι οποίοι θα αποτυπώνουν ποσοτικά τις επιδόσεις των χωρών. Δύο τέτοιοι δείκτες οι οποίοι παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον σήμερα για τη διαμόρφωση πολιτικών σε εθνικό αλλά και σε διεθνές επίπεδο είναι:
Α) Ο δείκτης ανταγωνιστικότητας μιάς χώρας και
Β) Ο δείκτης ανθρώπινης ανάπτυξης της.
Ο δείκτης ανταγωνιστικότητας μιας χώρας, αμφιλεγόμενος για πολλούς, προσπαθεί να αποτυπώσει το βαθμό ανταγωνιστικότητάς της. Oμως η έννοια της ανταγωνιστικότητας μιας χώρας δεν είναι σαφής όπως είναι η ανταγωνιστικότητα μιας επιχείρησης καθώς η λειτουργία της είναι διαφορετική από τη λειτουργία της επιχείρησης. Τις τελευταίες δεκαετίες έγιναν προσπάθειες από το παγκόσμιο οικονομικό φόρουμ (World economic forum) να μετρηθεί ο δείκτης ανταγωνιστικότητας (competitiveness index) διαφόρων χωρών με τη συνεκτίμηση διαφόρων (υποκειμενικών και αντικειμενικών) χαρακτηριστικών τους τα οποία περιλαμβάνουν:

1. Το θεσμικό περιβάλλον
2. Τις υποδομές
3. Την υγεία και την πρωτοβάθμια εκπαίδευση
4. Την ανώτατη εκπαίδευση και κατάρτιση
5. Την αποτελεσματικότητα της αγοράς αγαθών
6. Την αποτελεσματικότητα της αγοράς εργασίας
7. Την ανάπτυξη της χρηματοοικονομικής αγοράς
8. Την τεχνολογική εξειδίκευση
9. Το μέγεθος της αγοράς
10. Την εξειδίκευση του βιομηχανικού τομέα και την ποιότητα των επιχειρηματικών δικτύων
11. Την καινοτομία.

Η συνεκτίμηση των προαναφερθέντων κριτηρίων και χαρακτηριστικών δίδει έναν τελικό δείκτη, ο οποίος αντικατοπτρίζει την ανταγωνιστικότητα μιας χώρας και αποτελεί τη βάση σύγκρισης των διαφόρων χωρών.
Σε ένα άλλο πεδίο εκείνο της ανθρώπινης ανάπτυξης και της ευημερίας αναπτύχθηκε από τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών τις τελευταίες δύο δεκαετίες μία νέα μεθοδολογία για τον υπολογισμό της ευημερίας μίας χώρας καθώς έγινε πλέον κοινά αποδεκτό ότι το κατά κεφαλή εισόδημά της ( που αποτελεί έναν οικονομικό δείκτη), μόνο του δεν αντικατοπτρίζει το πραγματικό επίπεδο της ευημερίας της. Ο υπολογισμός λοιπόν του δείκτη ανθρώπινης ανάπτυξης (human development index) μιας χώρας ο οποίος εκφράζει σε ικανοποιητικό βαθμό την ευημερία της γίνεται με τη συνεκτίμηση μιας σειράς ποσοτικών χαρακτηριστικών της τα οποία περιλαμβάνουν.

1. Το προσδόκιμο επιβίωσης και καλής υγείας των κατοίκων της.
2. Το επίπεδο μόρφωσης του πληθυσμού.
3. Το οικονομικό εισόδημα και τη δυνατότητα εξασφάλισης μιας αξιοπρεπούς διαβίωσης των πολιτών.

Ανάλογα με το δείκτη ανθρώπινης ανάπτυξης οι διάφορες χώρες κατατάσσονται σε εκείνες με υψηλό δείκτη ανθρώπινης ανάπτυξης (υψηλή ευημερία), με μεσαίο και με χαμηλό δείκτη. Οι δύο δείκτες που αναφέρθησαν βασίζονται σε πολυκριτηριακή θεώρηση διαφόρων χαρακτηριστικών τους. Στο σημερινό περίπλοκο και σύνθετο κόσμο θα ανέμενε κανείς ότι χώρες με υψηλό δείκτη ανταγωνιστικότητας θα μπορούν να ευημερούν έχοντας υψηλό δείκτη ανθρώπινης ανάπτυξης. Και βεβαίως σε γενικές γραμμές αυτό ισχύει σήμερα όπως φαίνεται από τα δεδομένα που παρουσιάζονται στη συνέχεια και πολύ πιθανόν θα ισχύει και στο μέλλον καθώς η διαδικασία της παγκοσμιοποίησης θα συνεχίζεται. Φαίνεται ότι οι χώρες με υψηλό δείκτη ανταγωνιστικότητας έχουν αναπτύξει κατάλληλους θεσμούς καθώς και εκείνες τις πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές δομές οι οποίες τους επιτρέπουν να ευημερούν έχοντας υψηλό δείκτη ανθρώπινης ανάπτυξης. Λαμβάνοντας υπόψη τα υπάρχοντα στοιχεία οι διάφορες χώρες κατηγοριοποιήθησαν ανάλογα με το δείκτη ανταγωνιστικότητας και το δείκτη ανθρώπινης ανάπτυξής τους. Ετσι στον πίνακα 1 παρουσιάζεται η κατάταξη των πρώτων είκοσι πέντε πρώτων χωρών σύμφωνα με το δείκτη ανταγωνιστικότητάς τους για τα έτη 2013-2014 καθώς και η κατάταξη των ίδιων χωρών ανάλογα με το δείκτη ανθρώπινης ανάπτυξής τους για το έτος 2014.

Από τα στοιχεία του παρατιθέμενου πίνακα 1 προκύπτουν:
1. Από τις είκοσι πέντε πρώτες χώρες με υψηλό δείκτη ανταγωνιστικότητας οι δώδεκα βρίσκονται στην Ευρώπη. Από την Ασία περιλαμβάνονται η Ιαπωνία, οι 4 ασιατικές τίγρεις (Σιγκαπούρη, Χονγκ-Κονγκ, Κορέα, Ταϊβάν) και η Μαλαισία. Περιλαμβάνονται σαν δυτικές χώρες επίσης οι Η.Π.Α., ο Καναδάς, η Αυστραλία και η Νέα Ζηλανδία. Από τις αραβικές χώρες περιλαμβάνονται το Κατάρ, η Σαουδική Αραβία και τα Ην. Αραβικά Εμιράτα. Δεν πρέπει να λησμονιέται ότι η Ε.Ε. είχε θέσει στόχο το 2000 στη σύνοδο της Λισσαβώνας να μετατραπεί στην πιο ανταγωνιστική οικονομία γνώσης του πλανήτη μέχρι το έτος 2010 κάτι όμως που σε σημαντικό βαθμό δεν επετεύχθη.
2. Η διαφορά των 25 προαναφερθεισών χωρών όσον αφορά την κατάταξή τους με τους δύο δείκτες που ελήφθησαν υπόψη κυμαίνεται μεταξύ 0 και 21 μονάδων με μόνη εξαίρεση τη Μαλαισία στην οποία η διαφορά των δύο δεικτών είναι μεγαλύτερη και ανέρχεται σε 38 μονάδες. Αυτό υποδεικνύει ότι χώρες με υψηλό δείκτη ανταγωνιστικότητας δημιουργούν τις απαραίτητες προϋποθέσεις για ευημερία επιτυγχάνοντας υψηλό δείκτη ανθρώπινης ανάπτυξης.
3. Η χώρα μας καταλαμβάνει την 29η θέση ως προς το δείκτη ανθρώπινης ανάπτυξης (2014) και την 91η θέση ως προς το δείκτη ανταγωνιστικότητας (2013-2014), η οποία βελτιώθηκε στην 81η θέση σύμφωνα με τα πρόσφατα δεδομένα του 2014-2015. Η διαφορά όμως των δύο δεικτών για την Ελλάδα είναι πολύ μεγάλη και ανέρχεται σε 62 μονάδες (ή σε 52 μονάδες λαμβάνοντας υπ όψη τα τελευταία στοιχεία του δείκτη ανταγωνιστικότητας για το 2014-2015). Η διαφορά αυτή είναι πολύ μεγαλύτερη από τις αντίστοιχες διαφορές των άλλων χωρών του πίνακα 1 και είναι πολύ αμφίβολο εάν είναι βραχυπρόθεσμα ή μεσοπρόθεσμα διατηρήσιμη.
4. Αξιολογώντας τις διαφορές των δύο δεικτών του πίνακα 1 μπορεί να θεωρηθεί ότι η μεγάλη διαφορά των δύο δεικτών για τη χώρα μας δεν είναι διατηρήσιμη και θα πρέπει να μειωθεί καθώς δύσκολα πλέον θα μπορούμε να διατηρούμε ένα υψηλό επίπεδο ευημερίας έχοντας χαμηλή σχετικά ανταγωνιστικότητα. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί είτε με τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας ή με μείωση της ευημερίας που δεν είναι πλέον επιθυμητή και ίσως μη αποδεκτή κοινωνικά και πολιτικά. Στο σχήμα 1 παρουσιάζεται η μεταβολή του δείκτη ανταγωνιστικότητας της χώρας μας τη περίοδο 2001-2014 όπου φαίνεται ότι η διολίσθηση της ανταγωνιστικότητας σε χαμηλότερα επίπεδα συνέβη μετά τη μεγάλη παγκόσμια οικονομική κρίση του 2007-2008. Ομως η επιστροφή της χώρας μας στις  ικανοποιητικές θέσεις που κατείχε τη περίοδο 2001-2005 ως προς το δείκτη ανταγωνιστικότητας (θέσεις 35-40) μάλλον είναι μονόδρομος και θα πρέπει να επιδιωχθεί με κατάλληλες πολιτικές. Στην περίπτωση αυτή η διαφορά μεταξύ των δύο δεικτών θα είναι μικρή και η επίτευξη στο μέλλον ενός ικανοποιητικού επιπέδου ευημερίας στην Ελλάδα θα είναι εφικτή.

• Ο κ. Γιάννης Βουρδουμπάς διδάσκει στο Τ.Ε.Ι. Κρήτης
και είναι επιστημονικός συνεργάτης του Μ.Α.Ι.Χ.


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα