Μέσα από την αγάπη της στη φύση, το δέσιµο µε την ιστορία της οικογένειας, το πείσµα της να µην παρασυρθεί από τις Σειρήνες της εποχής που αδρανοποιούν τους νέους και τα συναισθήµατα, πολύ νωρίς ηλικιακά ξεκίνησε ένα ταξίδι επιστροφής στην Κρήτη το οποίο, δυνάµωσε τη θέληση της να υπάρχει ελεύθερη και να αναπνέει τον αέρα του τόπου µε όλες τις µυρωδιές της µάνας γης.
Ηλιάνα Μαλιχίν το όνοµα της, η οποία βηµατίζοντας στα χρόνια της 2ης δεκαετίας της ζωής της βίωσε το 2022 το πόσο σκληρό είναι, να γκρεµίζονται όλα γύρω σου και εσύ να πρέπει να ξαναγεννηθείς από τις στάχτες σου. «Ο καθένας µπορεί να αναγεννηθεί από τις στάχτες, αρκεί να έχει πίστη και θέληση. Ίσως στην δική µου περίπτωση να έχει µια πιο ρεαλιστική χροιά λόγω της καταστροφικής πυρκαγιάς που βιώσαµε τον Ιούλιο του 2022. Καήκαµε, στο Ρέθυµνο στις Μέλαµπες, πενθήσαµε και ξανά ανθίσαµε µέσα από τις στάχτες, όπως ακριβώς µας έδειξε η φύση ότι θα έπρεπε να κάνουµε», λέει η Ηλιάνα στα ”Χ.Ν.” η οποία oινοποιός σήµερα, συνεργατική και συνδεδεµένη µε το ορεινό Ρέθυµνο εκεί στα χωριά της παλιά Επαρχίας Αγίου Βασιλείου αλλά και µε τους ανθρώπους του µόχθου και της γης, επιµένει πως η απόφαση της να φύγει από την Αθήνα και να µετακοµίσει στην Κρήτη, ήταν η σωστή.
«Παρότι γεννήθηκα και µεγάλωσα στην Αθήνα, ένιωθα από πολύ µικρή την ανάγκη να εγκατασταθώ στο νησί της µητέρας µου, την Κρήτη. Να δουλέψω τη γη που µου άφησε ο παππούς µου και που µε έµαθε τόσο να την αγαπώ και να την σέβοµαι. Οπότε δεν θεωρώ σε καµία περίπτωση ότι µε είχε κατακλύσει η τεχνολογία, ούτε ζω την ηλεκτρονική εποχή. Είχα επιλέξει από πολύ νέα ότι µου ταιριάζει η “παλαιϊκή” εποχή, αν µπορούµε να το πούµε έτσι. Κοντά στη γη, στο αµπέλι, την ελιά. Ήθελα να µείνω στο χωριό µου, στη Λαµπινή και το έκανα. Η τεχνολογία φυσικά µας βοηθάει, αλλά στέκεται δίπλα µας, δεν µας κατακλύζει» λέει η Ηλιάνα εξηγώντας µας ότι: «Οι αµπελώνες είναι το σπίτι µου. Εκεί νιώθω ελεύθερη, νιώθω µια βαθιά και χωρίς όρια αγάπη. Αυτό το ένιωθα από πολύ µικρή, παρότι υποτίθεται ήµουν παιδί της πόλης. Περίµενα όλο το χρόνο, το καλοκαίρι, το Πάσχα, τις γιορτές να πάω στο χωριό µου».
Τελικά οι ρίζες πόση σηµασία µπορεί να έχουν για τη ζωή, την πορεία ενός ανθρώπου… «Αυτό εξαρτάται από τον άνθρωπο. Για εµένα οι ρίζες µου, έπαιξαν καίριο ρόλο στην µέχρι τώρα πορεία µου. ∆εν µπορώ να ξεφύγω από αυτές». Μέχρι που η πρώτη δική της σταγόνα κρασί στη γεύση, τα µάτια και τις αισθήσεις όλες, ήρθαν ως µία πραγµατικότητα… «Το κρασί το αγάπησα λίγο µεγαλύτερη, όταν ξεκίνησα να παρατηρώ τους µεγάλους να το σχολιάζουν και κάθε χρόνο να τους βγαίνει διαφορετικό όπως έλεγαν. Ξεκίνησα να αναρωτιέµαι, γιατί; Έτσι αποφάσισα να σπουδάσω γεωπόνος και έπειτα να κάνω µεταπτυχιακό στην Οινολογία».
Το επόµενο βήµα µετά τις σπουδές, ήταν το µεγάλο ταξίδι της µεγάλης απόφασης. Και δικαιώθηκε διότι σε λίγο χρόνο γνώρισε την αποδοχή, ξεκίνησε τη συνεργασία µε ανθρώπους της παραγωγής και της επαρχίας. «Τους ανθρώπους που καταπιάνονται µε την γη τους θαυµάζω και τους σέβοµαι. Θέλω να πληρώνω την δουλειά τους όπως τους αξίζει. Η σχέση µου µε τους παραγωγούς µου, µε την οµάδα µου, θεωρώ ότι είναι πολύ καλή. Ειλικρινής, µε εµπιστοσύνη, σχέση µε ενσυναίσθηση. Φυσικά και υπάρχουν και δυσκολίες αλλά το πρόσηµο στο τέλος της ηµέρας είναι θετικό. Νιώθω πολύ τυχερή που τους έχω στη ζωή µου, σαν να είναι δεύτερη οικογένεια. Ο κάθε άνθρωπος κουβαλάει την δική του ιστορία και προβληµατισµό για αυτό και ο καθένας θέλει διαφορετική αντιµετώπιση».
Με πολύ κόπο και πολλές ώρες εργασίας και σπουδής για το παραγόµενο προϊόν, ήρθε η αναγνώριση: «Είµαι ευγνώµων για την αποδοχή του κόσµου ως προς την προσπάθεια µου. Το µόνο που θα ήθελα για το µέλλον είναι να γίνω ακόµα καλύτερη και φυσικά να συνεχίζω να κερδίζω την εµπιστοσύνη του κόσµου. Εδώ µε τις δυσκολίες της ενδοχώρας. Πολλές φορές µας δυσκολεύει η µοναξιά. Όταν µένεις σε ένα χωριό 50 κατοίκων, είναι λογικό. Κατά τα άλλα δεν νιώθω ότι µου λείπει τίποτε».
Και κάποια στιγµή οι µεγάλες φωτιές στον Άγιο Βασίλειο, οι φλόγες που πλήγωναν τον τόπο… «Κάθε καταστροφή αφήνει στο πέρασµα της πόνο, θλίψη, ένα τραύµα. Πόσο µάλλον όταν οι καταστροφές είναι απανωτές. Στις Μέλαµπες οι κάτοικοι έχουν βιώσει δεκάδες πυρκαγιές από το 1964. Σε κάθε µια χάνουν και κάτι, ενώ παράλληλα µεγαλώνουν θα λέγαµε το τραύµα τους. Οι Μέλαµπες ήταν από τα πιο πλούσια χωριά του Ρεθύµνου καθώς παρήγαγε πάρα πολλούς τόνους ελαιολάδου από την σπάνια πλέον ποικιλία «χοντρολιά» και πάρα πολύ σταφύλι. Φυσικά οι καλλιέργειες σήµερα έχουν συρρικνωθεί µετά τις αλλεπάλληλες φωτιές, όπως και το εισόδηµα των κατοίκων. Για εµένα ήταν η πρώτη φωτιά που βίωσα και µπορώ να πω, ένιωσα µια τεράστια απώλεια και τόσο πόνο, γνωρίζοντας το πως µπορεί να νιώθει κανείς, έχοντας χάσει δικούς µου ανθρώπους. Παρόλα αυτά κατάφερα να το αφήσω στην άκρη, καθώς η επιµονή µου και η αγάπη µου για τον τόπο δεν θα µε άφηναν να τα παρατήσω. Τότε δώσαµε µια υπόσχεση µε την οµάδα µου, να φτιάξουµε τα πράγµατα καλύτερα από πριν. Εύχοµαι να το καταφέρουµε… Αυτή τη στιγµή µέληµα είναι να ανακάµψουµε πλήρως από την φωτιά και να φροντίσουµε να µην ξανά πάθουµε κάτι παρόµοιο. Θα ήθελα επίσης να φυτέψω περισσότερα αµπέλια. Θα ήθελα να κάνω νόστιµο κρασί που θα αγγίζει τον κόσµο».
Γεννάτε το ερώτηµα, αν µία νέα γυναίκα έχει απαιτήσεις από την πολιτεία ή νιώθει απογοητευµένη.
«Πολιτεία… Σχετικά µε την φωτιά, να κάνει τα αυτονόητα. Να αποζηµιώσει για την καταστροφή και έπειτα µε κατάλληλα σχέδια πυροπροστασίας να αποτρέψει µια επόµενη. Πέρα από αυτό, έχουµε καταλάβει πως ο πρωτογενής τοµέας δεν είναι προτεραιότητα της πολιτείας. Πώς ένας νέος θα παραµείνει στο χωριό να ασχοληθεί µε τον πρωτογενή τοµέα, όταν υπάρχουν ακόµα ταµπού ότι ο αγρότης είναι ο αγράµµατος, είναι υποδεέστερος. Και γιατί ένας νέος να ασχοληθεί όταν δεν υπάρχει ουσιαστική βοήθεια και προστασία του αγρότη; Περιµένουµε από την πολιτεία να φερθεί µε σεβασµό και να µας βοηθήσει να παράξουµε, όχι να στέκεται απέναντι µας. Καλός ο τουρισµός, όµως µην ξεχνάµε ότι εµπειρία για έναν επισκέπτη που έρχεται στην Κρήτη, είναι να γευτεί µια νόστιµη τοµάτα, ένα νόστιµο τυρί. Ποιος θα τα παράγει τα επόµενα χρόνια;».
Το κρασί της που κουβεντιάστηκε πολύ, ήταν το “Ρίζες 2” όταν ήταν µόλις 25 ετών… «Ήταν ένα κρασί που πάντρευε δύο νησιά και δύο ποικιλίες. Κρήτη µε Σαντορίνη, το Βιδιανό µε το Ασύρτικο. ∆εν το παράγουµε πλέον. ∆ουλεύουµε µόνο µε τοπικές ποικιλίες, οι οποίες είναι το Βιδιανό, το Θραψαθήρι, το Λιάτικο. Υπάρχουν όµως πολλές ακόµα που δεν έχουµε οινοποιήσει ξεχωριστά. ∆ουλεύουµε µε τα χωριά Μέλαµπες, Φουρφουράς, Μέρωνας, Πετροχώρι, Μοναστηράκι, Κισσό κ.α όλα σε µεγάλο υψόµετρο από τα 650µ έως 900µ».
Είναι ο ορίζοντας που πάντα έχει στα µάτια της η Ηλιάνα Μαλιχίν. Ένας ορίζοντας στο όνειρο όταν ήταν στην Αθήνα, ο ορίζοντας στις Μέλαµπες σήµερα. «Θα ήθελα να δω το βουνό των Μελάµπων πράσινο, να καλλιεργείται από άκρη σε άκρη, όπως παλιά. Αυτό είναι το όνειρο µου και ο στόχος µου. Οι Μέλαµπες είναι ένας αµπελουργικός παράδεισος». Σε αυτό τον παράδεισο έχει την πίστη της η Ηλιάνα… Στην Υγειά της.