» Αποτίµηση ενός σηµαντικού διαλόγου στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο
∆εν είναι σύνηθες να γίνονται συζητήσεις στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο που στο επίκεντρο βρίσκεται ο Πολιτισµός και η Θρησκεία. Χρειάζεται πέρα από το ενδιαφέρον να υπάρχει και ένας διευρυµένος προβληµατισµός που µπορεί να προσφέρει στον διάλογο αυτόν.
Ας τα πάρουµε όµως τα πράγµατα µε τη σειρά. Η σηµασία των χριστιανικών αξιών για το µέλλον της Ευρώπης, ιδίως εν όψει των επικείµενων ευρωπαϊκών εκλογών, τον Ιούνιο του 2024, δεν είναι απλώς ένα πολιτικό θέµα, αλλά θέτει και ένα ουσιαστικό ερώτηµα για το κατά πόσο έχουν να κάνουν αποκλειστικά µε τις αποφάσεις των ευρωπαϊκών οργάνων ή και µε το περιεχόµενό τους. Φυσικά η συζήτηση στην Κοινωνία των Πολιτών δεν αποκλείει κανέναν, κυρίως τους εκπροσώπους των ευρωπαϊκών εκκλησιών, οικουµενικών οργανώσεων κ.λπ., όπως αυτό καθορίζεται από τη σηµασία του άρθρου 17, 3 της Συνθήκης της Λισαβόνας, το οποίο διασφαλίζει τον «ανοιχτό, διαφανή και τακτικό διάλογο µε τις εκκλησίες και τις φιλοσοφικές και µη οµολογιακές οργανώσεις, αναγνωρίζοντας την ιδιαίτερη ταυτότητα και συµβολή τους» (Βλ. Κων. Ζορµπά, ∆ιάλογος των Εκκλησιών και των θρησκευτικών κοινοτήτων µε την Ευρωπαϊκή Ένωση στο πλαίσιο της νέας Συνθήκης της Λισσαβόνας. Μια πρώτη κοινωνιολογική και θεολογική προσέγγιση, στο Περιοδικό Θεολογία, 2(2010)261-297).
Είναι γεγονός ότι ο Πολιτισµός δεν αφορά µόνο µία περιορισµένη περιοχή της ανθρώπινης δραστηριότητας. Περιλαµβάνει και ιεραρχεί όλες τις εκφράσεις της υλικής και πνευµατικής ζωής µιας ανθρώπινης κοινωνίας στο οργανωµένο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι. Έτσι, δηµιουργεί µία κοινωνική σφαίρα γύρω από τον άνθρωπο, η οποία είναι τόσο απαραίτητη για την ύπαρξη της κοινωνικής ζωής όσο απαραίτητη είναι η βιόσφαιρα για την ύπαρξη οργανικής ζωής. Η θέση της Θρησκείας στο περιβάλλον αυτό δεν αποτελεί εµπόδιο, αλλά µπορεί πραγµατικά να είναι ένας σηµαντικός, ακόµη και κρίσιµος παράγοντας στη διαµόρφωση και την εκπαίδευση συντονισµένων πρακτικών και συµπεριφορών.
Οι εισηγητές στην Στρογγυλή Τράπεζα ∆ρ. Ιωάννα Κοµνηνού, Επίκουρη Καθηγήτρια στο Τµήµα Κοινωνικής Θεολογίας και Θρησκειολογίας του ΕΚΠΑ, ο ∆ρ Ηλίας Μαλεβίτης, Φιλόλογος-Θεολόγος, ο ∆ρ ∆ηµήτριος Μπεκριδάκης, Θεολόγος µε εξειδίκευση στη Φαινοµενολογία της Θρησκείας, ο ∆ρ ∆ηµήτρης Ουλής, Θεολόγος – Θρησκειολόγος και ο υπογράφων σηµείωσαν µε ανησυχία τις συνεχιζόµενες συνέπειες του πολέµου, της µετανάστευσης και του Ισλάµ, των οικονοµικών, υγειονοµικών και ενεργειακών κρίσεων στην Ευρώπη και τον κόσµο και τη δυσκολία που αντιµετωπίζουν οι ευρωπαίοι πολίτες να ανταποκριθούν σε µια τέτοια πραγµατικότητα. Οι συµµετέχοντες προέρχονταν από διαφορετικές περιοχές της Ελλάδος και είχαν άµεση σχέση τόσο µε το ρόλο της Θρησκείας στις σύγχρονες κοινωνίες, αλλά και άτοµα µε µεγάλη εµπειρία σε θέµατα Πολιτισµού στην Τοπική Αυτοδιοίκηση.
Ο υπογράφων επισήµανε ότι ο Ζακ Ντελόρ (1925-2023), µία από τις σηµαντικότερες ευρωπαϊκές πολιτικές προσωπικότητες, µιλώντας ως Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής το 1990, έκανε την ιστορική έκκληση προς τις Εκκλησίες να συµβάλουν στο να δώσουν στην Ευρώπη «µία καρδιά και µία ψυχή». Η έκκλησή του σηµατοδότησε µία νέα φάση στο διάλογο µεταξύ των Εκκλησιών και των ευρωπαϊκών θεσµικών οργάνων. Ο κ. Ντελόρ τόλµησε να πει ότι η Ευρώπη πρέπει να είναι κάτι περισσότερο από µία οικονοµική αγορά, το µέλλον της θα πρέπει να βασίζεται στην ανάκτηση της αλληλεγγύης στην κοινωνία και στην κοινή «αίσθηση του ανήκειν» σε µια ευρύτερη κοινότητα.
Η τρέχουσα κρίση που αντιµετωπίζει η Ευρώπη, µία κρίση που δυσφήµησε η ίδια το ευρωπαϊκό έργο της, -και δεν το γράφουµε ούτε ως δηµαγωγοί ούτε ανήκουµε στην κατηγορία των ευρωσκεπτικιστών- το κατέστησε λιγότερο ελκυστικό, αν όχι και ανεπιθύµητο, τόσο για ανθρώπους εκτός όσο και εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτό έχει να κάνει πολύ µε το έλλειµµα της ψυχής της Ευρώπης, όπως έχει να κάνει και µε την έλλειψη ελπίδας και οράµατος. Και όταν η ψυχή της Ευρώπης και η ελπίδα για ένα καλύτερο µέλλον έχουν αποµακρυνθεί, µε άλλα λόγια όταν οι βασικές ευρωπαϊκές αξίες όπως η ελευθερία, η αλληλεγγύη, η δικαιοσύνη, η υπέρβαση της φτώχειας και του αποκλεισµού, δεν λαµβάνονται υπόψη, τότε η ευηµερία µένει µόνο στους αριθµούς και τις στατιστικές. Αλλά βιώσιµη οικονοµία είναι αυτή που συνδυάζει την αποτελεσµατικότητα µε τη δικαιοσύνη και την κοινωνική αλληλεγγύη. Με άλλα λόγια, δεν µπορεί να υπάρξει σχέδιο για το µέλλον της Ευρώπης χωρίς να τεθεί η συζήτηση για τις κοινές ευρωπαϊκές αξίες.
Η Ευρώπη, αυτό που ονοµάζουµε σήµερα µία σύγχρονη φιλελεύθερη κοινωνία δυτικού τύπου, αν και αγωνίζεται και πρέπει να αγωνίζεται– παραµένει παγωµένη. Αυτό –σηµαίνει ότι η ίδια – έχει χάσει την αίσθηση της κίνησης. Όταν µία κοινωνία αναγκάζεται µόνιµα να µεγαλώνει, να επιταχύνεται, να πιέζει τον εαυτό της προς τα εµπρός, αλλά χάνει την αίσθηση της κίνησης, τότε βρίσκεται σε κρίση. Και το βασικό ερώτηµα που τίθεται είναι το εξής: χρειάζεσαι µια τέτοια κοινωνία πραγµατικά ένα εκκλησιαστικό θεσµό, όπως η Εκκλησία (ή ως θρησκευτική κοινότητα); Είναι ένα ερώτηµα που τίθεται τόσο σε εκκλησιαστικό πλαίσιο, αλλά και από κοινωνιολογική άποψη. Μήπως είναι απλώς ένας αναχρονισµός; Είναι η Εκκλησία τελικά ένα αποµεινάρι µιας άλλης µορφής ευρωπαϊκής κοινωνίας και ένας άλλος τρόπος σχέσης µε τον κόσµο ή έχει ισότιµο ρόλο στην ανάπτυξή της; Τι µπορεί να σηµαίνει Πολιτισµός µέσα στο νέο αυτό ευρωπαϊκό γίγνεσθαι;
Οι συµµετέχοντες τόνισαν την ανάγκη να επαναπροσδιοριστεί το πλαίσιο των προτεραιοτήτων για ένα βιώσιµο µέλλον για την Ευρώπη. Οι χριστιανικές αξίες –και όχι απλώς τα ανθρώπινα δικαιώµατα- που ασπάζονται ένα µεγάλο µέρος ευρωπαίων πολιτών, έχουν τη δυνατότητα να επηρεάσουν το ευρωπαϊκό πολιτικό τοπίο, υψώνοντας φωνές από τη βάση και ενισχύοντας τις δηµοκρατίες, ασκώντας κριτική στην εργαλειοποίηση των χριστιανικών αξιών και της Θρησκείας για πολιτικά συµφέροντα και συζητώντας τρόπους για το πώς τέτοια φαινόµενα µπορούν να αµφισβητηθούν και να προληφθούν.
Τα θέµατα που θα απασχολήσουν στα επόµενα χρόνια τον «κοινό οίκο» µας, τόσο σε ευρωπαϊκό επίπεδο όσο και σε τοπικό, είναι η ασφάλεια και η συνεργασία σε έναν κατακερµατισµένο κόσµο µε αυξανόµενες γεωπολιτικές εντάσεις, η ανάπτυξη και η δηµιουργία θέσεων εργασίας στη νέα εποχή, η Τεχνητή Νοηµοσύνη ως κινητήρια δύναµη για την οικονοµία και την κοινωνία, και οι επιπτώσεις από την κλιµατική αλλαγή στη φύση και την ενέργεια (βλ. την αναλυτική αναφορά του Γιάννη Βουρδουµπά, Η φετινή συνάντηση του Νταβός, Χανιώτικα Νέα, 2-2-2024, σελ. 22-23). Στον προβληµατισµό αυτό είµαστε όλοι συνυπεύθυνοι για να τοποθετηθούµε ως ευρωπαίοι πολίτες και ως Χριστιανοί στις ερχόµενες ευρωπαϊκές εκλογές (βλ. Οι Χριστιανοί µε ευθύνη απέναντι στην κάλπη των ευρωεκλογών, 7 Ιουνίου 2009, Γραφείο Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στην Ελλάδα, µε επιµέλεια κειµένων ∆ρ Κωνσταντίνου Ζορµπά).
Υπάρχει στον κόσµο µία κυρίαρχη αγωνία: Πώς θα είναι η αυριανή Ευρώπη; Πώς θα διαµορφωθεί για να συµβαδίζει µε τον υπόλοιπο κόσµο; (βλ. το σύντοµο σχόλιο του Γιώργου Ουντράκη, Η Ευρώπη σε κρίση;, Χανιώτικα Νέα, 10-02-2024). Είναι αλήθεια ότι εάν χαρακτηρίσουµε τον Πολιτισµό µας ως «πολιτισµό αντι-σκέψης», τότε πρέπει να µας απασχολήσει σοβαρά ποιοι δεν καλλιέργησαν την σκέψη, ποιοι την παρεµπόδισαν, ποιοι διέγραψαν την καθιερωµένη ως ένα σηµείο σκέψη (παραδοσιακή σκέψη;) και γιατί. Ευχόµεθα στη συζήτηση που θα ακολουθήσει, µε αφορµή τις εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, να αναπτυχθούν και παρόµοια θέµατα, κάτι που θα προσπαθήσουµε να κάνουµε στο άµεσο µέλλον.
*Ο δρ Κωνσταντίνος Ζορµπάς είναι γενικός διευθυντής
της Ορθοδόξου Ακαδηµίας Κρήτης