» Η Ρεβέκκα Χάµιλτον πήρε απόφαση ζωής να φτιάξει την οικογένειά της στον Αζωγυρέ και ξεχωρίζει µε τις δηµιουργίες της
Ρεβέκκα Χάµιλτον Κουκουτσάκη. Βραβεύτηκε για ένα πλεκτό, πορτρέτο του Κάρολου. Ταξίδεψε από το Μάντσεστερ στον Αζωγυρέ, όπου πλέον ως Χανιώτισσα, νιώθει εκεί την αγάπη, ενθουσιασµό, τη ζεστασιά της οικογένειας, το µεγαλείο της φύσης.
Όταν ανακοινώθηκε η στέψη του Κάρολου ως νέου Βασιλιά της Βρετανίας και καθώς άκουγε τις ειδήσεις, µέσα στο µυαλό της και σχεδόν σε µορφή οράµατος, άρχισε να βλέπει το πλεκτό να δηµιουργείτaι.
Έτσι ξεκίνησαν όλα, οργάνωσε την καλλιτεχνική διαδροµή για την επίτευξη του έργου που είχε σκεφτεί και τελικά βραβεύτηκε για το αποτέλεσµα.
Η Ρεβέκκα Χάµιλτον Κουκουτσάκη, κάτοικος Αζωγυρέ Παλαιόχωρας Σελίνου, µιλάει στα ‘‘Χανιώτικα νέα’’ για τη βράβευσή της, τη ζωή της στο χωριό, στα Χανιά και πλέκει τις σκέψεις της για να µεταφέρει το µήνυµα: «Θα ήθελα πιο πολύ κόσµος να ασχοληθεί µε την τέχνη, την οικογένεια, να µην έχουν άγχος στη ζωή τους, να είναι όλοι πιο ευτυχισµένοι. Η ευτυχία δεν είναι πολυτέλεια. Είναι δικαίωµα και µόνο όταν κόψουµε ταχύτητα, γίνουµε λιγότερο απαιτητικοί, κατανοούµε τις ανάγκες των άλλων, τότε µόνο µπορούµε να βρούµε την ευτυχία. ∆εν είναι όλα ρόδινα… οι δύσκολες και πικρές στιγµές στη ζωή κάνουν τις καλές στιγµές ακόµα καλύτερες, πιο γλυκιές».
Έλαβε το 3ο Βραβείο για το 2024 ART Collectors Choice Awards και όπως εξιστορεί: «Άρχισα να το σχεδιάζω, έπρεπε να βρω τρόπο να το φτιάξω χωρίς καµία βοήθεια ηλεκτρονική, βρήκα τη φωτογραφία που είχα οραµατιστεί και ξεκίνησα να την αποκωδικοποιώ σε κατηγορίες χρωµάτων. ∆ηµιούργησα σε χαρτί ολόκληρο κωδικό νούµερων, αριθµών, όπως κάνω µε όλα τα δύσκολα έργα µου. Γλώσσα που καταλαβαίνω µόνο εγώ. Σχεδόν κάθε βελονιά είχε άλλο χρώµα, µε αποτέλεσµα να έχω δεκάδες µέτρα από κωδικοποιηµένο χαρτί. Αγόρασα τις κλωστές, ξεκίνησα µε την ελπίδα να το έχω έτοιµο µέχρι τη στέψη, αλλά δυστυχώς µου πήρε πάρα πολλούς µήνες διότι στη ζωή µου προτεραιότητα έχει η οικογένεια κι οι καθηµερινές µας υποχρεώσεις που είναι πολλές».
Το αποτέλεσµα τη δικαίωσε, βραβεύτηκε και όλα έδεσαν σύµφωνα µε τη µοίρα που την οδήγησε στα Χανιά στο χωριό Αζωγυρές. «Στην Κρήτη έµενε ο παππούς µου, πολλά χρόνια φιλοξενούµενος από την οικογένεια του συζύγου µου Ευτύχη, η οποία ήταν η δεύτερή του οικογένεια. Κάτι που εγώ δεν καταλάβαινα, γιατί έφευγε και ερχόταν σε αυτό το άγνωστο χωριό τον Αζωγυρέ… στο πουθενά. Το 2018 ήρθα να βοηθήσω τον παππού για µετακόµιση πίσω στην Αγγλία. Η γιαγιά έφυγε από τη ζωή, τη σκέπασε η γη του Αζωγυρέ, ο παππούς έπρεπε να γυρίσει Αγγλία διότι η οικογένειά µας τον ήθελε κοντά της. Έτσι ήρθα να τον βοηθήσω, αλλά ο τόπος, η πρασινάδα, το ποτάµι, οι ζεστοί άνθρωποι που ζούσαν όλοι µαζί, µε µάγεψαν. Μετά την πρώτη εβδοµάδα αποφάσισα να µην ξαναφύγω ποτέ… τότε κατάλαβα τον παππού µου».
Η ΖΩΗ ΣΤΗΝ ΑΓΓΛΙΑ
ΚΑΙ ΣΤΟ ΣΕΛΙΝΟ
Η Ρεβέκκα Χάµιλτον µας µίλησε για το εκεί -Αγγλία- και το εδώ -Αζωγυρέ- λέγοντας µεταξύ άλλων πως οι γυναίκες «δεν έχουν πολλές διαφορές µιας και εδώ και εκεί, οι περισσότερες είναι µε τον τρόπο τους δυναµικές, ανεξάρτητες. Απλά έχουν άλλο τρόπο ζωής στην Αγγλία, άλλο τρόπο διασκέδασης. Εδώ έχω τη δυνατότητα να καλλιεργήσω, να µαγειρεύω δικά µας φαγητά, να παίρνω τα παραδοσιακά φαγητά να προσθέτω τα δικά µου υλικά, να τα παντρεύω για να είναι πιο νόστιµα αλλά και πιο υγιεινά από ότι θα ήταν κανονικά. Υπάρχουν διαφορές πολλές όπως για παράδειγµα, στον Αζωγυρέ έχει σχεδόν πάντα ήλιο, στο Μάντσεστερ έχουµε πολλά όµορφα πράγµατα, αλλά ο ήλιος είναι σπάνιος κι έχει πολύ σκότο. Εδώ στο ποτάµι, ακούγοντας τους καταρράκτες, τα πουλιά, έχω έµπνευση και ζωγραφίζω πιο εύκολα. Είµαι τυχερή, διότι έχω δύο πατρίδες, την οικογένεια µου εδώ, την οικογένεια µου στην Αγγλία».
Μας ανέφερε όµως ότι νιώθει άβολα και αρνητικά λόγω της ατελείωτης γραφειοκρατίας που υπάρχει στην Ελλάδα. «Παίρνει πολλές ώρες και µέρες από τη ζωή µας, αλλά µετά έρχεται η θετικότητα που υπάρχει στα Χανιά µε τις εκδηλώσεις, τις εκθέσεις, τα πανηγύρια, τις εορτές και τις πολλές δραστηριότητες και όλα ξεχνιούνται”.
Η κα Χάµιλτον Κουκουτσάκη είναι άνθρωπος του πρωτογενή τοµέα, οι ασχολίες της µε τη φύση τη γη, τα ζωντανά, δεν την κουράζουν: «∆εν είναι τίποτα δύσκολο αν το αγαπάς. Αγαπάω, σέβοµαι τη φύση. Έµαθα εδώ… Ως οικογένεια φροντίζουµε τα ζώα, τα δέντρα, τα βότανα µας, χωρίς καθόλου χηµικά. Όλα είναι σχεδόν άγρια, διότι δέχονται πολύ λίγη βοήθεια, ζουν ήρεµα και έτσι και εµείς που τα καταναλώνουµε παίρνουµε κάτι πολύ πιο υγιεινό».
Την ίδια ώρα όµως η τέχνη, µας λέει πως είναι η ίδια ζωή. «Από το φαγητό που φτιάχνω, όλα, το καθετί στα µάτια µου, είναι έργο τέχνης. Πλεκτά, πίνακες, ρούχα που σχεδιάζω µόνη µου, µέσα από όλα αυτά ζω. Όπως και από το ατελείωτο διάβασµα για την τέχνη, τα ντοκιµαντέρ, την ιστορία τέχνης. Όλα µε βοηθάνε να δηµιουργώ ζωή. Γι’ αυτό αγαπάω τα πορτρέτα, στα οποία προσέχω και την τελευταία ρυτίδα. Θέλω ο άνθρωπος που έχω ζωγραφίσει να συνεχίζει να ζει µέσα από το έργο µου».
∆εν υπάρχει για την Ρεβέκκα µία µορφή τέχνης την οποία επιλέγει, µιας και «το να επιλέγεις µορφή τέχνης, να παραµένεις σε αυτή, νιώθω πως είναι µια καλλιτεχνική αναπηρία. ∆εν θα µπορούσα ποτέ να το κάνω αυτό, δεν συµφωνώ µε τους περιορισµούς, γι’ αυτό έχω κάνει όλα τα είδη τέχνης. Ακόµα και γλυπτική, αγιογραφία κάνω από τότε ήρθα στον Αζωγυρέ».
Θεωρεί τον εαυτό της Χανιώτισσα, αν και δεν µιλάει ακόµα καλά τη γλώσσα. Οµολογεί πως οι παραδόσεις, οι στενοί οικογενειακοί δεσµοί, η αποδοχή από όλους την έχουν κατενθουσιάσει, όµως κάτι τη στεναχωρεί: «…όπου πάω προσπαθούν να µε φροντίσουν βάζοντας φαγητό µπροστά µου κι αµέτρητα γλυκά… δεν θέλω η οικογένεια µου να τρώει τόσα γλυκά».