Μια δεύτερη σηµαντική απώλεια αυτών των ηµερών είναι ο θάνατος του συντοπίτη µας Κρητικού Γιώργου Γραµµατικάκη. Καθηγητής αστροφυσικής, συγγραφέας, ευρωβουλευτής, ένας άνθρωπος πολυσχιδής και χαρισµατικός.
Η γνωριµία µου µαζί του έγινε κάπου εκεί στη δεκαετία του 1980, όταν είχα την έµπνευση -και την τύχη- να παρακολουθήσω µια διάλεξή του. Στην οµιλία δεν πήγα για τον παρουσιαστή, τον οποίο δεν ήξερα τότε. Το θέµα το σχετικό µε το διάστηµα, ήταν αυτό που µε είχε ελκύσει. Όµως µε το που άνοιξε το στόµα του ο καθηγητής, µας συνεπήρε. ∆ος µου αυτιά Θεέ µου να τον ακούω λέγαµε όλοι και είχαµε κρεµαστεί από τα χείλη του.
Πολλά άκουσα σε κείνη την πρώτη διάλεξη. Για γαλαξίες, άστρα και για την δηµιουργία του κόσµου. Σούπερ νοβα, µαύρες τρύπες, κόκκινοι γίγαντες και άσπροι νάνοι. Θέµατα δύσκολα και εξειδικευµένα που όµως τα έκανε ν ακούγονται σαν παραµύθια. Η αίθουσα είχε µεταµορφωθεί σ έναστρο ουρανό κι εµείς ταξιδεύαµε µέσα του. Εγώ η τελείως άσχετη και ανυποψίαστη µε την αστροφυσική, άκουσα εκείνη την ηµέρα πράγµατα ανήκουστα και πρωτοποριακά. ∆εν είναι τυχαίο άλλωστε που µέχρι σήµερα κοµµάτια της δι τα θυµάµαι ακόµα-φανταστείτε την εντύπωση που µου έκαναν.
Για το φως µιλούσε, το φως των άστρων. Όταν βλέποµε ένα άστρο έλεγε να λάµπει στον ουρανό, δεν είναι η τωρινή του εικόνα. Το φως για να έρθει από το διάστηµα, ακόµα και µε την υπερβολική ταχύτητα των 300,000 χιλιάδων χιλιοµέτρων ανά δευτερόλεπτο που ταξιδεύει-κάνει τον γύρο της γης 7 φορές όσο ν ανοιγοκλείσωµε τα µάτια µας- ταξιδεύει καιρό, µπορεί και χρόνια. Οπότε εµείς βλέποµε την εικόνα του άστρου τότε, όταν το φως ξεκίνησε το ταξίδι του. Το άστρο σήµερα µπορεί να έχει αλλάξει, µπορεί ακόµα και να έχει πεθάνει. Εµείς ωστόσο θα το δούµε έτσι όπως ήταν. Στην ουσία µέσα από τα τηλεσκόπια, αντικρίζοµε το παρελθόν αυτού του πλανήτη.
Για τα πεφταστέρια µας µίλησε – δεν είναι άστρα τόνισε, τα άστρα δεν πέφτουν-αλλά µετεωρίτες. Και τα αστέρια λάµπουν, είπε, γιατί στο εσωτερικό τους γίνονται πυρηνικές αντιδράσεις. Όταν κάποια στιγµή εξαντληθούν τα πυρηνικά καύσιµα που διαθέτουν, µετά από εκατοµµύρια ή δισεκατοµµύρια χρόνια τα αστέρια πεθαίνουν, το ίδιο ακριβώς όπως οι άνθρωποι.
Θυµάµαι που έφυγα µαγεµένη, όπως και οι περισσότεροι από τους ακροατές εκείνο το απόγευµα από την οµιλία. Και τελείως εντυπωσιασµένη από τον οµιλητή.
Μετά από κάµποσο καιρό κυκλοφόρησε ένα βιβλίο του µε τον περίεργο τίτλο: Η κόµη της Βερενίκης. ∆ιαβάζοντάς το µε τύλιξε πάλι εκείνη η ξεχωριστή µαγεία που έκανε τον καθηγητή τόσο ιδιαίτερο. Αυτήν την φορά µας γνώρισε τους µύθους της αρχαίας Ελλάδας που µέχρι σήµερα ακόµα ονοµατοδοτούν τους περισσότερους αστερισµούς στο βόρειο ουράνιο ηµισφαίριο. Για την βασίλισσα Βερενίκη µας µίλησε που έταξε τα πλούσια µαλλιά της στην Αφροδίτη, φτάνει να επέστρεφε ο άνδρας της ζωντανός από τον πόλεµο. Ο σύζυγος γύρισε µετά από τρία χρόνια και η βασίλισσα πραγµατοποίησε το τάµα της. Μόνο που η κόµη την εποµένη είχε χαθεί από τον ναό. Στους εξοργισµένους για την ιεροσυλία ηγεµόνες οι ιερείς εξήγησαν, ότι η ίδια η θεά Αφροδίτη µετέφερε µε ένα φτερωτό άλογο την κόµη στον ουρανό, όπου δηµιουργήθηκε ο οµώνυµος αστερισµός κοντά στην Μεγάλη Άρκτο.
Στο ίδιο βιβλίο έγραφε και κάτι άλλο εκπληκτικό: «Το ίδιο ισχύει και για τα πρωτογενή υλικά της ανθρώπινης ύπαρξης – το οξυγόνο, τον σίδηρο ή το ασβέστιο – που συνιστούν το σώµα ή το µυαλό µας. Είναι προϊόντα επίµονης αστρικής κατεργασίας. Η αυτοκτονία του άστρου που τα σκόρπισε κάποτε ως αστρική σκόνη δεν φαίνεται µία πράξη άσκοπη. Συγκλονιστική όσο κι αν είναι η ιδέα, εν τούτοις είµαστε φτιαγµένοι από αστερόσκονη. Και τη ζωή µας οφείλοµε στον θάνατο κάποιου άστρου».
Σε όλες του τις οµιλίες ο καθηγητής έλεγε, πως ο ίδιος ήταν πεπεισµένος ότι κάποιου είδους ζωή σίγουρα υπάρχει στο σύµπαν. Όµως, συνέχιζε, είµαστε καταδικασµένοι σε «εξωγήϊνη» µοναξιά γιατί κατά την άποψή του δύσκολα θα µπορέσωµε να συναντήσωµε αυτόν τον κοσµικό σύντροφο που εναγωνίως αναζητούµε. Ο κοντινότερός µας γαλαξίας ,η Ανδροµέδα βρίσκεται «µόνον» δυό εκατοµµύρια έτη φωτός, µακριά. Οι συναντήσεις διαστηµικών γειτόνων λοιπόν, δεν φαίνεται να αφορούν το άµεσο µέλλον.
«Καλύτερα συνεπώς, έγραφε, να εξαντλήσουµε τις προσπάθειες για καλύτερη
επικοινωνία, εδώ στη γη. …που η µοναξιά µας, η ανθρώπινη, µεγαλώνει και η αποξένωση κυριαρχεί….. Οι εφιάλτες, άλλωστε, από τα περιβαλλοντικά προβλήµατα πληθαίνουν, και η γη δε φαίνεται να αντέχει για καιρό ακόµα την αφροσύνη µας. Σηµασία λοιπόν δεν έχει να συναντηθούµε, αν ποτέ συναντηθούµε, στο πολύ µακρινό µέλλον µε κάποια όµοια ή ανόµοια µε µας δηµιουργήµατα της εξελίξεως. Το σπουδαίο θα ήταν να µπορούµε τότε να υπερηφανευθούµε, σε χιλιάδες ή εκατοµµύρια χρόνια, ότι το ανθρώπινο είδος έχει κατακτήσει υψηλά επίπεδα ισότητας και αξιών, ότι οι πόλεµοι έχουν εκλείψει- και ότι η Γη, το λίκνο της ανθρώπινης ζωής, έχει επουλώσει τις πληγές στις θάλασσες, τα δάση ή την ατµόσφαιρά της, και είναι πάλι ένας πανέµορφος πλανήτης».
Μακάρι να γίνουν έτσι τα πράγµατα, κ. καθηγητά.
Θα µας λείψετε.